Σε συνέχεια και άλλων αναρτήσεών μας με πίνακες φιλελληνικής θεματολογίας και απεικονίσεις παραδοσιακών φορεσιών, σήμερα σας δείχνουμε 25 ακόμη έργα Ελλήνων ζωγράφων που εμπνεύστηκαν απο τους ανθρώπους της ελληνικής υπαίθρου
Γρύσπος Νικήτας-Χωρική, 1914Γρύσπος Νικήτας-Πορτρέτο γέροντα με εθνική ενδυμασίαΓρύσπος Νικήτας-Ο ΠυρπολητήςΡωμανίδης Κωνσταντίνος-Ποτραίτο του Υδραίου πολιτικού Δημητρίου ΒούλγαρηΡωμανίδης Κωνσταντίνος-ΧωριατοπούλαΠαχής Χαράλαμπος-Νέα κοπέλα, Young girlΠαχής Χαράλαμπος-Πρωτομαγιά στην Κέρκυρα, π.1875-80Προσαλέντης ΠαύλοςΠροσαλέντης Παύλος-Προσωπογραφία Πιερράκου Μαυρομιχάλη, 1872Προσαλέντης Αιμίλιος, Κρητικός, 1898Μποκατσιάμπης Βικέντιος-Κοπέλα με γιορτινή φορεσιά της ΚέρκυραςΟικονόμου Ιωάννης-WOMAN ARRANGING FLOWERSΜποκατσιάμπης Βικέντιος-Αλέξιος Στριφτόμπολας (1834-1912), επιστολικό δελτάριο. Αρχές 20ου αι.Οικονόμου Ιωάννης-Προσωπογραφία του Θανάση Ραζηκότσικα, Γενικού Αρχηγού ΜεσολογγίουΛεμπέσης Πολυχρόνης-Προσωπογραφία του Χρήστου Καψάλη, 1881Λεμπέσης Πολυχρόνης-ΗπειρώτισσαΛεμπέσης Πολυχρόνης-Μικρή κουλουριώτισσα, 1892Λεμπέσης Πολυχρόνης-Ο γέρο ΣούρμποςΛεμπέσης Πολυχρόνης-Στη βρύσηΛεμπέσης Πολυχρόνης-Κοπέλα με ανέμη, Girl with Distaff and SpindleΛεμπέσης Πολυχρόνης-Νέα με τοπική φορεσιάΛεμπέσης Πολυχρόνης-Βοσκόπουλο παίζει φλογέραΛεμπέσης Πολυχρόνης-Στη σκάφη, 1886Λεμπέσης Πολυχρόνης-Ο βοσκός, 1888
Δείτε και άλλους πίνακες με ελληνικές φορεσιές στα αρθρα μας
Οι Κυκλάδες αποτελούσαν ένα χώρο όπου οι επιρροές απο την ενετοκρατία αναμίχθηκαν με την ντόπια ελληνική κουλτούρα δημιουργώντας ένα ιδιαίτερο πολυτελές στυλ το οποίο αντανακλάται και στα κοσμήματα που έχουν διασωθεί απο τον 16ο-18ο αιώνα.
Χαρείτε τα!
Τμήμα χρυσού περιδεραίου, από τη Σίφνο, με συρματερό διάκοσμο και ενδιάμεσα μαργαριτάρια. Οι χάντρες ξεφεύγουν τόσο από το αμφικωνικό σχήμα των κρητικών παραδειγμάτων, όσο και από το σφαιρικό σχήμα των δωδεκανησιακών παραλλαγών. Μορφολογικά μοιάζουν περισσότερο με τα γνωστά μποτονάκια της Κρήτης, που ονομάζονταν έτσι γιατί στην αρχή τα χρησιμοποιούσαν ως κουμπιά στα μανίκια τους. (ΓΕ 2106) Μουσειο ΜπενακηΖευγάρι χρυσά σκουλαρίκια που το καθένα σχηματίζει μια κατακόρυφη σειρά από στοιχεία: ένα φιόγκο, ένα πουλί με ανοιχτά φτερά, ένα κωδωνόσχημο στοιχείο, και ένα σταυρό Μάλτας, από τον οποίο κρέμονται μαργαριτάρια. Τα σκουλαρίκια αυτά, που θα έφταναν ώς τους ώμους, όπως τα βυζαντινά περπενδούλια, πρέπει να συνοδεύονταν από ένα επιμετώπιο διάδημα. (ΓΕ 7666) Μουσείο ΜπενακηΚυκλαδίτικο δαχτυλίδι απο την έκθεση Vanity 2016 του Αρχ Μουσείου Μυκόνου πηγηΜενταγιον απο την έκθεση Vanity 2016 του Αρχ Μουσείου Μυκόνου πηγηΧρυσά σκουλαρίκια με χωνοειδή στοιχεία και μαργαριτάρια. Από τα νησιά του Αιγαίου, 19ος αι. (ΓΕ 7266), Μουσείο ΜπενάκηΣτο κέντρο κρεμαστά λαιμού απο τη Σίφνο, τριγύρω αλυσίδες απο την Πάτμο Μουσείο Μπενάκη
Μυκονιάτικα σκουλαρίκια απο την έκθεση Vanity του Αρχ. Μουσείου Μυκόνου που έγινε το 2016, σχέδιο 18ου αι. Νεώτερη αναπαραγωγή, 1970. Πηγή: Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων. πηγη
Μας αρέσει η ζωγραφική που εμπνέεται απο θέματα της ελληνικής υπαίθρου, το έχετε καταλάβει προφανώς, όπως επίσης και η ελληνική φορεσιά. Για τους φίλους που μοιράζονται την αγάπη μας εδώ έχουμε συγκεντρώσει 32 πίνακες με φιλελληνική θεματολογία απο Έλληνες ζωγράφους του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα.
Βέγιας Διονύσιος-Χορός στην ΚέρκυραΧατζημιχάλη Αγγελική-ΑυτοπροσωπογραφίαΠανώριος Κωνσταντίνος-Χωριατοπούλα με πανέρι, π. 1885-1890Γιαβόπουλος Όθων-A native beggar of Cyprus, 1931Δούκας Ιωάννης-Προσωπογραφία του Σταύρου Α. ΤουρνικιώτηΜαργαρίτης Φίλιππος-Ο καπετάν-Γκούρας, μετά το 1843Μαργαρίτης Φίλιππος-Ο οπλαρχηγός ΓκούραςΚαλλούδης Αλέξανδρος-Δημ. ΚαλλιφρονάςΜπισκίνης Δημήτριος-Γυναίκα με Ρόκα, 1919Δούκας Ιωάννης-Πορτραίτο του Θεοδωράκη ΓρίβαΒαρουχάς Αριστείδης-ΚερκυραίαΒαρουχάς Αριστείδης-Προσωπογραφία παρασημοφορημένου άνδρα, 1878-82Προσαλέντη Ελένη-Μαυρομιχάλης Κωνσταντίνος, 1899Προσαλέντη Ελένη-Προσωπογραφία του Κωνσταντίνου Μουρούζη, 1904Παπανικολάου Σπυρίδων-Σκηνή απο την Ελληνική επανάσταση, 1944Πιτζαμάνος Γεράσιμος (Αργοστόλι 1787 – Κέρκυρα 1825)-Προσωπογραφία κυρίας με ψάρι στη γυάλαΠροσαλέντης Σπυρίδων-Portrait of Kalidona TricoupisΠροσαλέντης Σπυρίδων-Portrait of Themistoclis TricoupisΠροσαλέντης Σπυρίδων-ΚαπετάνισσαΠροσαλέντης Σπυρίδων-Ιωάννης ΔιοβουνιώτηςΠροσαλέντης Σπυρίδων-Προσωπογραφία του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, 1886Προσαλέντης Σπυρίδων-Προσωπογραφία του Ηλία Μαυρομιχάλη, 1887Προσαλέντης Σπυρίδων-Προσωπογραφία του Νικολάου Στουρνάρη, 1884Φλωρά-Καραβία Θάλεια 01Παχής Χαράλαμπος-Κερκυραία κόρη, π. 1873-1878Χρηστοφής Αλέξανδρος-By the windowΧρηστοφής Αλέξανδρος-Το γνέσιμοΚριεζής Ανδρέας-Υδραία αρχόντισσα, 1847Κριεζής Ανδρέας-Ψαριανός καπετάνιος, π. 1850-1853Ρίζος Ιάκωβος-Οι μητέρες συμμαζεύουν τα παιδιά τους, πριν από το 1897Ρίζος Ιάκωβος-Οι χωρικοί ρωτούν για τον ασθενή, πριν από το 1897Ρίζος Ιάκωβος-Ο Χρήστος παλεύει με τη λύκαινα, πριν από το 1897
Δείτε και άλλους πίνακες με ελληνικές φορεσιές στα άρθρα μας
Για κάποιον που αγαπά τον λαϊκό πολιτισμό και τις παραδοσιακές φορεσιές και χορούς μια επίσκεψη στο Εθνολογικό Λαογραφικό Μουσείο Μακεδονίας Θράκης είναι επιβεβλημένη! Το Μουσείο ιδρύθηκε το 1970 και στεγάζεται στο διατηρητέο κτίριο του 20ού αιώνα, γνωστό ως «Villa Modiano», κατοικία του τραπεζίτη Yiako Modiano και της οικογενείας του. Η βίλα ήταν επίσης γνωστή ως κατοικία του «Παλιού Κυβερνήτη» επειδή φιλοξενούσε κάθε χρόνο τον διοικητή της Μακεδονίας και αργότερα τον Υπουργό της Βορείου Ελλάδος.
Φορεσια απο το Σουφλί Έβρου
Αν και η αυλή του είναι υπέροχη για να πιει κάποιος καφέ μια ηλιολουστη μέρα, ( 2500 τετραγωνικά μέτρα, σχεδόν το μισό της αρχικής περιουσίας του Μοντιάνο) εμείς θα σταθούμε στο εσωτερικό του Μουσείου που ήταν πολύ ενδιαφέρον και αξίζει τον κόπο να επισκεφτείτε ιδίως αν έχετε παιδιά, και θα θέλατε να τα ξεναγήσετε τον τρόπο ζωής των παλιότερων γενεών, καθως το Μουσειο περιλαμβάνει πολλές αλληλεπιδραστικές δράσεις
Φορεσια Πυλαια Θεσσαλονικης και πλάτη Δρυμός Θεσσαλονικης
Στο εσωτερικό του μουσείου φιλοξενούνται συλλογές σχετικές με τις ανθρώπινες δραστηριότητες (γεωργία, κτηνοτροφία κ.α.) και τεχνικές επεξεργασίας (υφανση, ράψιμο, κέντημα, ξυλογλυπτική, μεταλλοτεχνία, κεραμικά) για την κάλυψη των βασικών αναγκών της κοινότητας για τρόφιμα, στέγη, ένδυση καθώς και για την κοινωνική οργάνωση και την πνευματική ζωή των ανθρώπων που ζούσαν στο Βόρειο Ελλαδικό χώρο.
Οι συλλογές αποτελούνται από αντικείμενα που προέρχονται από την προ-βιομηχανική εποχή, κυρίως από τις περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης.
Φορεσια Πομάκας απο τη Σμίνθη Νομού Ξάνθης
Αντιπροσωπεύουν τον τρόπο ζωής των ανθρώπων μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα τόσο στην ύπαιθρο, όσο και στην πόλη. Όσον αφορά την ποσότητα και την ποικιλία τους, πρόκειται για μία από τις πλουσιότερες συλλογές του είδους σε όλη την Ελλάδα.
Σε αυτή την ανάρτηση θα δούμε κάποιες απο τις 55 φορεσιές της μόνιμης συλλογής του Μουσείου και θα επανέλθουμε σε άλλη ανάρτησή μας με κοσμήματα και κεφαλόδεσμους.
Μια έκθεση παραδοσιακών φορεσιών του Μουσείου Μπενάκη υπο την αιγίδα της Βασίλισσας Φρειδερίκης, αποτέλεσε την αφορμή για αυτό το βιβλίο που κυκλοφόρησε στα 1959-1960 και αναφέρεται γενικά στην ελληνική παραδοσιακή φορεσιά, την τέχνη των ραφτάδων, και σε αρκετές συναφείς παραδοσιακές τέχνες όπως η μεταλλουργία, η δημιουργία δαντέλας, το σκάλισμα σε ξύλο, η αγγειοπλαστική και το κέντημα.
Ο Περικλής Χέλμης ήταν ζωγράφος που εργάστηκε στην Αθήνα του 19ου αιώνα. Παρακολούθησε μαθήματα στο Σχολείο των Τεχνών. Ασχολήθηκε με προσωπογραφίες και ιστορικά θέματα εμπνευσμένα από την Ελληνική Επανάσταση. Το 1862 του ανατέθηκε η δημιουργία μεγάλης ιστορικής σύνθεσης για τη Βιβλιοθήκη της Σέρβικης Βουλής. Μολονότι δεν είναι το όνομά του ιδιαίτερα γνωστό στους νεοέλληνες αξίζει να ρίξουμε μια ματιά στο έργο του, μιας και αποτύπωσε σε αυτό τις φορεσιές των σύγχρονών του ανθρώπων, κυρίως της αστικής τάξης αλλά και χωρικούς.
ΑθηναίαΣτολή ΑμαλίαςΗπειρώτισσα από την ΠάργαΠροσωπογραφία φουστανελά, 1848ΧιώτηςΚοπέλα με τοπική ενδυμασία (Μεγαρα)
Η αγάπη μας για την ελληνική παράδοση και τη διάσωση των παραδοσιακών επαγγελμάτων φέρνει στο δρόμο μας φίλους από όλη την Ελλάδα με κοινό όραμα και στόχους. Ανάμεσά τους, ένα νέο ζευγάρι που ασχολείται επαγγελματικά με την κατασκευή παραδοσιακών ενδυμασιών αλλά και με την υφαντική. Στο εργαστήριο «Υφάδι» του Γιάννη Αυγερόπουλου και της Μάγδας Τσιρώνη στη Λαμία το μάτι πέφτει στους διαφόρων ειδών αργαλειούς που δεσπόζουν στο χώρο. Μικροί, μεγάλοι, για διαφόρων ειδών υφαντά, όλοι τους έχουν πάνω ένα πανί και αυτό μας κινεί το ενδιαφέρον να μάθουμε περισσότερα για την υφαντική και την ασχολία αυτή που για τη Μάγδα, μια νέα γυναίκα και μητέρα δύο παιδιών, έγινε κύριο επάγγελμα.
Η Μάδα Τσιρώνη σε έναν απο τους πολλούς αργαλειούς της υφαίνοντας Καβακλιώτικα
Πώς αποφάσισες να ασχοληθείς με την υφαντική;
Η ιδέα της ενασχόλησής μου με την υφαντική γεννήθηκε όταν αποφασίσαμε με τον σύζυγό μου να ασχοληθούμε επαγγελματικά με κάτι που αγαπάμε πολύ, που είμαστε στενά συνδεδεμένοι και που υπηρετούμε από τα παιδικά μας χρόνια. Δεν είναι άλλο από την ελληνική μας παράδοση και κατ’ επέκταση με την κατασκευή παραδοσιακών φορεσιών. Με σκοπό, λοιπόν, την κατασκευή φορεσιών-αντίγραφα που να μην απέχουν (όσο γίνεται) από τα αυθεντικά τόσο στην όψη όσο και στον τρόπο που κατασκευάζονταν, έκρινα ότι η υφαντική θα ενισχύσει την προσπάθειά μας αυτή κατά ένα μεγάλο ποσοστό , όπως κι έγινε. Ο συνδυασμός της αγάπης για την παράδοση με την έμφυτη ανάγκη για δημιουργία με οδήγησαν στο να μάθω σε βάθος την τέχνη της υφαντικής. Πλέον δε φαντάζομαι τη ζωή μου χωρίς τους αργαλειούς μου.
Με την υφαντική ασχολούμαι από το 2013, την ίδια χρονιά που λειτούργησε και το εργαστήριό μας. Θυμάμαι έντονα πόσο πολύ χάρηκα όταν εντελώς τυχαία βρέθηκε στο δρόμο μου η δασκάλα μου, η Ελένη Ξενάκη, η οποία με μύησε στο δρόμο της υφαντικής και μου μετέφερε απλόχερα τις γνώσεις της μένοντας στο πλευρό μου με υπομονή και θέληση προκειμένου να με βοηθήσει να ανταποκριθώ στο νέο μας ξεκίνημα και να υλοποιήσω τα σχέδια μου. Πολλές φορές που με έβλεπε προβληματισμένη κ αγχωμένη μου έλεγε χαρακτηριστικά «Θα σου μάθω την τέχνη και από μένα θα φύγεις επαγγελματίας».
Έπειτα, λοιπόν, από πολλές ώρες μαθημάτων, δουλεύοντας πάνω στον αργαλειό ατελείωτες ώρες με μεγάλη πειθαρχία, υπομονή κι επιμονή φτάσαμε στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Βέβαια, καλό θα ήταν να αναφέρω πως η υφαντική τέχνη είναι ένα επάγγελμα που εξελίσσεται και θεωρώ πως όσα μαθήματα και να παρακολουθήσει κανείς δεν θα καταφέρει να καλύψει όλο το φάσμα της. Όσο περισσότερο δουλεύω και ανακαλύπτω νέα πράγματα, τόσο πιο έντονα νιώθω ότι ξεκινώ από το μηδέν. Πάλι θα αναφερθώ στη δασκάλα μου, η οποία συχνά μου ανέφερε, ότι υφαίνει 40 χρόνια κι ακόμη ανακαλύπτει καινούργιες τεχνικές και τρόπους ύφανσης, βελονιές κλπ.
Παιδική κουρτίνα απο βαμβάκι φτιαγμένη στους παραδοσιακούς αργαλειούς
Η μάθηση δεν τελειώνει ποτέ αλλά το βασικό συστατικό της επιτυχίας είναι η επιμονή και η αγάπη για το αντικείμενο. Πώς νιώθεις όταν υφαίνεις στον αργαλειό;
Η αλήθεια είναι πως δε μπορώ να περιγράψω με λόγια αυτό που νιώθω όταν υφαίνω. Στην αρχή ξεκινώ πάντα με μεγάλη όρεξη κι ενθουσιασμό για μια νέα δημιουργία αλλά και με συγκρατημένη χαρά προκειμένου να επιτύχω το αποτέλεσμα που αρχικά έχω σχεδιάσει.
Οι αργαλειοί είναι κομμάτι της καθημερινότητάς μου και ομολογώ πως όταν χρειάζεται να ασχοληθώ με κάποιον άλλον τομέα της επιχείρησης και δεν υφαίνω, αισθάνομαι πως κάτι δεν πήγε καλά. Λείπουν και σε μένα, αλλά και στον σύζυγό μου που έχει συνηθίσει να δουλεύει με το ρυθμικό χτύπημα του αργαλειού μου. Οι αργαλειοί είναι συνδεδεμένοι πλέον με εμάς. Γενικώς η υφαντική με βοήθησε να γνωρίσω καλύτερα τον εαυτό μου, τα όριά μου, τα οποία πολλές φορές έχω ξεπεράσει, με αποτέλεσμα να ανακαλύψω νέα μονοπάτια και μυστικά της δημιουργίας.
Μάγδα, τι υφαίνεις κυρίως;
Η πρώτη μου σκέψη όταν αποφάσισα να μάθω την τέχνη ήταν να καταφέρω να δημιουργώ τα υφάσματα και κατ’ επέκταση τα κεντήματα των παραδοσιακών φορεσιών για τις ανάγκες του βεστιαρίου μας και των πελατών μας εν γένει. Παρόλα αυτά έχω υφάνει από μπομπονιέρες και λαδόπανα, νυφικές πετσέτες, κουρτίνες, ριχτάρια, διακοσμητικά μαξιλάρια, εσάρπες και γενικότερα ότι μας ζητηθεί. Είμαστε αρκετά ευέλικτοι ως προς αυτό το θέμα, καθώς έχουμε πέντε διαφορετικά στημόνια προκειμένου να καλύπτονται οι ανάγκες της επιχείρησης και των πελατών μας.
Υπάρχουν διαφορετικοί αργαλειοί για διαφορετικές ποιότητες υφασμάτων ή όλα γίνονται στον ίδιο αργαλειό;
Υπάρχουν διαφορετικοί αργαλειοί, αλλά κυρίως τη διαφορά τη συναντά κανείς στον τρόπο που «αρματώνεται» ένας αργαλειός προκειμένου να υφάνει. Συγκεκριμένα πρέπει να γνωρίζουμε από πριν τι θέλουμε να υφάνουμε κυρίως κι έπειτα να επιλέξουμε για παράδειγμα την πυκνότητα του υφάσματος, το φάρδος του, το μίτωμα που θα κάνουμε, τι στημόνι θα επιλέξουμε κλπ. Τίποτα δε συμβαίνει τυχαία.
Χειροποιητα χαλια
Στο εργαστήριο μας έχουμε «αρματώσει» τέσσερις αργαλειούς με διαφορετικό στήσιμο στον καθένα, δηλαδή διαφορετικό μίτωμα, διαφορετικά χτένια, διαφορετικά χρώματα και πάχη στημονιών διότι ο καθένας προορίζεται για διαφορετική χρήση. Ο τελευταίος αργαλειός που στήσαμε πρόσφατα προορίζεται για χαλιά, διακοσμητικά υφαντά, και γενικώς οτιδήποτε απαιτεί πιο χοντρό και με μεγάλη αντοχή στημόνι.
Γίνεται αντιληπτή η διαφορά ενός χειροποίητου υφαντού από τα τυποποιημένα και τι πρέπει να προσέχουμε στην ποιότητα των υφασμάτων;
Κατά τη γνώμη μου δεν έχει καμία σχέση το ένα με το άλλο. Φυσικά και είναι αντιληπτή η διαφορά ενός χειροποίητου υφαντού από ένα ύφασμα του εμπορίου, όπως και κάθε χειροτεχνήματος άλλωστε, κι έγκειται κυρίως στην υφή και στην εφαρμογή του. Πιο εύκολα πείθεται κανείς όταν πιάσει στα χέρια του ταυτόχρονα και τα δυο προϊόντα. Το χειροποίητο είναι πιο απαλό, πιο αφράτο που λέμε και με το πέρασμα του χρόνου νιώθω ότι βελτιώνεται κι άλλο.
Βαμβακερές πετσέτες με κεντημένες μπορντούρες σε έναν από τους αργαλειούς του εργαστηρίου
Σε ό,τι αφορά στην επιλογή της σωστής ποιότητας των υφασμάτων το πιο σημαντικό κριτήριο είναι να εξυπηρετούνται οι ανάγκες για τις οποίες προορίζονται και να είναι ανθεκτικά στο πέρασμα του χρόνου. Αν πρόκειται για υφαντά ρουχισμού ή ειδών σπιτιού θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή προκειμένου να μην χρησιμοποιηθούν υλικά επιβαρυντικά για τον άνθρωπο και κατ’ επέκταση για το περιβάλλον.
Ποια χαρακτηριστικά πρέπει να έχει ένας άνθρωπος για να ασχοληθεί με την υφαντική;
Το κυριότερο χαρακτηριστικό που πρέπει να έχει μια υφάντρα είναι η επιδεξιότητα, διότι η συγκεκριμένη τέχνη εξαρτάται εξ ολοκλήρου από τις ικανότητες της . Είναι μια τέχνη δύσκολη και χρονοβόρα. Όταν μια υφάντρα δημιουργεί στον αργαλειό κατά κάποιο τρόπο μετατρέπει τα συναισθήματά της σε μοναδικά χειροποίητα υφαντά, έχοντας συνοδοιπόρο το μεράκι και την αγάπη της για την τέχνη. Αυτό απαιτεί πειθαρχία, υπομονή, επιμονή όπως επίσης ευρηματικότητα κι έμπνευση έτσι ώστε το κάθε υφαντό να έχει άρτιο αποτέλεσμα, να έλκει τα βλέμματα και να εντυπωσιάζει.
Ποιές είναι οι δικές σου φιλοδοξίες όσον αφορά την υφαντική;
Μεγάλη μου επιθυμία είναι να καταφέρω να βάλω ένα λιθαράκι προκειμένου εξελιχθεί κι άλλο η τέχνη αυτή. Θα μου δώσει μεγάλη χαρά και ικανοποίηση αν τα υφαντά μου μετά από κάποια χρόνια αποτελέσουν μια νέα πρόταση στο χώρο μας μεταδίδοντας ταυτόχρονα στις επόμενες γενιές τον πολιτιστικό θησαυρό της ελληνικής μας κληρονομιάς, δίχως αλλοιώσεις παρά μόνο έτσι όπως μας την παρέδωσαν οι πρόγονοί μας. Είναι καθήκον όλων μας η συνέχεια και διαφύλαξη των παραδοσιακών αξιών και ιδανικών του λαού μας. Κοντολογίς να μεταδοθεί η παράδοση και η πολιτιστική μας κληρονομιά μέσα από τα υφαντά μου.
Υπάρχει ζήτηση στα ελληνικά υφαντά; Είναι η υφαντική ένας τομέας εργασίας που μπορεί να δώσει διέξοδο στην ανάγκη των σύγχρονων Νεοελλήνων για εργασία; Τι προοπτικές έχει ο χώρος;
Η ζήτηση στα ελληνικά υφαντά θα έλεγα πως έχει αύξουσα πορεία. Έχει σημειωθεί μεγάλο ενδιαφέρον προς τα παραδοσιακά υφαντά όχι μόνο από το ελληνικό κοινό αλλά κι από τους ξένους. Επίσης έχει ξεκινήσει η παραγωγή χειροποίητων υφαντών με σχέδια και γεωμετρικά μοτίβα εμπνευσμένα από την παράδοσή μας και προσαρμοσμένα στις τάσεις της τρέχουσας εποχής. Αυτή την τακτική ακολουθεί και το εργαστήρι μας κατά καιρούς και δε σας κρύβω πως ξεκίνησε έπειτα από την παρότρυνση των πελατών μας.
Σε ό,τι αφορά την υφαντική ως επάγγελμα με προοπτικές θα έλεγα πως ζούμε σε μια εποχή που το επάγγελμα αυτό γνωρίζει άνθιση. Καθοριστικοί παράγοντες γι’ αυτό είναι η έντονη ζήτηση των υφαντών γενικά στην αγορά και οι τάσεις της μόδας. Βιώνουμε μια άνθηση των παραδοσιακών επαγγελμάτων και γενικότερα υπάρχει μια έντονη επιθυμία και ροπή προς την παράδοση. Θα έλεγα πως είναι ευκαιρία να ασχοληθεί κανείς με την υφαντική και ό,τι επαφίεται με την παράδοση και τον πολιτισμό μας.
Σε αυτό το μπλόγκ μας έχει ξανα-απασχολήσει η δουλειά του Kim de Molaener σε παλαιότερο άρθρο μας. Τώρα από το προσωπικό προφίλ του φωτογράφου στο instagram παρακολουθούμε την εξέλιξη αυτής της δουλειάς που ολοένα γίνεται και πιο ενδιαφέρουσα.
Να θυμίσουμε οτι οι φωτογραφίες του Βέλγου Kim de Molaener απεικονίζουν τα παραδοσιακά κοστούμια της συλλογής του χοροθεάτρου Δώρα Στράτου
Σας δείχνουμε λίγη ακόμη δουλειά του Kim ελπίζοντας να σας αρέσει, όπως άρεσε και σε μας. Για όσους έχουν προφίλ στο instagram μπορείτε να αναζητήσετε τον kimdemolaener και να τον ακολουθήσετε για να βλέπετε την συνέχεια της δουλειάς αυτής.
Η ίδρυση του ελληνικού κράτους και η τοποθέτηση του Βασιλιά Όθωνα και της συζύγου του Αμαλίας στον ελληνικό θρόνο, είχε ανάμεσα στα άλλα και ένα ενδυματολογικό αποτέλεσμα. Τη δημιουργία μιας νέας αστικής φορεσιάς που είναι γνωστή με το όνομα «Αμαλία» η οποία έγινε και σήμα κατατεθέν του ελληνικού στοιχείου παγκοσμίως.
Αιτία της δημιουργίας της; Μια γυναίκα φυσικά. Η ίδια η βασίλισσα Αμαλία, η οποία στην προσπάθειά της να δημιουργήσει μια στολή για τις κυρίες της Βασιλικής Αυλής έκανε μια δική της μόδα, τη μόδα της «Αμαλίας», η οποία περιβεβλημένη με την βασιλική αίγλη διεσπάρη σε όλη την ελληνική επικράτεια. Πηγές μας οι συλλογές των Μουσείων αλλά και οι οικογενειακές φωτογραφίες του Φίλιππου Μαργαρίτη και του Πέτρου Μωραϊτη που ρίχνουν άπλετο φως στην εποχή.
Ανήκε στην Κονδύλω Γ. Κουντουριώτη, σύζυγο του Αθανασίου Μιαούλη, υπασπιστή του βασιλέως Όθωνα και πρωθυπουργού της Ελλάδος. Αρ. κατ. 2708 Εθνικό Ιστορικό Μουσείο
Όταν έφθασε στην Ελλάδα ως σύζυγος του βασιλιά το 1837, η Βασίλισσα Αμαλία άσκησε άμεση επίδραση στην κοινωνική ζωή και τη μόδα. Κατάλαβε από νωρίς ότι η ενδυμασία της οφείλει να μιμηθεί αυτή των νέων υπηκόων της, και έτσι δημιούργησε ένα ρομαντικό αυλικό ένδυμα, το οποίο έγινε το εθνικό γυναικείο ένδυμα, γνωστό ως Αμαλία.
Η συγκεκριμένη αμφίεση ακολουθεί το ευρωπαϊκό ύφος Biedermeier, που έδινε έμφαση στις λιτές γραμμές και την ελάχιστη διακόσμηση, αν και επειδή η αστική τάξη ανέβαινε διαρκώς υπήρξε στην πορεία μια υπερβολή στον πλούτο των φουστανιών και στα κοσμήματα. Το σύνολο περιλάμβανε φουστάνι από πολύτιμη στόφα, συχνά χρυσοΰφαντη, σε έντονο χρώμα, κόκκινο ή μπλε συνήθως, με μπούστο ανοιχτό για να φαίνεται η ολοκέντητη τραχηλιά του πουκάμισου και φαρδιά μανίκια καμπυλωτά στο κάτω μέρος και ανοιχτά απο την εσωτερική πλευρά. Από πάνω φορούσαν το κοντό νησιώτικο ζακέτο, το κοντογούνι, βελούδινο, συνήθως σε σκούρο χρώμα, χρυσοκεντημένο και πάρα πολύ εφαρμοστό, άλλοτε γαρνιρισμένο και με γούνα. Στο κεφάλι φοριέται το φέσι ή το καλπάκι. Το φέσι που αρχικά ήταν μεγάλο, το φορούσαν οι παντρεμένες με πολλούς τρόπους, κυρίως λοξά. Μεγάλη σημασία είχε η φούντα του, το παπάζι, καμωμένη από χρυσές κλωστές, πλεγμένες κοτσίδα, συχνά με τον κόμβο του Ηρακλέως και στολισμένες με μαργαριτάρια ή πούλιες. Το καλπάκι φοριόταν από τις ανύπαντρες γυναίκες. Τα κοσμήματα ήταν κυρίως ευρωπαϊκής τέχνης.
Αυτή η ενδυμασία έγινε η συνηθισμένη φορεσιά όλων των Χριστιανών αστών γυναικών που κατοικούσαν σε πόλεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα Βαλκάνια και φοριόταν ως το Βελιγράδι. (πηγη)
Αθήνα 1860 περ. Η Βιλελμίνη φον Ράϊνεκ [γεν. 1831 – † 1904] μια απο τις κυρίες των τιμών της βασίλισσας ΑμαλίαςΦίλιππος Μαργαρίτης, κυρία με φορεσιά Αμαλίας 1855Αικατερίνη Μάρκου Μπότσαρη Πρώτη Κυρία των Τιμών της Αμαλίας. Επειδή ήταν πολύ όμορφη της έδωσαν το προσωνύμιο Ρόζα (Τριαντάφυλλο) Φοράει χρυσοποίκιλτο κοντογούνι
Η φορεσιά της Αμαλίας έγινε δημοφιλής στην Ευρώπη το 1844 μέσω της Ρόζας Μπότσαρη όπως μας λέει ο Γιάννης Καιροφύλλας στο βιβλίο του «Η Αθήνα στου Όθωνα τα χρόνια». Η εκπληκτική ομορφιά της κοπέλας που συνόδευσε τη βασίλισσα στην Βαυαρία, έκανε όλους τους πλανόδιους που πουλούσαν χαλκογραφίες στις όχθες του Ρήνου να πωλούν εικόνες με τη μορφή της, με αποτέλεσμα να συσχετιστεί η αυλική αυτή ενδυμασία με την Ελλάδα.
ΠΕΤΡΟΣ ΜΩΡΑΪΤΗΣ. Η ΑΣΠΑΣΙΑ ΚΑΡΠΟΥΝΗ, ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΝΕΟΤΕΡΕΣ ΚΥΡΙΕΣ ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ ΤΗΣ ΑΜΑΛΙΑΣ. ΠΡΩΙΜΗ CDV (CARTE DE VISIT) ΤΟΥ ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΥ, ΜΕ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΗ ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΣΤΟ ΠΑΣΠΑΡΤΟΥ, περ. 1860 κόρη του Ιωάννη Καρπούνη απο το Μεσολόγγι (ΣΥΛΛΟΓΗ ΑΛΚΗ ΞΑΝΘΑΚΗ). πηγη
Αργότερα, οι κυρίες φόρεσαν το κοντογούνι πάνω απο τα αστικά τους φορέματα και στο τέλος αφαίρεσαν και το φέσι με το παπάζι, συμπληρώνοντας τη φορεσιά με καπέλα με βέλο.
Philippos Margaritis, A Greek Lady, c. 1855, salt print, 20 x 16 cm. πηγη
Μωραΐτης, Πέτρος Πορτραίτο γυναίκας με αστική φορεσιά. Για την ακρίβεια απο το ενδυματολογικό σύνολο το μόνο που μας θυμίζει Αμαλία είναι το κοντογούνι. Τα υπόλοιπα ακολουθούν την ευρωπαϊκή μόδα, όπως το καπέλο χωρίς φούντα και η εξωτερική γούνα elia.org
Σε συνέχεια προηγούμενης ανάρτησης για τις ελληνικές -κυρίως γυναικείες – φορεσιές όπως αποδίδονται μέσα απο φωτογραφίες που λήφθηκαν στα στούντιο φωτογράφων του 19ου αιώνα σήμερα σας παρουσιάζω κάποια δείγματα για να καταλάβετε τι εννοώ. Μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους το 1833, και την ανάγκη προβολής και ανάδειξης της ελληνικής ταυτότητας, η παραδοσιακή φορεσιά των χωρικών της υπαίθρου πέρασε απο το χρηστικό στάδιο στο συμβολικό, μετατράπηκε σε ένα «σύμβολο ελληνικότητας».
Τότε, οι φωτογράφοι της εποχής, ανάμεσα στους οποίους ο Μωραϊτης, αλλά και άλλοι φωτογράφοι που είχαν έδρα σε αστικά κέντρα σε Ελλάδα και εξωτερικό, συγκέντρωσαν έναν αριθμό αυθεντικών τοπικών ενδυμασιών από διάφορα μέρη της υπαίθρου, ακόμα και από περιοχές που ήταν ακόμα τουρκοκρατούμενες και προέτρεπαν τους πελάτες τους να φωτογραφίζονται με αυτές. Μάλιστα, όταν η ροή των περιηγητών αυξήθηκε και η επιθυμία να έχουν κάτι ελληνικό μεγάλωσε, αρκετοί φωτογράφιζαν μοντέλα με τις φορεσιές και πουλούσαν τις φωτογραφίες ως καρτ βιζίτ, για να έχουν οι επισκέπτες μια ανάμνηση όταν γύριζαν στη χώρα τους. Έχοντας στα χέρια αυτές τις κάρτες, αρκετοί λιθογράφοι και εικονογράφοι των περιηγητικών εκδόσεων, αποτύπωσαν σε λιθογραφίες τα εικονιζόμενα πρόσωπα και κόσμησαν με εικόνες τα βιβλία των περιηγητών.
Κάποιες φορές η απεικόνιση της φορεσιάς στη φωτογραφία είναι επαρκής, αν ο φωτογράφος είχε στη διάθεσή του μια πλήρη φορεσιά και γνώριζε πώς να επιμεληθεί ενδυματολογικά σωστά το μοντέλο του. Αρκετές φορές όμως αυτό που βλέπουμε είναι ένα σύνολο αταίριαστων στοιχείων, που προσπαθούν να μιμηθούν μια παραδοσιακή ενδυμασία. Κι αυτό οφείλεται στο γεγονός πώς τα εικονιζόμενα πρόσωπα δεν έχουν το βίωμα της ενδυμασίας, είναι κατά κανόνα πρόσωπα της αστικής τάξης με διαφορετική κουλτούρα και απλώς ο στόχος είναι να δημιουργηθεί η αίσθηση της ελληνικότητας, παρά να αποτυπωθεί πιστά η φορεσιά. Πολλές φορές βλέπουμε φορεμένα τα ρούχα με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που συνηθιζόταν ή να υπάρχει κάποιο ανακάτεμα ρούχων απο διαφορετικές περιοχές ή συμπληρωματική προσθήκη κοσμημάτων ή ρούχων για τις ανάγκες της φωτογράφησης που τελικά μας οδηγεί σε εσφαλμένα συμπεράσματα σε σχέση με την ιστορία της φορεσιάς.
Δεν έχει λοιπόν σημασία μόνο το οτι μπροστά μας έχουμε μια παλιά φωτογραφία φερ’ ειπείν του Πέτρου Μωραϊτη, του οποίου το έργο μελετάμε σήμερα, αλλά ο ερευνητής θα πρέπει να λάβει υπόψη του και άλλα επιπλέον στοιχεία που σχετίζονται με την τοπική παράδοση και να κάνει συγκριτική ανάλυση με άλλες φωτογραφίες. Να θυμάστε πάντα οτι οι «χωριατοπούλες» ήταν συνήθως κυρίες της αστικής τάξης που πόζαραν στο φωτογραφικό φακό, και δεν είχαν – όπως και σήμερα – μεγάλη γνώση σχετικά με το πώς πραγματικά φοριούνταν τα ρούχα στις εκάστοτε τοπικές κοινωνίες. Σκεφτείτε οτι απο το 1860 και μετά η αστική τάξη φορούσε στη συντριπτική της πλειοψηφία τη μόδα της Ευρώπης, οπότε η ουσιαστική γνώση της φορεσιάς χάθηκε στα αστικά κέντρα και έμεινε μόνο η ανάμνηση…
Π. Μωραϊτης c.1880
Πάνω σε αυτό θα σας δώσω το παρακάτω παράδειγμα απο το έργο του Π. Μωραϊτη και το αρχειο του elia.org. Στην πρώτη φωτογραφία βλέπουμε τη Βασιλική Κ. Βούρου με κεφαλόδεσμο που παραπέμπει σε κερκυραϊκη ή ιταλική φορεσιά και συμπληρωματικές προσθήκες πάνω στα αστικά της ρούχα, όπως ένα είδος μπόλιας ή τσεβρέ που πέφτει εμπρός θυμίζοντας ποδιά. Για την ιστορία η Βασιλική Βούρου ανήκει στην οικογένεια Δεκόζη Βούρου απο τη Χίο, μια οικογένεια εμπόρων που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και ίδρυσε Τραπεζική Επιχείρηση. Το Αρχοντικό Δεκόζη Βούρου βρίσκεται εκεί που λειτουργεί σήμερα το «Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών» . Δίπλα βλέπουμε την ίδια γυναίκα με τα κανονικά ρούχα που φορούσαν οι κυρίες της τάξης της την ίδια περίοδο, περίπου στα 1865. Η ίδια γενική ιδέα υπάρχει και στην τρίτη φωτογραφία του Π. Μωραϊτη που προσπαθεί να αποπνεύσει έναν αέρα υπαίθρου. Ο διπλωμένος τσεβρές χρησιμεύει για ποδιά, ενώ τοποθετείται ένας κεφαλόδεσμος σαν κερκυραϊκός για να μιμηθεί το στυλ των χωρικών. Η τελευταία φωτογραφία είναι πιθανόν αποκριάτικη, αν δούμε και το ντέφι στα χέρια της κοπέλας.
Βασιλική Κ. Βούρου φωτογραφημένη απο τον Π. Μωραϊτη με τρόπο ωστε να δώσει την αίσθηση της υπαίθρου γύρω στα 1865Βασιλική Κωνσταντίνου Δεκόζη Βούρου όρθια δίπλα σε πολυθρόνα με τυπική φορεσιά της αστικής τάξης. περίπου 1865Π. Μωραϊτης , Το ίδιο concept σε μεταγενέστερη φωτογραφία c. 1880 με σεταρισμένα κομμάτια για δίνουν την εικόνα παραδοσιακής ενδυμασίας