Αρχείο ετικέτας Αθήνα

Η φορεσιά της Αμαλίας την εποχή του Όθωνα

Η ίδρυση του ελληνικού κράτους και η τοποθέτηση του Βασιλιά Όθωνα και της συζύγου του Αμαλίας στον ελληνικό θρόνο, είχε ανάμεσα στα άλλα και ένα ενδυματολογικό αποτέλεσμα. Τη δημιουργία μιας νέας αστικής φορεσιάς που είναι γνωστή με το όνομα «Αμαλία» η οποία έγινε και σήμα κατατεθέν του ελληνικού στοιχείου παγκοσμίως.

Αιτία της δημιουργίας της; Μια γυναίκα φυσικά. Η ίδια η βασίλισσα Αμαλία, η οποία στην προσπάθειά της να δημιουργήσει μια στολή για τις κυρίες της Βασιλικής Αυλής έκανε μια δική της μόδα, τη μόδα της «Αμαλίας»,  η οποία περιβεβλημένη με την βασιλική αίγλη διεσπάρη σε όλη την ελληνική επικράτεια. Πηγές μας οι συλλογές των Μουσείων αλλά και οι οικογενειακές φωτογραφίες του Φίλιππου Μαργαρίτη και του Πέτρου Μωραϊτη που ρίχνουν άπλετο φως στην εποχή.

ce91ce9c2
Ανήκε στην Κονδύλω Γ. Κουντουριώτη, σύζυγο του Αθανασίου Μιαούλη, υπασπιστή του βασιλέως Όθωνα και πρωθυπουργού της Ελλάδος. Αρ. κατ. 2708 Εθνικό Ιστορικό Μουσείο

Όταν έφθασε στην Ελλάδα ως σύζυγος του βασιλιά το 1837, η Βασίλισσα Αμαλία άσκησε άμεση επίδραση στην κοινωνική ζωή και τη μόδα. Κατάλαβε από νωρίς ότι η ενδυμασία της οφείλει να μιμηθεί αυτή των νέων υπηκόων της, και έτσι δημιούργησε ένα ρομαντικό αυλικό ένδυμα, το οποίο έγινε το εθνικό γυναικείο ένδυμα, γνωστό ως Αμαλία.

78cf7ca3e17a1a6496b40eb0d1f00c7a

c9ec7e162ff41d507f1bc30fe2597262

Η συγκεκριμένη αμφίεση ακολουθεί το ευρωπαϊκό ύφος Biedermeier, που έδινε έμφαση στις λιτές γραμμές και την ελάχιστη διακόσμηση, αν και επειδή η αστική τάξη ανέβαινε διαρκώς υπήρξε στην πορεία μια υπερβολή στον πλούτο των φουστανιών και στα κοσμήματα. Το σύνολο περιλάμβανε  φουστάνι  από πολύτιμη στόφα, συχνά χρυσοΰφαντη, σε έντονο χρώμα, κόκκινο ή μπλε συνήθως, με μπούστο ανοιχτό για να φαίνεται η ολοκέντητη τραχηλιά του πουκάμισου και φαρδιά μανίκια καμπυλωτά στο κάτω μέρος και ανοιχτά απο την εσωτερική πλευρά. Από πάνω φορούσαν το κοντό νησιώτικο ζακέτο, το κοντογούνι, βελούδινο, συνήθως σε σκούρο χρώμα, χρυσοκεντημένο και πάρα πολύ εφαρμοστό, άλλοτε γαρνιρισμένο και με γούνα. Στο κεφάλι φοριέται το φέσι ή το καλπάκι. Το φέσι που αρχικά ήταν μεγάλο, το φορούσαν οι παντρεμένες με πολλούς τρόπους, κυρίως λοξά. Μεγάλη σημασία είχε η φούντα του, το παπάζι, καμωμένη από χρυσές κλωστές, πλεγμένες κοτσίδα, συχνά με τον κόμβο του Ηρακλέως και στολισμένες με μαργαριτάρια ή πούλιες. Το καλπάκι φοριόταν από τις ανύπαντρες γυναίκες. Τα κοσμήματα ήταν κυρίως ευρωπαϊκής τέχνης.

240fe14d80509247d7a8ccb39f2acff0
πηγη

Αυτή η ενδυμασία έγινε η συνηθισμένη φορεσιά όλων των Χριστιανών αστών γυναικών που κατοικούσαν σε πόλεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα Βαλκάνια και φοριόταν ως το Βελιγράδι. (πηγη)

f00f00f386d5cf02907685e6aca9f92e
Αθήνα 1860 περ. Η Βιλελμίνη φον Ράϊνεκ [γεν. 1831 – † 1904] μια απο τις κυρίες των τιμών της βασίλισσας Αμαλίας
1db07df5326022502c89143764e740f0
Φίλιππος Μαργαρίτης, κυρία με φορεσιά Αμαλίας 1855
800px-katerinarosabotzaris
Αικατερίνη Μάρκου Μπότσαρη Πρώτη Κυρία των Τιμών της Αμαλίας.  Επειδή ήταν πολύ όμορφη της έδωσαν το προσωνύμιο Ρόζα (Τριαντάφυλλο) Φοράει χρυσοποίκιλτο κοντογούνι

Η φορεσιά της Αμαλίας έγινε δημοφιλής στην Ευρώπη το 1844 μέσω της Ρόζας Μπότσαρη όπως μας λέει ο Γιάννης Καιροφύλλας στο βιβλίο του «Η Αθήνα στου Όθωνα τα χρόνια». Η εκπληκτική ομορφιά της κοπέλας που συνόδευσε τη βασίλισσα στην Βαυαρία, έκανε όλους τους πλανόδιους που πουλούσαν χαλκογραφίες στις όχθες του Ρήνου να πωλούν εικόνες με τη μορφή της, με αποτέλεσμα να συσχετιστεί η αυλική αυτή ενδυμασία με την Ελλάδα.

img012
ΠΕΤΡΟΣ ΜΩΡΑΪΤΗΣ. Η ΑΣΠΑΣΙΑ ΚΑΡΠΟΥΝΗ, ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΝΕΟΤΕΡΕΣ ΚΥΡΙΕΣ ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ ΤΗΣ ΑΜΑΛΙΑΣ. ΠΡΩΙΜΗ CDV (CARTE DE VISIT) ΤΟΥ ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΥ, ΜΕ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΗ ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΣΤΟ ΠΑΣΠΑΡΤΟΥ, περ. 1860 κόρη του Ιωάννη Καρπούνη απο το Μεσολόγγι  (ΣΥΛΛΟΓΗ ΑΛΚΗ ΞΑΝΘΑΚΗ). πηγη

Αργότερα, οι κυρίες φόρεσαν το κοντογούνι πάνω απο τα αστικά τους φορέματα και στο τέλος αφαίρεσαν και το φέσι με το παπάζι, συμπληρώνοντας τη φορεσιά με καπέλα με βέλο.

philippos-margaritis-a-greek-lady
Philippos Margaritis, A Greek Lady, c. 1855, salt print, 20 x 16 cm. πηγη

 

l131-048
Μωραΐτης, Πέτρος  Πορτραίτο γυναίκας με αστική φορεσιά. Για την ακρίβεια απο το ενδυματολογικό σύνολο το μόνο που μας θυμίζει Αμαλία είναι το κοντογούνι. Τα υπόλοιπα ακολουθούν την ευρωπαϊκή μόδα, όπως το καπέλο χωρίς φούντα και η εξωτερική γούνα elia.org
Advertisement

Ο Καβάφης γράφει για την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα / Kavafis wtites for the Parthenon Marbles’ Return

«…η Μεγάλη Βρετανία κρατεί αυτά τα μάρμαρα ως παρακαταθήκη μέχρις ότου της ζητηθούν από τους τωρινούς ή οποιουσδήποτε μελλοντικούς κυρίους της Πόλης των Αθηνών και μετά από ένα τέτοιο αίτημα αναλαμβάνει χωρίς διατυπώσεις ή διαπραγματεύσεις να τα επανατοποθετήσει όσο είναι δυνατόν στα μέρη από όπου είχαν αφαιρεθεί και στο μεταξύ θα φυλάσσονται προσεκτικά στο Βρετανικό Μουσείο». Στη μεγάλη συζήτηση που έγινε στη Βουλή των Κοινοτήτων του Λονδίνου το 1816 για την αγορά των αποσπασμένων από τον Έλγιν Γλυπτών από τα μνημεία της Ακρόπολης, ο Χιου Χάμερσλι, μέλος του Κοινοβουλίου, είχε υπερασπισθεί με σθένος μια τροπολογία για τη μελλοντική επιστροφή των κλεμμένων ελληνικών αρχαιοτήτων, χωρίς να γίνει αποδεκτή. Ο Χάμερσλι υπήρξε ένας από τους πολλούς Βρετανούς οι οποίοι στα χρόνια που θα ακολουθούσαν είχαν τη «γενναιότητα», όπως τη χαρακτηρίζει σε κείμενό του ο Έλληνας ποιητής Κωνσταντίνος Καβάφης, να σταθούν αντίθετοι της άρνησης των βρετανικών κυβερνήσεων για την επιστροφή των Γλυπτών στην Ελλάδα.

Εδώ σήμερα θα φιλοξενήσουμε τους λόγους  και κείμενα του  Κ.Π.Καβάφη για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, αναλογιζόμενοι τελικά για πόσα χρόνια θα πρέπει να ζητάμε να επιστραφούν αντικείμενα που ανήκουν στο ελληνικό έθνος, στον τόπο καταγωγής τους…

Nεώτερα περί των Eλγινείων Mαρμάρων

O θάνατος των πολιτικών ή διεθνών ζητημάτων είναι η λήθη. Eυτυχώς το ζήτημα περί αποδόσεως των Eλγινείων μαρμάρων εις την Eλλάδα δεν πέπρωται ακόμη να λησμονηθή. Πολύ δε συντείνει εις την αναζωπύρωσιν του ζητήματος η διάστασις εις την οποίαν ήλθαν επ’ αυτού δύο διακεκριμένοι λόγιοι άγγλοι, ο κ. Φρειδερίκος Xάρισσον και ο κ. Tζαίημς Nώουλς, διευθυντής του περιοδικού O 19ος αιών.
Eν τω Λονδινείω περιοδικώ H Δεκαπενθήμερος Eπιθεώρησις ο κ. Xάρισσον απήντησεν εις τας κατακρίσεις τας εκτοξευθείσας κατ’ αυτού υπό του 19ου αιώνος.
Δεν θα αναγράψω όλα τα επιχειρήματα δι’ ων ο κ. Xάρισσον υποστηρίζει την θεωρίαν του περί αποδόσεως των μαρμάρων. Eν άρθρω καταχωρισθέντι εν τη Eθνική της 30ής Mαρτίου κατέδειξα ήδη την ελαφρότητα των ισχυρισμών του κ. Nώουλς. Θέλω μόνον μεταφράση επεξηγήσεις τινάς ας δίδει ο κ. Xάρισσον εν τω νέω του άρθρω.
Λέγει ρητώς ότι δεν καταδικάζει απολύτως τον λόρδον Έλγιν τον υπεξαιρέσαντα τας περί ου ο λόγος αρχαιότητας, εκθέτει όμως 4 λόγους δι’ ων αποδεικνύεται ότι η κατοχή των μαρμάρων υπό τε του λόρδου Έλγιν πρώτον, και του αγγλικού έθνους δεύτερον, αντίκεινται εις τας αρχάς του δικαίου.
«α΄. O λόρδος Έλγιν απέκτησε τα μάρμαρα του Παρθενώνος ουχί από τους Έλληνας, αλλά από τους δυνάστας αυτών Tούρκους.
β΄. Oι Έλληνες εναντιώθησαν καθ’ όσον τοις ήτο δυνατόν εις την μετακόμισιν αυτών, και ουδέποτε έπραξάν τι προς βλάβην των.
γ΄. Oι άνθρωποι του λόρδου Έλγιν αφήρεσαν ό,τι ήθελαν άνευ της ελαχίστης μερίμνης διά το μνημείον όπερ απεγύμνωναν.
δ΄. Tο Bρεττανικόν έθνος απέκτησε τα Eλληνικά μάρμαρα αντί ποσού μηδαμινού.
Άλλως παραδέχεται ότι ο λόρδος Έλγιν πιθανόν εντίμως να εθεώρει ότι έσωζε διά την ανθρωπότητα τα πολύτιμα ταύτα κειμήλια».
Eίς εκ των κυρίων ισχυρισμών των εναντιουμένων εις την απόδοσιν των Eλγινείων μαρμάρων είναι ότι δι’ αυτής η Aγγλία θα αναγνωρίση την αρχήν της αποδόσεως των κατά το μάλλον ή ήττον άνευ οριστικής ή ακριβούς νομιμότητος αποκτηθέντων και τότε πρέπει να γυμνωθώσιν αι αρχαιολογικαί συλλογαί της. Aλλά αυτή είναι η συνήθης υπεκφυγή εκείνων οίτινες θέλουσιν ευσχήμως να αποφύγωσι την εκτέλεσιν γενναίας πράξεως. Φοβούνται τας συνεπείας. Aλλά τέλος πάντων ποίαι είναι αι συνέπειαι αύται; Mη είναι υποχρεωμένος τις να φέρη όλα μέχρις υπερβολής; Eίναι υποχρεωμένος τις να εξακολουθή εφαρμόζων μίαν αγαθήν αρχήν μέχρις ότου διά της καταχρήσεως καταστή μωρά; Kατά την λογικήν ταύτην λοιπόν δεν πρέπει ποτέ να ελεή τις πτωχόν διότι αν ήτο να ελεήση όλους τους πτωχούς του κόσμου ήθελε καταντήση χιλιάκις πτωχότερος του πτωχοτέρου; Eξ άλλου η συνέπεια αύτη της γενικής αποδόσεως δεν απορρέει εκ της αποδόσεως των Eλγινείων μαρμάρων. O κ. Xάρισσον, προς απόδειξιν τούτου, επαναλαμβάνει όσα έγραψε πέρυσι επί του αντικειμένου.
O κ. Nώουλς, λέγει, δαπανά πολλήν εύκολον ρητορικήν αριθμών διάφορα έργα ελληνικής τέχνης κατεχόμενα υπό της Aγγλίας, και ερωτά εάν πρέπει και αυτά να επιστραφούν. «Bεβαίως όχι! Eποίησα διάκρισιν φανερωτάτην. Έγραψα τα Eλγίνεια μάρμαρα διαφέρουσιν ολοτελώς από όλα τα άλλα αγάλματα. Δεν είναι αγάλματα. Eίναι τεμάχια μοναδικού μνημείου, του περιφημοτάτου εν τω κόσμω μνημείου, όπερ ίσταται έτι, ει και κατερειπωμένον, όπερ είναι το εθνικόν σύμβολον και το παλλάδιον γενναίου λαού, και χώρος προσκυνήσεως διά την πολιτισμένην ανθρωπότητα… Eις το ελληνικόν έθνος την σήμερον τα ερείπια της Aκροπόλεως είναι πολύ σπουδαιότερα και ιερώτερα αφ’ ό,τι είναι οιονδήποτε άλλο εθνικόν μνημείον εις οιονδήποτε άλλον λαόν. Eίναι το εξωτερικόν και ορατόν μνημείον της εθνικής υπάρξεως και αναγεννήσεως… Δεν υπάρχει παράδειγμα εν τω κόσμω όλω ενός έθνους διατηρούντος, ουχί διά κατακτήσεως αλλά διά προσφάτου αγοράς από δυνάστην, τα εθνικά σύμβολα άλλου έθνους. Eάν ο πρέσβυς μας είχεν αγοράση από τον Bίσμαρκ, ότε οι Γερμανοί ήσαν εν Παρισίοις, τους εν Aγίω Διονυσίω τάφους των βασιλέων, τον τάφον του Nαπολέοντος… πιστεύω ότι κάπως θα ωμιλείτο παραπάνω το πράγμα και ίσως ο κ. Nώουλς δεν θα είχεν όρεξιν να τραγουδή το “Bασίλευε Bρεττανία” επί τόνου τόσον προκλητικού».
Iδού τι φρονεί περί της ασφαλείας ης απολαύουσι τα Eλγίνεια μάρμαρα εν Aθήναις:
H Aκρόπολις είναι άριστα προφυλαγμένη. Δεν είναι ολιγώτερον ασφαλής του Bρεττανικού Mουσείου. «Aι Aθήναι την σήμερον είναι καλλιτεχνική σχολή όλων των εθνών, και αφ’ ότου ηνεώχθη ο σιδηρόδρομος Θεσσαλονίκης-Kωνσταντινουπόλεως έχουσιν όσους επισκέπτας και η Bενετία ή η Φλωρεντία. Eίναι επίσης πλησίον της Eυρώπης της κειμένης προς νότον ή προς ανατολάς του Mονάχου όσον και το Λονδίνον. H ιδέα την οποίαν φαίνεται να έχη ο κ. Nώουλς περί των Aθηνών ως μέρος τι απώτατον και άγριον, ομοιάζον το Bαγδάτιον όπου Aλβανοί και μεθυσμένοι ναύται κτυπώνται, όπου οι δρόμοι είναι είδος Πέττικοτ Λαίην και Oυαϊτσάπελ, και όπου κάποτε φθάνει είς μιλόρδος μετά του δραγομάνου του και των σκηνών του, πηγάζει από τα ταξείδια της νεότητός του. Aς ερωτήση κανένα όστις ήτο εκεί τελευταίως και θα απορήση να μάθη ότι αι Aθήναι είναι τώρα μία πόλις επίσης πολιτισμένη, τακτική, ανεπτυγμένη και πλήρης ευφυών επισκεπτών, όσον οιαδήποτε πόλις της Γερμανίας, Iταλίας ή Γαλλίας. Ως κέντρον αρχαιολογικών σπουδών… αι Aθήναι είναι σχολή πολύ σπουδαιοτέρα του Λονδίνου».
Eις τας αυθαδείας του Nώουλς περί του ελληνικού έθνους απαντά ο κ. Xάρισσον διά των εξής:
«Aναμφιβόλως οι φανατικοί φιλέλληνες εξέφρασάν ποτε πολλάς ανοησίας· αλλ’ η Eλλάς είναι τώρα ανεγνωρισμένον και ανεξάρτητον έθνος της Eυρώπης. Eάν δε την συγκρίνωμεν προς την Πορτογαλίαν, την Bραζιλίαν, ακόμη και την Tουρκίαν και την Pωσσίαν, η ευφυΐα, το βάσιμον και η πρόοδός της ουδόλως είναι άξια περιφρονήσεως… Tο ελληνικόν έθνος είναι νέον· αι δυσκολίαι του είναι μεγάλαι· και η πολιτική του είναι άστατος, ως είναι η πολιτική μεγαλειτέρων εθνών άτινα έτυχον μακροτέρας πείρας. Mε όλα ταύτα όμως το να προσφερώμεθα προς το ελληνικόν έθνος ως προς άτακτα παιδία τα οποία πρέπει να προσέχωμεν να μη κάμουν ανοησίας ή να μη χαλνούν τα πράγματα, να λέγωμεν ότι δεν δυνάμεθα να τους εμπιστευθώμεν τα ίδιά των εθνικά μνημεία, να λέγωμεν ότι ήθελαν τα πωλήση εις την Aμερικήν, είναι παράδειγμα βλακώδες και πρόστυχον της αυθαδείας του Tζων Mπουλ».
Eν άλλω μέρει του άρθρου του ο κ. Xάρισσον παρατηρεί μετ’ ευχαριστήσεως ότι πολλοί σπουδαίοι άνδρες και σπουδαία φύλλα ενέκριναν την πρότασίν του.
«H Σημαία ήτο η πρώτη σπεύσασα εν κυρίω άρθρω να εγκρίνη την πρότασιν· και το άρθρον έκαμεν εντύπωσιν εν Eλλάδι… Yπήρξαν… οι υποστηρίξαντες εκάστην λέξιν μου. Άριστον άρθρον εμφορούμενον υπό του αυτού πνεύματος εφάνη εν τω Daily Graphic και διάφορα άλλα φύλλα, έν τε Aγγλία και εν τη αλλοδαπή, ενέκριναν την έκκλησίν μου. O κ. Ξάου-Λεφέβρ, εν πολυτίμω άρθρω επί της σημερινής Eλλάδος, προσετέθη εις την αυτήν πολιτικήν, και πιστεύω ότι υποστηρίζεται εν αυτή και υπό άλλων μελών της Bουλής… Δύο εντιμότατοι και σπουδαίοι πολιτικοί σύλλογοι, άνευ κομματικής αποχρώσεως, απευθύνθησαν προς εμέ με σκοπόν να ενεργήσωμεν διάβημά τι εν τη Bουλή ή αλλαχού».
Παρά τας διαβεβαιώσεις ταύτας, δεν πιστεύω η Eλλάς να έχη πολλήν τύχην να επανίδη τας ωραίας γλυφάς του Παρθενώνος. Tο κόμμα το οποίον εναντιούται εις την απόδοσιν των Eλγινείων μαρμάρων είναι πολυάριθμον. Όσοι θέτουσι τον εγωϊσμόν υπεράνω της δικαιοσύνης, και το συμφέρον υπεράνω της γενναιότητος ανήκουσι εις το κόμμα εκείνο ― οι δε τοιούτοι άνθρωποι είναι πολλοί και εν Aγγλία, ως δυστυχώς είναι πολλοί πανταχού.
Όπως και αν έχη ―είτε επιτύχη ο αγών είτε αποτύχη― εις τον Φρειδερίκον Xάρισσον οφείλεται ευγνωμοσύνη και τιμή ου μόνον εκ μέρους των Eλλήνων, αλλά και εκ μέρους πάντων των ανεπτυγμένων ανθρώπων, ως ο προσήκων μισθός των θαρραλέως τα ορθά λεγόντων.
(Κ.Π. Καβάφης, Τα πεζά (1882;-1931), Φιλολογική επιμέλεια Mιχάλης Πιερής, Ίκαρος Εκδοτική Εταιρία, 2003)

«Give back the Elgin Marbles» by K.P.Kavafis

In the number for March the Nineteenth Century has published, under the heading of «The joke about the Elgin Marbles», an article which is in one sense remarkable.
The readers of the Rivista are doubtless aware of the recent movement in England in favour of restoring to Greece the marbles which some 80 years ago were seized and removed from the Acropolis by Lord Elgin, on the plea that he would take greater care of them.
The learned and eloquent Mr. Frederic Harrison advocated the restitution in his article, «Give back the Elgin Marbles», in the Nineteenth Century. I will not dwell on the merits of Mr. Harrison’s article, beyond to remark that all his statements and arguments are well-founded, besides being generous; but, strange to say, some people consider generosity incompatible with common sense.
The article, «The joke about the Elgin Marbles», is written by the Editor of the Nineteenth Century, Mr. James Knowles, and purports to answer Mr. Harrison. According to Mr. Knowles, Mr. Harrison is not in earnest; his article is merely a test of his countrymen’s sense of humour and a specimen of the art of the modern demagogue, who finds arguments in support of any theory.
Such is the opinion of Mr. Knowles. He appears to be thoroughly convinced, which is not unimportant, —it being thus certain that his doctrine has at least one follower. —But the impartial reader will differ, I think, from Mr. Knowles in spite of his fervency of faith which, it is commonly believed, is catching. His article is at once ungenerous and poor in argument. Aridity in style and prolixity of cheap wit render its perusal a heavy task even for those to whom the restitution of the Elgin Marbles is of direct interest, —I mean the true friends of Hellas and of the unity of Hellenic tradition.
Under the influence of his excitement —for I do not doubt that the article was written in a moment of mental paroxysm— Mr. Knowles makes the most audacious statements. He extols the vandalic act of Elgin, and his gratitude is so great that he would fain give Elgin a place amongst the benefactors of mankind — δίος ανήρ, καλός καγαθός ανήρ. He vilifies Byron. He associates the carrying away of the marbles with the glorious victories of Nelson. He thinks that if the marbles are restored, Gibraltar, Malta, Cyprus, India must be given away also —forgetting that if those possessions are necessary to British trade and to the dignity and safety of the British Empire, the Elgin Marbles serve no other purpose than that of beautifying the British Museum. He regards as trivial Mr. Harrison’s remark that the climate of Bloomsbury is injurious to the sculptures and expresses the fear that, if handed over to Greece, they may be destroyed «any day in the next great clash of the Eastern question», — forgetting that wisdom dictates the remedy of present evils before guarding against future ills. He observes that were Mr. Harrison’s advice followed «and what we hold in trust given back to Greece, how soon might not one of its transitory Governments yield to the offer of a million sterling from Berlin, or two millions sterling from New-York — or for dividing and scattering them among many such buyers». This is a grave imputation on the character of Greek statesmen, and rests on no foundation of fact. To the best of my knowledge the «transitory», or other, Governments of Greece have taken the utmost care in their power of ancient monuments; they have made laws prohibiting illegal traffic in Greek antiquities; and they have established several well-stocked and well-managed Museums. He appears to question the claim to the marbles of «the mixed little population which now lives upon the ruins of ancient Greece», — which is treading on slippery ground as, although I know nothing of Mr. Knowles’ ability in historical criticism, it is doubtful whether he is able to prove a theory, in attempting to support which even the renowned Fallmerayer failed. Mr. Knowles states also the financial part of the question. He says that Lord Elgin in all spent ístg. 74.000, and that the mere cash value of the marbles is at the present moment reckoned in millions. A very advantageous venture! — and so many millions’ loss to Greece.
But I will transcribe no more of the remarks of the Editor of the Nineteenth Century. It is not clear to me what motive prompted him to write this article; whether solicitude for the artistic wealth of his country, or mere literary «cacoethia scribendi»? If the former, it ought to be borne in mind that it is not dignified in a great nation to reap profit from half-truths and half-rights; honesty is the best policy, and honesty in the case of the Elgin Marbles means restitution. If the latter, and he wrote merely in order to outrival the eloquent, clever and sensible article of Mr. Harrison, it is much to be regretted that he did not consider the great French author’s wise warning: «Qui court après l’esprit attrape la sottise».
(Κ.Π. Καβάφης, Τα πεζά (1882;-1931), Φιλολογική επιμέλεια Mιχάλης Πιερής, Ίκαρος Εκδοτική Εταιρία, 2003)

Διαδικτυακοί τόποι υπερ της επιστροφής των Μαρμάρων- Sites for Marbles Reunion

http://www.marblesreunited.org.uk/

http://www.parthenonuk.com/

http://www.parthenoninternational.org/

 

How was the Athens Acropolis in the ancient times/Πως ήταν η Ακρόπολη των Αθηνών στην αρχαιότητα

 

Boetticher, Adolf Die Akropolis von Athen nach den Berichten der alten und den neuesten Erforschungen — Berlin, 1888
Luckenbach, Hermann Die Akropolis von Athen — München und Berlin, 1905
Luckenbach, Hermann Die Akropolis von Athen — München und Berlin, 1905
Luckenbach, Hermann Die Akropolis von Athen — München und Berlin, 1905

Μπορείτε να κάνετε εικονική περιήγηση της Ακροπόλεως/ you can have a virtual tour of Acropolis hill στον οδηγό εδώ – on this link

Δείτε όλα τα μυστικά του Παρθενώνα στο παρακάτω βίντεο…/See all the secrets of the Parthenon in the following video…

Μην ξεχνάτε!! Αν σας άρεσε το άρθρο like και share!!

The gold-ivory statue of Athena Goddess of Wisdom/ Το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς της Θεάς της Σοφίας

Η Αθήνα ήταν διάσημη για την Ακρόπολή της στην οποία υπήρχε το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς της Θεάς της Σοφίας. Μπορείτε να κατεβάσετε εδώ ένα ενδιαφέρον pdf που αναφέρεται στη λατρεία της Αθηνάς στην Αθήνα.  Στο post αυτό σας παρουσιάζουμε την αναπαράσταση του χρυσελεφάντινου αγάλματος της θεάς όπως απεικονίστηκε από τον Arthur Cook το 1925

Athens was famous for its Acropolis where there was the gold- ivory statue of Athena, the Goddess of Wisdom.  In this post we present the representation of the gold and ivory statue of the goddess as depicted by Arthur Cook in 1925

Athena gold-ivory statue of Parthenon Cook, Arthur B. 1925

Η Αθήνα του 1924 σε βίντεο-Athens in 1924 (video)

Ο Βύρων Παπαδόπουλος ανέβασε πριν από λίγο καιρό στο γκρούπ του facebook Παλιές Φωτογραφίες της Ελλάδας αυτό το υπέροχο βίντεο απο την Αθήνα του 1924, απαθανατισμένο απο μια οικογενειακή κάμερα ενός Αμερικάνου επιχειρηματία που επισκέφτηκε την πόλη.Ένα πραγματικά μοναδικό βίντεο σε δύο μέρη που αξίζει να το δείτε μολονότι δεν έχει ήχο!Εδώ είναι το πρώτο μέρος…

Byron Papadopoulos uploaded not long ago in the facebook group Old Photos of Greece this wonderful video from Athens in 1924, immortalized by a family camera by an American businessman who visited the city this time. A truly unique video in two parts to the watch although there is no sound! Here is the first part …

και εδώ το δεύτερο μέρος / and here the second part

Στον παρακάτω σύνδεσμο μπορείτε επίσης να δείτε γκραβούρες με παραδοσιακές φορεσιές της Αθήνας και όλης της Ελλάδος

in the following link you can also see beautiful designs of the 19th century depicting Greek Traditional Costumes from Athens and ther Greek areas

Traditional Dress of Greece

Κουτσαβάκηδες του Ψυρρή: Για να είσαι μάγκας έπρεπε και να φαίνεσαι μάγκας!

Σε συνέχεια του προηγούμενου post για τους κουτσαβάκηδες του Ψυρρή ας δούμε λίγο και τις ενδυματολογικές τους επιλογές που τους έδιναν τη μάγκικη εμφάνιση σύμφωνα με στοιχεία του 19ου αιώνα.

Ένα αυθαιρέτως τυποποιημένο πορτρέτο του κουτσαβάκη του 1890 θα μας έδινε τα παρακάτω στοιχεία:

Παρουσιαστικό. Ο κούτσαβος ήταν ψηλός και λεπτός. Στομάχι ποτέ. Μαλλιά αλειμένα με λίπα για να γιαλίζουν. Απαραιτήτως χωρίστρα κι ένα τζουλούφι στο μέτωπο, που έπεφτε μπρος στα μάτια. Ο ρεμπέτης για να ιδεί τον συνομιλητή του τράβαγε το τζουλούφη, κάνοντας μια χαρακτηριστική χειρονομία. Μουστάκια στριφτά, στημένα όρθια, χάρη στην μαντέκα. Ο κουτσαβάκης περπάταγε μονόπαντα και λικνιστικά, με ανασηκωμένο τον αριστερό ώμο, κουνώντας μόνο το δεξί χέρι. Βλέμα βαρύ και απροσδιορίστως απειλητικό. Φωνή βραχνή από το πολύ χασίσι. Σ’ όλο το κορμί αφανή τατουάζ. Ένα μικρό τατουάζ πάνω στη ράχη της παλάμης.

η μοναδική ίσως φωτογραφία αυθεντικού Κουτσαβάκη στην Πλάκα της δεκαετίας του 1880 από http://www.youpress.gr/to-lexiko-tis-magkias-pies-lexis-chrisimopiousan-i-koutsavakides/

Ενδυμασία. Ρεπούμπλικα μαύρη με κορδέλα μαύρη (τη διαβόητη χλίψη), για  να πενθούν τους σκοτωμένους φίλους, ή τους εχθρούς που οι ίδιοι θα δολοφονούσαν μελλοντικώς. Σακάκι μαύρο με φιλντισένια κουμπιά. Το φοράγανε περασμένο μόνο στο αριστερό μανίκι, όπως οι ουσάροι. Όταν, όμως, φοράγανε κανονικά το σακάκι δεν το εκούμπωναν ποτέ. Πανταλόνι ριγωτό ή με μεγάλα φανταχτερά καρό, που ήτανε φουσκωτό και που κάτω-κάτω στένεβε πολύ. Το πανταλόνι ήταν τόσο στενό στα ρεβέρια, ώστε οι ρεμπέτες λέγανε πως για να το βάλουν χρησιμοποιούσαν κόκαλο και για να το βγάλουν έπρεπε να αλείψουν τις πατούσες τους με σαπουνάδα. Τα ρεβέρια ήσανε, συνήθως, γυρισμένα για να φαίνεται το κόκκινο βελούδο που είχαν ράψει μέσα μεριά, όπως ακριβώς έκαναν οι καπανταήδες της Ισταμπούλ. Οι ρεμπέτες αγαπούσαν τα κίτρινα πουκάμισα και τις κόκκινες γραβάτες, τις λεγόμενες χασάπικες. Στις αρχές το ΧΧου αιώνα καταργήσανε και τις γραβάτες και τα κολάρα, σαν περιττά στοιχεία της μπουρζουάδικης ενδυμασίας. Ήδη στην Σμύρνη του 1900, κάποτε-κάποτε, οι μόρτηδες έβγαζαν την γραβάτα και την έκρυβαν κάτω από το σακάκι στον δεξή ώμο, για να μην τους κακοχαρακτηρίσουν τα φιλαράκια σαν λιμοκοντόρους. Η μέση του ρεμπέτη σφιγμένη με ζωνάρι, που, συχνά, ήταν μισοκαλυμένο από το γελέκι. Το ζωνάρι το τυλίγανε με τέχνη γύρο στη μέση και το είχανε για τσέπη και για οπλοστάσιο. Η μια άκρη του ζωναριού έπρεπε να κρέμεται. Υποτίθεται πως όποιος πάταγε το απλωμένο ζωνάρι ενός μόρτη το έκανε για να τον προκαλέσει. Οι κουτσαβάκηδες αγαπούσαν τα ψηλοτάκουνα μποτίνια. Σύμφωνα με την αισθητική τους το παπούτσι «ήτο ωραλιο» όταν κάτω από την καμάρα χώραγε να περάσει ένα ποντίκι. Το ντεκόρ του ρεμπέτη συμπληρωνόταν από το μελιτζανί μαντίλι, που ήταν χωμένο στις πτυχές του ζωναριού, ή που κρεμόταν από το τσεπάκι του σακακιού. Όταν έκανε μεγάλες ζέστες οι ρεμπέτες περνάγανε ένα μαντίλι κρεμ ανάμεσα κολάρο και σβέρκο, κάπως σαν τους απάχηδες της Βαστίλης. Το ζωνάρι αποτελούσε ανατολίτικο ενδυματολογικό στοιχείο. Με το πέρασμα του χρόνου το κουστούμι του ρεμπέτη άρχισε να απλοποιείται.

Πρώτη δημοσίευση περιοδικό “ιχνευτής” τ. 51, Ιανουάριος 1990 υπό τον τίτλο “Ηλίας Πετρόπουλος, Ρεμπετολογία” – Η ορθογραφία είναι του πρωτότυπου.

αναδημοσίευση από εδώ

Πως βγήκε η έκφραση: «Απλώνει το ζωνάρι του για καυγά»

Κουτσαβάκηδες ή κουτσαβάκια λέγανε τους μάγκες της παλιάς Αθήνας, την εποχή της Βασιλείας του Όθωνα (1840 περίπου). Μάλλον είναι απίθανη η εκδοχή ότι η λέξη κουτσαβάκης προήλθε από τον καβγατζή δεκανέα του ιππικού Δημήτριο Κουτσαβάκη, που έδρασε επι Όθωνος. Κατά την επικρατέστερη άποψη, η προσωνυμία αυτή προέρχεται εκ του «κουτσά» + «βαίνω», δηλαδή περπατώ σαν κουτσός, χωλός, και αυτό επειδή οι κουτσαβάκηδες χάριν επίδειξης βάδιζαν αργά χαμηλώνοντας εναλλάξ τους ώμους τους κατ΄αντίστοιχο πόδι, γυρνώντας ομοίως ελαφρά κατά πλευρά, το κεφάλι. Μια σειρά επιθέτων χαρακτηρίζουν τον υπόκοσμο: μάγκες, σκυλόμαγκες, νταήδες, ρεμπέτες τσίφτηδες, βλάμηδες, τσακάλια, μόρτηδες, μαγκιόροι, αλάνια. Κατά τον Φαίδωνα Κουκουλέ σκυλομάγκοι ήταν οι κυνοτρόφοι, που τους έπαιρναν μαζί στο κυνήγι οι μεσαιωνικοί άρχοντες. Εξάλλου, μάγκα εσήμαινε ομάδα ενόπλων. Για την ακρίβεια, μάγκα ήταν μικρή ομάδα ατάκτων αλβανών, που δεν είχαν μεταξύ τους συγγένεια (όταν είχαν συγγένεια λέγονταν φάρα). Το 1821 οι έλληνες έλεγαν μάγκα την μετέπειτα δεκανεία. Δυό-τρεις μάγκες αποτελούσαν ένα μπουλούκι (εικοσιπενταρχία). Επικεφαλής της μάγκας ήταν ο μαγκατζής. Την λέξη μάγκες αναφέρει ο Μακρυγιάννης, και, επίσης, ο Παπαδιαμάντης, στο διήγημα του Σταχομαζώχτρα. 

Σύμφωνα με τον ερευνητή Τάκη Νατσούλη, η φράση «Απλώνει το ζωνάρι του για καβγά» έχει σχέση με έναν παλικαρά της αθηναϊκής Πλάκας, τον περιβόητο Νότη Ντάγλαρη:

Σκίτσο του Α. Καναβάκη από την πρωτότυπη έκδοση του Ιχνευτή

Υπήρξε εποχή που την Αθήνα την τρομοκρατούσαν οι«κουτσαβάκηδες» και οι «βλάμηδες». Οι σκοτεινοί αυτοί τύποι της Αθήνας είχαν το «στέκι» τους γύρω σης αρχαιότητες της Πλάκας κι αλίμονο στον κομψευόμενο ή στον περιηγητή που θα περνούσε από κει, χωρίς να πληρώσει «μανιτάρι». Ο πιο θρασύς «κουτσαβάκης» της εποχής εκείνης υπήρξε ο Νότης Ντάγλαρης, άνθρωπος του σχοινιού και του παλουκιού ( σημ. του blog : μήπως σας φέρνει καθόλου στην έκφραση Νταγλαράς που λέμε για άνθρωπο μεγαλόσωμο και καυγατζή;). Δεν περνούσε μέρα που να μη μαχαιρώσει κάποιον. Όταν ο Ντάγλαρης έκανε την εμφάνισή του στα στενά της Πλάκας, οι Πλακιώτες έκλειναν τις πόρτες τους από πραγματικό φόβο. Ο τρομερός αυτός παλικαράς, φορούσε κόκκινο ζωνάρι, που η μια του άκρη σερνόταν επιδεικτικά στo χώμα. Αν κανένας περαστικός τύχαινε να την πατήσει, χωρίς να το θέλει, τον άρχιζε στις φαλτσετιές.

Κάποτε, ένας ανθυπασπιστής της χωροφυλακής, ο Δημήτρης Περρίδης, καθώς περνούσε ο Ντάγλαρης μπροστά του, του πάτησε επίτηδες το ζωνάρι και του το λάσπωσε. Εκείνος τότε που έγινε θηρίο για την προσβολή, τράβηξε την «ισόβια» κι ετοιμάστηκε να του επιτεθεί. Ο ανθυπασπιστής όμως, πιο γρήγορος απ” αυτόν, του κατέβασε μερικές γροθιές, τον αναποδογύρισε, τον αφόπλισε και τον έστειλε για τρία χρόνια φυλακή, όπου και πέθανε. Από τότε όλοι οι «ψευτοπαλικαράδες» θαυμαστές του Ντάγλαρη για να τιμήσουν τη… μνήμη του, άφηναν τη μια άκρη του ζωναριού τους να σέρνεται στη γη. Έτσι βγήκε η φράση: «απλώνει το ζωνάρι του για καβγά», που τη λέμε συνήθως για τους καβγατζήδες.

Οι κουτσαβάκηδες του Ψυρρή έδρασαν στην περίοδο 1862-1897. Φαίνεται ότι οι πρώτοι κουτσαβάκηδες ήταν αϊβαλιώτες, εγκατεστημένοι στην Σύρο. Αργότερα, όταν η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα, πολλοί αϊβαλιώτες και συριανοί μάγκες εγκατεστάθηκαν στη συνοικία του Ψυρρή. Μετά την εκδίωξη του Όθωνος οι κουτσαβάκηδες γνώρισαν μεγάλες δόξες, γιατί τα κόμματα τους χρησιμοποιούσαν σαν τραμπούκους. Τους κουτσαβάκηδες τους ξεκαθάρισε ο Μπαϊρακτάρης(φωτογραφία) και ο πόλεμος του 1897.

Ο Μπαϊρακτάρης, αρχηγός της αστυνομίας

 

Πηγή: Τάκη Νατσούλη, Λέξεις και φράσεις παροιμιώδεις, εκδ. Σμυρνιωτάκη, αναδημοσίευση απο ΕΡΑΝΙΣΤΗΣ με πληροφορίες από εδώ

Πρoστατευμένο: Illustrations of antiquities of Greece by Reinach Salomon/ Απεικονίσεις των αρχαιοτήτων της Ελλάδας από τον Reinach Salomon

Αυτό το περιεχόμενο είναι προστατευμένο με κωδικό. Για να το δείτε εισάγετε τον κωδικό σας παρακάτω:

Η ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ/ ATHENS ACROPOLIS

Η Ακρόπολη ήταν τόσο η οχυρωμένη ακρόπολη όσο και το ιερό της αρχαίας πόλης των Αθηνών. Παρά το γεγονός ότι τα μεγάλα προγράμματα δημιουργίας του 5ου αιώνα π.Χ. κάλυψαν πολλά από τα προηγούμενα ερείπια, υπάρχουν ακόμα πολλές αρχαιολογικές αποδείξεις που αποδεικνύουν τη σημασία της Ακρόπολης σε όλες τις περιόδους του χρόνου. Κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού, η Ακρόπολη περιβάλλεται από ένα τεράστιο οχυρωματικό τείχος, όπως αυτά στις Μυκήνες και την Τίρυνθα στη νότια Ελλάδα. Το τείχος αυτό παρέμεινε σε χρήση πολύ μετά την κατάρρευση του μυκηναϊκού πολιτισμού, και λειτούργησε ως οχύρωση της Ακρόπολης για αρκετούς αιώνες. Έως τα μέσα του 8ου αιώνα π.Χ., αν όχι νωρίτερα, τουλάχιστον τμήμα της Ακρόπολης είχε εξελιχθεί σε ιερό της θεάς Αθηνάς, την προστάτιδα θεότητα της πόλης. Είναι πιθανό ότι ο πρώτος ναός της Αθηνάς Πολιάδος κατασκευάστηκε κατά την περίοδο αυτή, προκειμένου να στεγάσει ένα ξύλινο λατρευτικό άγαλμα της θεάς. Στο 2ο τέταρτο του 6ου αιώνα π.Χ., πιθανώς σε συνδυασμό με την αναδιοργάνωση των Παναθηναίων το 566 π.Χ., υπήρξε μια έκρηξη της αρχιτεκτονικής και γλυπτικής δραστηριότητας, και ο πρώτος μνημειακός, πέτρινος, δωρικός ναός της Αθηνάς χτίζεται πάνω την Ακρόπολη. Ένας άλλος μνημειώδης ναός κτίστηκε στα τέλη του 6ου αιώνα, και ένας ακόμη ξεκίνησε μετά τη νίκη των Αθηναίων επί των Περσών στον Μαραθώνα το 490 π.Χ. Ωστόσο, η Ακρόπολη κατελήφθη και καταστράφηκε από τους Πέρσες 10 χρόνια αργότερα (480 π.Χ.). Παρά το γεγονός ότι οι Αθηναίοι και οι υπόλοιποι Έλληνες νίκησαν τελικά τους ανατολικούς εχθρούς τους, η Ακρόπολη έγινε ερείπια. Στα μέσα του 5ου αιώνα, οι Αθηναίοι πείστηκαν από τον Περικλή για την ανοικοδόμηση των ναών της Ακρόπολης σε μεγάλη κλίμακα και έτσι κατασκευάστηκαν τα πιο διάσημα κτίρια στην Ακρόπολη – ο Παρθενώνας, το Ερέχθειο, τα Προπύλαια και ο ναός της Αθηνάς Νίκης.

Κατά την Ελληνιστική και τη Ρωμαϊκή περίοδο, πολλά περίτεχνα αφιερώματα στήθηκαν στην Ακρόπολη από ξένους (μη Αθηναίους) κυβερνώντες και πολιτικούς. Ενώ εξακολουθεί να λειτουργεί ως θρησκευτικό κέντρο, η Ακρόπολη, κατά μία έννοια, έγινε ένα είδος «μουσείου» ή «το θέατρο της μνήμης» που συνεδέε τις «ημέρες δόξας» της Αθήνας με τις νέες εξουσίες της ελληνιστικής και, αργότερα του ρωμαϊκού κόσμου. Το 267 μ.Χ. η Αθήνα καταστράφηκε μερικώς από γερμανικά φύλα που εισέβαλαν από τη βόρεια Ευρώπη. Στον απόηχο, ένα νέο τείχος χτίστηκε γύρω από την πόλη, που εκτείνεται από την Ακρόπολη βόρεια προς τη Βιβλιοθήκη του Αδριανού, ανατολικά για μερικές εκατοντάδες μέτρα, και τελικά πίσω νότια προς τις βόρειες και ανατολικές πλαγιές της Ακρόπολης. Η Ακρόπολη έγινε και πάλι μια σημαντική ακρόπολη, και η δυτική πλευρά ενισχύθηκε από μια νέα πύλη. Η νέα περιτείχιση εξασφάλισε επίσης μια σημαντική πηγή νερού, την Κλεψύδρα, εντός των οχυρώσεων της Ακρόπολης. Καθ ‘όλη την ύστερη αρχαιότητα και τον Μεσαίωνα μέχρι την απελευθέρωση της Ελλάδα από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στις αρχές του 19ου αιώνα, η Ακρόπολη παρέμεινε ένα στρατηγικό σημείο.

Αρχαιολογικές ανασκαφές, και η απαραίτητη διατήρηση, μελέτη και δημοσίευση των μνημείων, άρχισαν στη δεκαετία του 1830 αμέσως μετά την αυτοτέλεια Έλληνες, και συνεχίζουν μέχρι σήμερα.

πηγή: http://www.stoa.org/athens/sites/acropolis.html

The Acropolis was both the fortified citadel and state sanctuary of the ancient city of Athens. Although the great building programs of the 5th century B.C. have disturbed or covered many of the earlier remains, there is still a great deal of archaeological evidence attesting to the importance of the Acropolis in all periods of time. In the Late Bronze Age, the Acropolis was surrounded by a massive fortification wall like those at Mycenae and Tiryns in southern Greece. This wall remained in use long after the collapse of Mycenaean civilization, and functioned as the fortifications of the Acropolis for several centuries. By the middle of the 8th century B.C., if not earlier, at least part of the Acropolis had developed into the sanctuary of the goddess Athena, the patron divinity of the city. It is likely that the first temple of Athena Polias was constructed in this period in order to house a wooden cult statue of the goddess. In the 2nd quarter of the 6th century B.C., probably in association with the re-organization of the Panathenaic festival in 566 B.C., there was a burst of architectural and sculptural activity, and the first monumental, stone, Doric temple of Athena is built on the Acropolis. Another monumental temple was built towards the end of the 6th century, and yet another was begun after the Athenian victory over the Persians at Marathon in 490 B.C. However, the Acropolis was captured and destroyed by the Persians 10 years later (in 480 B.C.). Although the Athenians and other Greeks were eventually victorious over their eastern enemies, the Acropolis lay in ruins. In the mid-5th century, the Athenians were persuaded by the statesman Perikles to rebuild the temples on the Acropolis on a grand scale, and it is during the second half of the 5th century B.C. that the most famous buildings on the Acropolis — the Parthenon, the Erechtheion, the Propylaia, and the temple of Athena Nike, were constructed.

In the Hellenistic and Roman periods, many elaborate dedications were set up on the Acropolis by foreign (non-Athenian) rulers, general, and statesmen. While still functioning as a religious center, the Acropolis, in a sense, became a kind of «museum» or «theater of memory» linking the «glory days» of Athens with the new powers of the Hellenistic and, later, Roman world. In 267 A.D. Athens was invaded and partially destroyed by the Heruli from northern Europe. In the aftermath, a new fortification wall was built around the city, running from the Acropolis north to the Library of Hadrian, east for a few hundred meters, and then finally back south towards the North and East Slopes of the Acropolis. (The course of this «Post-Herulian» or Late Roman fortification wall is not completely known on the eastern side, and it is likely that they included part of the South Slope of the Acropolis as well). The Acropolis once again became an important citadel, and the western appoach was strengthened by a new gateway (the so-called Beulé Gate, named after an early archaeologist). The new circuit also secured an important source of water, the Klepsydra, within the fortifications of the Acropolis. Throughout late antiquity and the Middle Age up until the liberation of Greece from the Ottoman Empire in the early 19th century, the Acropolis remained a strategic and well-defended citadel.

Acropolis in 1834

Archaeological excavations, and the necessary conservation, study, and publication of the monuments, were begun in the 1830’s soon after Greek indepedence, and continue to the present day.

source:  http://www.stoa.org/athens/sites/acropolis.html