Η λαδανιά είναι ένα απο τα ιαματικά φυτά της ελληνικής γης. Το φυτό με την επιστημονιή ονομασία κίστος (cistus incanus), φύεται σε πολλά μέρη της Ελλάδας και είναι γνωστό και ως κουνούκλα. Οι θεραπευτικές ιδιότητες του είναι γνωστές απο την αρχαιότητα. Στο φυτό αυτό (Cistus Creticus spp. Creticus) με ιδιωματική ονομασία αλαδανιά ή αγκίσαρος, γινόταν συστηματική εκμετάλλευση των φυσικών πληθυσμών του στην Κρήτη.
Η αλαδανιά παράγει κάθε καλοκαίρι πάνω στα μακρόστενα και πράσινα φύλλα της μια μαύρη αρωματική ρητίνη, το λάβδανο. Ο αλάδανος ή λάβδανο ή λάδανο συλλέγεται σήμερα και κατά αποκλειστικότητα στην Κρήτη στο χωριό Σίσσες του Δήμου Μυλοποτάμου της Κρήτης.
Αυτό γίνεται κάθε καλοκαίρι κάτω από τον καυτό ήλιο, όταν το φυτό εκκρίνει σαν δάκρυ τη ρητίνη, η οποία συλλέγεται με ειδικές δερμάτινες λωρίδες. Με αυτές κτυπούν τα φυτά και η ρητίνη κολλάει πάνω τους από τις οποίες και εξάγεται
Ο Γάλλος περιηγητής Tournefort παριστάνει ζωγραφικά στο περιηγητικό του βιβλίο το εργαλείο «αργαστήρι» που χρησιμοποιείται παραδοσιακά για τη συλλογή του λάδανου. Τα λουριά του εργαλείου αυτού κατασκευαζόταν από δέρμα ζώου κομμένο σε στενές λουρίδες. Το αλάδανο από το αργαστήρι αυτό μαζευόταν με μαχαίρι.
εργαλείο του 18ου αιώνα για τη συλλογή του λάδανου, Κρήτη, Tournefort, 1717
Η συλλογή με τον τρόπο αυτό γίνεται μόνο από στο είδος Cistus creticus και εξαρτάται από το μικροκλίμα της περιοχής. Στις παλαιότερες εποχές ήταν δυνατή και σε αλλά σημεία της ανατολική Μεσογείου όπως η Βορειος Αφρικη και η Κύπρος, με την μεταβολή του κλίματος στις περιοχές αυτές όμως, η συλλογή σταμάτησε.
Είναι ενδιαφέρον οτι η διαδικασία συλλογής έχει παραμείνει η ίδια όπως βλέπουμε απο το παρακάτω βίντεο, μόνο που το αργαστήρι πια έχει πλαστικά λουριά.Χτυπώντας αυτά τα λουριά πάνω στο φυτό, το πλαστικό μαζεύει τον «ιδρώτα» των φύλων. Ο ιδρώτας αυτός όταν κρυώσει στερεοποιείται και γίνεται μαύρος.
Για να μαζευτεί ο αλάδανος πρέπει να κάνει ζέστη και να έχει ηλιοφάνεια. Όταν μαζευτεί ο αλάδανος από ένα φυτό, χρειάζεται μια-δυο μέρες για να ξαναπαρουσιαστεί ο χαρακτηριστικός ιδρώτας, δηλαδή το υγρό του αγκίσαρου που γίνεται αλάδανος. Η εργασία της περισυλλογής του αλαδάνου είναι πολύ κουραστική και επίπονη, γιατί ο αλαδανάρης πρέπει να ανεβοκατεβαίνει στα βουνά μέσα στη ζέστη και μέσα σε πολύ μεγάλη θερμοκρασία.
Από την Μινωική εποχή το λάδανο ήταν το σπουδαιότερο φυτικό προϊόν της Κρήτης, το οποίο μάλιστα και εξαγόταν.Οι Μινωίτες το χρησιμοποιούσαν για την παρασκευή θυμιάματος, θεραπευτικών και καλλυντικών αλοιφών. Η Φραγκάκη Ευαγγελία στο βιβλίο της «Συμβολή εις τη δημώδη ορολογία των φυτών» μιλάει για την ομορφιά των ανθών της αλαδανιάς που προκάλεσαν την προσοχή των Μινωιτών καλλιτεχνών. Γι’ αυτό και την βλέπουμε να εικονίζεται στην τοιχογραφία του παλατιού της Κνωσού «το γαλάζιο πουλί».

Η τοιχογραφία αυτή είναι από τις αρχαιότερες και σημαντικότερες της μινωικής Κρήτης. Μέσα στη φύση που οργιάζει, με τις φωτεινές κίτρινες αγριοτριανταφυλλιές, τα γαλάζια άνθη του αλάδανου,τα κρινάκια και άλλα φυτά σε διαφορετικά χρώματα βάθους ( κόκκινο, κίτρινο, γαλάζιο), δεσπόζει σε λευκό βάθος το γαλάζιο πουλί καθισμένο σε βράχο. Ελευθερία στην πινελιά, ξεφάντωμα της φύσης, ανάπαυση του βλέμματος χαρακτηρίζουν το απόσπασμα αυτής της ξεχωριστής τοιχογραφίας, που θα πρέπει να ανήκε σε ένα λαμπρό σύνολο που καταστράφηκε. (πηγή: Ελληνική Τέχνη – Η Αυγή της Ελληνικής Τέχνης – Εκδοτική Αθηνών)
Το λάδανο είναι γνωστό και ως το μύρο της βίβλου και ήταν ένα από τα βασικά λιβάνια που έπρεπε να καίγονται κατά την ανάγνωση των Ψαλμών του Δαυίδ και της Βίβλου. Το άρωμά του εξαιρετικά πλούσιο και δυνατό, χρησιμοποιείται για προστασία, δύναμη & πνευματική εξέλιξη. Στην εποχή των Ρωμαίων η Κύπρος ήταν η περιοχή με την σημαντικότερη παράγωγη Οι ρωμαίοι ονόμαζαν το άρωμα του λαδανου Κύπριο (Chypre), ένα όνομα γνωστό στην αρωματοποιία ακόμη και σήμερα. Επίσης το λάδανο ή αλάδανο αποτελεί ένα από τα σαράντα συστατικά που απαιτούνται για την παρασκευή του Άγιου Μύρου.
πηγες