Οι Κυκλάδες αποτελούσαν ένα χώρο όπου οι επιρροές απο την ενετοκρατία αναμίχθηκαν με την ντόπια ελληνική κουλτούρα δημιουργώντας ένα ιδιαίτερο πολυτελές στυλ το οποίο αντανακλάται και στα κοσμήματα που έχουν διασωθεί απο τον 16ο-18ο αιώνα.
Χαρείτε τα!
Τμήμα χρυσού περιδεραίου, από τη Σίφνο, με συρματερό διάκοσμο και ενδιάμεσα μαργαριτάρια. Οι χάντρες ξεφεύγουν τόσο από το αμφικωνικό σχήμα των κρητικών παραδειγμάτων, όσο και από το σφαιρικό σχήμα των δωδεκανησιακών παραλλαγών. Μορφολογικά μοιάζουν περισσότερο με τα γνωστά μποτονάκια της Κρήτης, που ονομάζονταν έτσι γιατί στην αρχή τα χρησιμοποιούσαν ως κουμπιά στα μανίκια τους. (ΓΕ 2106) Μουσειο ΜπενακηΖευγάρι χρυσά σκουλαρίκια που το καθένα σχηματίζει μια κατακόρυφη σειρά από στοιχεία: ένα φιόγκο, ένα πουλί με ανοιχτά φτερά, ένα κωδωνόσχημο στοιχείο, και ένα σταυρό Μάλτας, από τον οποίο κρέμονται μαργαριτάρια. Τα σκουλαρίκια αυτά, που θα έφταναν ώς τους ώμους, όπως τα βυζαντινά περπενδούλια, πρέπει να συνοδεύονταν από ένα επιμετώπιο διάδημα. (ΓΕ 7666) Μουσείο ΜπενακηΚυκλαδίτικο δαχτυλίδι απο την έκθεση Vanity 2016 του Αρχ Μουσείου Μυκόνου πηγηΜενταγιον απο την έκθεση Vanity 2016 του Αρχ Μουσείου Μυκόνου πηγηΧρυσά σκουλαρίκια με χωνοειδή στοιχεία και μαργαριτάρια. Από τα νησιά του Αιγαίου, 19ος αι. (ΓΕ 7266), Μουσείο ΜπενάκηΣτο κέντρο κρεμαστά λαιμού απο τη Σίφνο, τριγύρω αλυσίδες απο την Πάτμο Μουσείο Μπενάκη
Μυκονιάτικα σκουλαρίκια απο την έκθεση Vanity του Αρχ. Μουσείου Μυκόνου που έγινε το 2016, σχέδιο 18ου αι. Νεώτερη αναπαραγωγή, 1970. Πηγή: Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων. πηγη
Η αλλαγή του χρόνου συνοδεύεται πάντα με την κοπή μιας πίτας – ενός γλυκίσματος όπως συνηθίζεται σήμερα – γνωστού σε όλους ως Βασιλοπιτα. Και αλήθεια είναι οτι η Βασιλοπιτα είναι ένα έθιμο που κρατιέται πατροπαράδοτα απο γενιά σε γενιά και δεν νοείται πρωτοχρονιά δίχως την παρουσία της.
Ωστόσο λίγοι γνωρίζουν οτι οι ρίζες του εθίμου αυτού μας οδηγούν στην μακρινή αρχαία Ελλάδα. Οι αρχαίοι πρόγονοί μας συνήθιζαν σε μεγάλες αγροτικές γιορτές να προσφέρουν άρτους στους Θεούς. Τέτοιες γιορτές ήταν τα Θαλύσια, γιορτή του θερισμού προς τιμήν της Θεάς Δήμητρας όπου προσέφεραν την απαρχή των δημητριακών και έφτιαχναν τον «Θαλύσιο άρτο» και τα Θαργήλια, γιορτή του Απόλλωνα, οπότε έψηναν τον «θάργηλο» ή την «ευετηρία».
Αλλά κατεξοχήν προσφορά άρτου γινόταν στα Κρόνια, γιορτή που τελούνταν την νύχτα της εαρινης ισημερίας (21 Ιουνίου – 12η μέρα του μήνα Εκατομβαιώνος σύμφωνα με το αρχαίο ημερολόγιο). Η γιορτή αυτή περιλάμβανε ευχαριστήριες θυσίες για το τέλος της συγκομιδής, και κάθε νοικοκυριό θα έπρεπε να προσφέρει ως θυσία στον Κρόνο, άρτο και φρούτα. Για να μνημονευθεί, μάλιστα, η εποχή του χρυσού αιώνα της βασιλείας του Κρόνου (προτού τον εκθρονίσει ο γιος του Ζευς), κατά την οποία μεταξύ των ανθρώπων επικρατούσαν ευδαιμονία και ελευθερία, επέτρεπαν στους δούλους να συμπεριφέρονται ως ελεύθεροι. Την ημέρα αυτή επίσης οι δούλοι θα έπρεπε να κάθονται στο ίδιο τραπέζι με το αφεντικό ως αποζημίωση για τον τόσο κόπο που έκαναν στην συγκομιδή της σοδειάς.
Τα Κρόνια (που κατά παραφθορά μπορούν να γίνουν και Χ-ρόνια) κατά τη ρωμαϊκή εποχή συνδέθηκαν με τον θεό Saturnus, τον αντίστοιχο Θεό του ρωμαϊκού πανθέου και εορτάζονταν στις 17 Δεκεμβρίου με παρόμοιο τρόπο. Η γιορτή αυτή περιλάμβανε δημόσια αργία, καθώς και διάφορα έθιμα, όπως την ανταλλαγή μικρών δώρων ή υπαίθριες αγορές. Είναι ενδιαφέρον οτι την ημέρα της γιορτής και για τις επόμενες τρείς ημερες αναστέλλονταν η απαγόρευση στα τυχερά παιχνίδια, τα οποία επιτρέπονταν ακόμα και για τους δούλους.
Κατά την 21η και την 22α Δεκεμβρίου γινόταν αγορά, στην οποία πωλούσαν αγαλματίδια που ονομάζονταν σιγιλάρια (sigillaria). Σύμφωνα με το έθιμο, οι εορτάζοντες έπρεπε να αγοράζουν τέτοια αγαλματάκια και να τα προσφέρουν στους γνωστούς και φίλους τους, ευχόμενοι «Bona Saturnalia». Οι πλούσιοι μοίραζαν στους φτωχούς γενναία χρηματικά βοηθήματα. Μεταξύ των δώρων ήταν και λαμπάδες, επειδή, όπως πίστευαν, το φως τους ενίσχυε το φως τού ηλίου, το οποίο ελαττωνόταν την εποχή αυτή.
Τις περισσότερες πληροφορίες για τις τελετές των Σατουρναλίων μνημονεύει ο Λατίνος συγγραφέας του 5ου μΧ αιώνα Μακρόβιος στο έργο του «Saturnalia». Τα Σατουρνάλια διατηρήθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια των ρωμαϊκών αυτοκρατορικών χρόνων, μέχρι τον 5ο μ.Χ. αιώνα, οπότε καταργήθηκαν υπό την επίδραση του Χριστιανισμού. Ωστόσο, πολλά από τα έθιμά τους (ανταλλαγή δώρων, γλέντια, χαρτοπαιξία κ.ο.κ.) διατηρήθηκαν και μεταβιβάστηκαν στον εορτασμό της Πρωτοχρονιάς.
Για να πάμε τώρα στη Βασιλόπιτα. Η πίτα αυτή, που ανήκει στα αγροτικά ελληνικά έθιμα σχετίζεται με τον Μέγα Βασίλειο γι αυτό και φέρει το όνομά του. Η παράδοση λέει οτι στην πόλη Καισάρεια όπου ήταν επίσκοπος ο Μέγας Βασίλειος ένας σκληρός έπαρχος της Καισαρείας, επέβαλε βαρύτατους φόρους για να αγοραστούν πολεμικά εφόδια εκείνης της εποχής για την αυτοκρατορία ή για να εξαγοραστούν αιχμάλωτοι πολέμου.
Μη έχοντας οι κάτοικοι να πληρώσουν, κατέφυγαν στον επίσκοπό τους. Τότε ο Άγιος τους προέτρεψε να μαζέψουν όλα τα κοσμήματα των γυναικών τους και να τα βάλλουν σε ένα κιβώτιο.
Ύστερα από λίγες μέρες, ο Άγιος πήρε το κιβώτιο με τα κοσμήματα και πήγε στον έπαρχο για να τα παραδώσει. Ο έπαρχος όμως δεν τα πήρε, Η μία έκδοση λέει ότι ντράπηκε μπροστά στην αγιότητα και στην μεγάλη αυτή μορφή του Μεγάλου Βασιλείου, και η άλλη εκδοχή λέγει ότι δεν τα δέχτηκε επειδή εν τω μεταξύ είχαν απελευθερωθεί οι αιχμάλωτοι. Είτε το ένα ισχύει είτε το άλλο, πάντως τα κοσμήματα επεστράφησαν.
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή του μύθου ένας αχόρταγος στρατηγός – τύραννος της περιοχής, ζήτησε κάποια μέρα να του δοθούν όλοι οι θησαυροί της πόλης αλλιώς θα την πολιορκούσε για να τη λεηλατήσει.
Ο Μέγας Βασίλειος ολόκληρη τη νύχτα προσευχόταν να σώσει ο Θεός την πόλη. Ξημέρωσε η νέα μέρα και ο στρατηγός αποφασισμένος με το στρατό του περικύκλωσε αμέσως την Καισαρεία. Τότε ο Άγιος παρακάλεσε τους χριστιανούς να φέρουν απο τα σπίτια τους ότι χρυσαφικά είχαν για να γλιτώσουν την πόλη τους και ο κόσμος τα έφερε και τα μάζεψε σε ένα σωρό. Κάλεσε λοιπον ο Μέγας Βασίλειος το στρατηγό και του τα πρόσφερε.
Αλλά όμως εκεί που πήγε να βάλει χέρι ο αχόρταγος δυνάστης πάνω στα κοσμήματα του κόσμου, φάνηκε μια λάμψη και αμέσως μετά ένας λαμπρός καβαλάρης όρμησε με το στρατό του επάνω στον σκληρό στρατηγό και τους δικούς του. Σε ελάχιστο χρόνο ο κακός στρατηγός και οι δικοί του αφανίστηκαν. Ο λαμπρός καβαλάρης ήταν ο Άγιος Μερκούριος και στρατιώτες του οι άγγελοι.Έτσι σώθηκε η πόλη της Καισαρείας.
Όπως και να έχει το πράγμα ο Μέγας Βασίλειος τελικά βρέθηκε σε δύσκολη θέση! Θα έπρεπε να δώσει πίσω τα χρυσαφικά στους κατοίκους της Καισάρειας και να πάρει ο καθένας ό,τι ήταν δικό του. Αλλά πώς θα ήξερε σε ποιόν ανήκε τι; Προσευχήθηκε λοιπόν και μετά κάλεσε τις γυναίκες να ζυμώσουν όλες από ένα ψωμάκι. Μέσα στον καθένα άρτο έβαζε και ένα χρυσαφικό. Όταν αυτά ετοιμάστηκαν, τα μοίρασε τυχαία, σαν ευλογία στους κατοίκους της πόλης της Καισαρείας. Η παράδοση λέει οτι κατά θαυμαστό τρόπο καθένας πήρε ο,τι πραγματικά του ανήκε.
Εις ανάμνηση της ιστορίας αυτής και σήμερα στην Βασιλόπιτα κρύβουμε ένα νόμισμα που θεωρείται γούρι και τύχη για αυτόν που θα το κερδίσει. Η λέξη «γούρι» θεωρείται πως προέρχεται από το λατινικό augurium (του ρήματος auguro = αυξάνω), που σημαίνει οιωνός ή και από τη τουρκική λέξη uğur. Γενικά το νόμισμα θεωρείται αντιβασκάνιο φυλαχτό και ιδίως αν είναι κωνσταντινάτο.
Παλιότερα στη Βόρεια Εύβοια μέσα στην Βασιλόπιτα έκρυβαν τρια κλαδάκια. Ένα απο αμπέλι, ένα απο στάχυ και ένα απο πουρνάρι. Σε όποιον τύχαινε το κλαδάκι αμπελιού έλεγαν θα γινόταν καλός αμπελουργός, αυτός με το στάχυ, καλός γεωργός, και εκείνος που θα πετύχαινε το πουρνάρι, καλός τσοπάνος.
Οι λαογράφοι συνδέουν επίσης τη βασιλόπιτα με τα «μελίπηκτα» τις αρχαίες προσφορές τόσο προς τους θεούς όσο και προς τους νεκρούς ή τους κακούς δαίμονες για την εξασφάλιση της υγείας και της καλής τύχης. Σε αυτή τους την άποψη συνεπικουρεί ο τρόπος κοψίματος της Βασιλόπιτας απο τον πατέρα- αρχηγό της οικογένειας αφού πρώτα τη σταυρώσει με το μαχαίρι και ευχηθεί καλή χρονιά. Τα πρώτα κομμάτια είναι του Χριστού, της Παναγίας, του Αγίου Βασίλη, του σπιτιού (το πνεύματα της οικίας), του φτωχού, (των μαγαζιών, των κτημάτων και των ζώων αν υπάρχουν) και μετά ακολουθούν τα μέλη της οικογένειας με τη σειρά και οι υπόλοιποι παρευρισκόμενοι.
Σας εύχομαι καλή χρονιά με υγεία , χαρά και κάθε καλό!
Για κάποιον που αγαπά τον λαϊκό πολιτισμό και τις παραδοσιακές φορεσιές και χορούς μια επίσκεψη στο Εθνολογικό Λαογραφικό Μουσείο Μακεδονίας Θράκης είναι επιβεβλημένη! Το Μουσείο ιδρύθηκε το 1970 και στεγάζεται στο διατηρητέο κτίριο του 20ού αιώνα, γνωστό ως «Villa Modiano», κατοικία του τραπεζίτη Yiako Modiano και της οικογενείας του. Η βίλα ήταν επίσης γνωστή ως κατοικία του «Παλιού Κυβερνήτη» επειδή φιλοξενούσε κάθε χρόνο τον διοικητή της Μακεδονίας και αργότερα τον Υπουργό της Βορείου Ελλάδος.
Φορεσια απο το Σουφλί Έβρου
Αν και η αυλή του είναι υπέροχη για να πιει κάποιος καφέ μια ηλιολουστη μέρα, ( 2500 τετραγωνικά μέτρα, σχεδόν το μισό της αρχικής περιουσίας του Μοντιάνο) εμείς θα σταθούμε στο εσωτερικό του Μουσείου που ήταν πολύ ενδιαφέρον και αξίζει τον κόπο να επισκεφτείτε ιδίως αν έχετε παιδιά, και θα θέλατε να τα ξεναγήσετε τον τρόπο ζωής των παλιότερων γενεών, καθως το Μουσειο περιλαμβάνει πολλές αλληλεπιδραστικές δράσεις
Φορεσια Πυλαια Θεσσαλονικης και πλάτη Δρυμός Θεσσαλονικης
Στο εσωτερικό του μουσείου φιλοξενούνται συλλογές σχετικές με τις ανθρώπινες δραστηριότητες (γεωργία, κτηνοτροφία κ.α.) και τεχνικές επεξεργασίας (υφανση, ράψιμο, κέντημα, ξυλογλυπτική, μεταλλοτεχνία, κεραμικά) για την κάλυψη των βασικών αναγκών της κοινότητας για τρόφιμα, στέγη, ένδυση καθώς και για την κοινωνική οργάνωση και την πνευματική ζωή των ανθρώπων που ζούσαν στο Βόρειο Ελλαδικό χώρο.
Οι συλλογές αποτελούνται από αντικείμενα που προέρχονται από την προ-βιομηχανική εποχή, κυρίως από τις περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης.
Φορεσια Πομάκας απο τη Σμίνθη Νομού Ξάνθης
Αντιπροσωπεύουν τον τρόπο ζωής των ανθρώπων μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα τόσο στην ύπαιθρο, όσο και στην πόλη. Όσον αφορά την ποσότητα και την ποικιλία τους, πρόκειται για μία από τις πλουσιότερες συλλογές του είδους σε όλη την Ελλάδα.
Σε αυτή την ανάρτηση θα δούμε κάποιες απο τις 55 φορεσιές της μόνιμης συλλογής του Μουσείου και θα επανέλθουμε σε άλλη ανάρτησή μας με κοσμήματα και κεφαλόδεσμους.
Μια έκθεση παραδοσιακών φορεσιών του Μουσείου Μπενάκη υπο την αιγίδα της Βασίλισσας Φρειδερίκης, αποτέλεσε την αφορμή για αυτό το βιβλίο που κυκλοφόρησε στα 1959-1960 και αναφέρεται γενικά στην ελληνική παραδοσιακή φορεσιά, την τέχνη των ραφτάδων, και σε αρκετές συναφείς παραδοσιακές τέχνες όπως η μεταλλουργία, η δημιουργία δαντέλας, το σκάλισμα σε ξύλο, η αγγειοπλαστική και το κέντημα.
Η φορεσιά της Πάτμου έχει ως μεγαλύτερη πολυτέλεια τα βαρύτιμα κοσμήματα που υποδηλώνουν και την οικονομική ευμάρεια του νησιού που εθεωρείτο ένα από τα πλουσιότερα του Αιγαίου.
Απο την εφημερίδα «Ροδιακή» και το βιβλίο της Αθηνάς Ταρσούλη «Δωδεκάνησα» (εκδ. «Αλφα»-Σκαζίκης Ι.Μ. (εν Αθήναις), 1950) αντλούμε πληροφορίες για τα κοσμήματα της φορεσιάς και σας τις παραθέτουμε για να μάθουμε όλοι περισσότερα για τον πολιτισμό αυτού του μοναδικού νησιού του Νοτίου Αιγαίου.
«Σε αρχαιότερες εποχές ανάλογα με την υλική ευπορία της νύφης, τη φορεσιά αποτελούσαν χρυσοΰφαντα και χρυσόπαστα βαρύτιμα πολύχρωμα υφάσματα της Ευρώπης.
Ο κεφαλόδεσμος της ή το λεγόμενο πόσι, στολιζόταν γύρω-γύρω με χρυσοσμαλτομένα κουδουνάκια (καμπάνες), χρυσά σκουλαρίκια εκρέμονταν από τ’ αυτιά της, βραχιόλια με πόρκες και άλλα κοσμήματα εστόλιζαν τα χέρια της, στο λαιμό και στο στήθος της φορούσε χρυσό περιδέραιο, αρμαθούς από μαργαριτοφόρα πλέγματα απ’ όπου εκρέμονταν διάφορα παλιά χρυσά νομίσματα ντούμπλες ή ισπανικά και πορτογαλικά τάληρα ή βενέτικα μεγάλα φλωριά (αμυγδαλάτα) και άλλα διάφορα χρυσά πλέγματα σε πολλές σειρές που εσκέπαζαν τα στέρνα της.»
Xρυσό περιδέραιο με σμάλτα και μαργαριτάρια. Στο εξαρτημένο εγκόλπιο, σύνθεση με δύο παγώνια γύρω από έναν κεντρικό τροχό με το χριστόγραμμα. Δωδεκάνησα, 17ος-18ος αι. Mήκος 0,52 μ. Ύψος εγκολπίου 0,12 μ. Aποκτήθηκε με τη συνδρομή της Eλένης Παρασκευά (ΓΕ 32943) Μουσείο ΜπενάκηΧρυσό σκουλαρίκι με σμάλτο και μαργαριτάρια. Από την Πάτμο, 18ος αι. Μήκ. 0,047 μ. (ΕΑ 806)Μουσείο Μπενάκη
«Αυτά τα πλέγματα ή κοσμήματα ήταν η λεγόμενη σκάλα από σειρά μαργαριτάρια που είχαν στη μέση χρυσό σφαιρικό χρυσαφικό το μονόκουκο. Ύστερα τα μονόκουκα συχαντρίκια, περιδέραιο με ψαθωτό πλέγμα, ο σκόλοπας, σειρά μαργαριτάρια με μια χρυσή σφαίρα στη μέση κρεμασμένη τη λεγόμενη μήλον.»
Χρυσό περιδέραιο με είκοσι δύο διάτρητα ρομβοειδή στοιχεία, τονισμένα με περίκλειστο σμάλτο, από το οποίο εξαρτάται εγκόλπιο με μικρογραφικές παραστάσεις της Παναγίας στη μία πλευρά και της αγίας Αικατερίνης στην άλλη. Πάτμος, μέσα 18ου αι. Μήκος 0,33 μ. (ΕΑ 601)Μουσείο ΜπενάκηBαρύτιμο χρυσό εγκόλπιο σε σχήμα καραβέλας, διακοσμημένο με πολύχρωμα σμάλτα και μαργαριτάρια. Πάτμος, 17ος αι. Ύψος 0,14 μ. Δωρεά Eλένης Σταθάτου (ΓΕ 7669)Μουσείο Μπενάκη
«Ακόμη το χρυσό αλυσίδι ή ο στρεπτός, ο κάβουρας γεμάτος μαργαριτάρια και πολύτιμα πετράδια, οι καμπάνες, τα αλυσίδια, το λουλούδι, ή άλυσος η χρυσή με τα επτά εγκόλπια και το δικέφαλο αετό ανάμεσα τους κι άλλη μια πιο κάτω το μαλαματένιο καράβι, το μαλαματένιο ψαράκι, η άλυσος η μηλάτη, τα αλυσίδια, τα φουσκάτα, τα φουσκοκάμπανα.
Της έραβαν ακόμη στην κορφή του καπέλου δικέφαλους αετούς όπως και μ’ αυτούς ήταν στολισμένα τα πασουμάκια της που συμπλήρωναν τα χρυσοκέντητα φορέματα, ενώ στα δάκτυλα της έλαμπαν πολύτιμες πέτρες καλούμενες «κουρούνδια», δηλαδή διάφορα γαλάζια ζαφείρια, ζουμπρούτια, λυχνίτες, γρανάτες, υάκινθος, όνυχες τοπάζια της ανατολής, ξανθά «εξ αιματικών λίθων», περουζέδες για την βασκανία tourguoises ή γαλάζιοι, διαμάντια κ.α».
Χρυσά σκουλαρίκια με κρεμαστές καραβέλες, διακοσμημένα με τη συρματερή τεχνική, με πολύχρωμα σμάλτα και μαργαριτάρια. Σίφνος, 17ος αι. Ύψος 0,12 μ. Δωρεά Eλένης Σταθάτου (ΓΕ 7670)Μουσείο ΜπενάκηΧρυσά σκουλαρίκια με κρεμαστές καραβέλες, διακοσμημένα με τη συρματερή τεχνική, με πολύχρωμα σμάλτα και μαργαριτάρια. Πάτμος, 17ος αι. Ύψος 0,11 μ. (ΓΕ 7324)Μουσείο Μπενάκη17ου αιώνα κοσμήματα απο την Πάτμο, Μουσείο Μπενάκη
O σταυρός είναι ένα κόσμημα που συναντάμε στην ελλαδική παράδοση συχνά σε αστικές και νησιώτικες φορεσιές. Στις αστικές συνήθως είναι μικρότερος αλλά στις νησιώτικες είναι μεγαλύτερος, περίτεχνος και κρέμεται συχνά από ιδιαίτερα συρματερά κολιέ. Σταυρούς συναντάμε κυρίως να φορούν γυναίκες της Πάτμου, της Κρήτης, της Κέρκυρας, σαφώς αυτές της ανώτερης τάξης, καθώς τα ιδιαίτερα αυτά στολίδια απευθύνονταν σε πλούσιες οικογένειες. Ας θαυμάσουμε σήμερα κάποια ιδιαίτερα κομμάτια από γυναικείους σταυρούς του Αιγαίου και του Ιονίου, τα περισσότερα απο τα οποία προέρχονται απο τη συλλογή του Μουσείου Μπενάκη.
Χρυσό περιδέραιο με διάτρητο διάκοσμο, σμάλτο, μαργαριτάρια και κρεμαστό σταυρό, από την Πάτμο. Aνάλογης επεξεργασίας σταυροί, χωρίς σμάλτο, απαντούν κατά τον προχωρημένο 18ο αι. σε επιστήθια της Kέρκυρας. Αν και καταγράφεται με προέλευση την Πάτμο, ανήκει μορφολογικά στα ανάλογου τύπου κοσμήματα της Επτανήσου. Μέσα 18ου αι. Mήκ. αλυσίδας 0,84, ύψ. σταυρού 0,14 μ. (ΕΑ 626)Χρυσά εξαρτήματα επιστήθιου κοσμήματος με μαργαριτάρια: δύο συρματεροί σταυροί και ένα εγκόλπιο, το οποίο αρχικά θα πρέπει να ήταν ποικιλμένο με σμάλτο. Κέρκυρα, τέλη 18ου-αρχές 19ου αι. Ύψος 0,145 μ., 0,135 μ. και 0,13 μ. (ΕΑ 1517) Μουσείο Μπενάκη
Ενδιαφέρουσα είναι η μορφολογία αυτών των σταυρών που μοιάζουν με επισκοπικούς σταυρούς και αποτελούνται από «κορώνα» στο πάνω μέρος και απο κάτω βρίσκεται ο σταυρός, πολλές φορές τετραγωνισμένος, στη μορφή του σταυρού της Μάλτας. Σύμφωνα με τη Wikipedia «Ο σταυρός έχει οκτώ ακίδες και συμβολίζει τους οκτώ μακαρισμούς της Επί του Όρους ομιλίας του Ιησού Χριστού. (Ματ. 5:3-10) Οι τέσσερις ακίδες που δείχνουν προς το κέντρο συμβολίζουν τις τέσσερις αρετές: Σοφία. Δικαιοσύνη, Θάρρος, Μετριοφροσύνη».
Χρυσός σταυρός, εξάρτημα επιστηθίου κοσμήματος, κατασκευασμένος από διάτρητο φύλλο χρυσού με επικολλημένο συρματερό διάκοσμο, λίθους και μαργαριτάρια. Ανάλογης μορφολογίας σταυροί απαντούν και στην Πάτμο. Κέρκυρα, 18ος-19ος αι. (ΓΕ 29969)Μουσείο Μπενάκη
Οι σταυροί διακοσμούνται επίσης με μαργαριτάρια, χαρακτηριστικός ημιπολύτιμος λίθος της αστικής τάξης και χρωματιστούς ημιπολύτιμους λίθους.
Επίχρυσο σταυροειδές επιστήθιο κόσμημα με βαθυγάλαζο σμάλτο. Μήκ. 0,305 μ. (ΕΑ 419) Μουσείο ΜπενάκηΟ Σταυρός της Μαντώς Μαυρογένους απο την έκθεση Vanity στη Μύκονο 2016
Η ίδρυση του ελληνικού κράτους και η τοποθέτηση του Βασιλιά Όθωνα και της συζύγου του Αμαλίας στον ελληνικό θρόνο, είχε ανάμεσα στα άλλα και ένα ενδυματολογικό αποτέλεσμα. Τη δημιουργία μιας νέας αστικής φορεσιάς που είναι γνωστή με το όνομα «Αμαλία» η οποία έγινε και σήμα κατατεθέν του ελληνικού στοιχείου παγκοσμίως.
Αιτία της δημιουργίας της; Μια γυναίκα φυσικά. Η ίδια η βασίλισσα Αμαλία, η οποία στην προσπάθειά της να δημιουργήσει μια στολή για τις κυρίες της Βασιλικής Αυλής έκανε μια δική της μόδα, τη μόδα της «Αμαλίας», η οποία περιβεβλημένη με την βασιλική αίγλη διεσπάρη σε όλη την ελληνική επικράτεια. Πηγές μας οι συλλογές των Μουσείων αλλά και οι οικογενειακές φωτογραφίες του Φίλιππου Μαργαρίτη και του Πέτρου Μωραϊτη που ρίχνουν άπλετο φως στην εποχή.
Ανήκε στην Κονδύλω Γ. Κουντουριώτη, σύζυγο του Αθανασίου Μιαούλη, υπασπιστή του βασιλέως Όθωνα και πρωθυπουργού της Ελλάδος. Αρ. κατ. 2708 Εθνικό Ιστορικό Μουσείο
Όταν έφθασε στην Ελλάδα ως σύζυγος του βασιλιά το 1837, η Βασίλισσα Αμαλία άσκησε άμεση επίδραση στην κοινωνική ζωή και τη μόδα. Κατάλαβε από νωρίς ότι η ενδυμασία της οφείλει να μιμηθεί αυτή των νέων υπηκόων της, και έτσι δημιούργησε ένα ρομαντικό αυλικό ένδυμα, το οποίο έγινε το εθνικό γυναικείο ένδυμα, γνωστό ως Αμαλία.
Η συγκεκριμένη αμφίεση ακολουθεί το ευρωπαϊκό ύφος Biedermeier, που έδινε έμφαση στις λιτές γραμμές και την ελάχιστη διακόσμηση, αν και επειδή η αστική τάξη ανέβαινε διαρκώς υπήρξε στην πορεία μια υπερβολή στον πλούτο των φουστανιών και στα κοσμήματα. Το σύνολο περιλάμβανε φουστάνι από πολύτιμη στόφα, συχνά χρυσοΰφαντη, σε έντονο χρώμα, κόκκινο ή μπλε συνήθως, με μπούστο ανοιχτό για να φαίνεται η ολοκέντητη τραχηλιά του πουκάμισου και φαρδιά μανίκια καμπυλωτά στο κάτω μέρος και ανοιχτά απο την εσωτερική πλευρά. Από πάνω φορούσαν το κοντό νησιώτικο ζακέτο, το κοντογούνι, βελούδινο, συνήθως σε σκούρο χρώμα, χρυσοκεντημένο και πάρα πολύ εφαρμοστό, άλλοτε γαρνιρισμένο και με γούνα. Στο κεφάλι φοριέται το φέσι ή το καλπάκι. Το φέσι που αρχικά ήταν μεγάλο, το φορούσαν οι παντρεμένες με πολλούς τρόπους, κυρίως λοξά. Μεγάλη σημασία είχε η φούντα του, το παπάζι, καμωμένη από χρυσές κλωστές, πλεγμένες κοτσίδα, συχνά με τον κόμβο του Ηρακλέως και στολισμένες με μαργαριτάρια ή πούλιες. Το καλπάκι φοριόταν από τις ανύπαντρες γυναίκες. Τα κοσμήματα ήταν κυρίως ευρωπαϊκής τέχνης.
Αυτή η ενδυμασία έγινε η συνηθισμένη φορεσιά όλων των Χριστιανών αστών γυναικών που κατοικούσαν σε πόλεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα Βαλκάνια και φοριόταν ως το Βελιγράδι. (πηγη)
Αθήνα 1860 περ. Η Βιλελμίνη φον Ράϊνεκ [γεν. 1831 – † 1904] μια απο τις κυρίες των τιμών της βασίλισσας ΑμαλίαςΦίλιππος Μαργαρίτης, κυρία με φορεσιά Αμαλίας 1855Αικατερίνη Μάρκου Μπότσαρη Πρώτη Κυρία των Τιμών της Αμαλίας. Επειδή ήταν πολύ όμορφη της έδωσαν το προσωνύμιο Ρόζα (Τριαντάφυλλο) Φοράει χρυσοποίκιλτο κοντογούνι
Η φορεσιά της Αμαλίας έγινε δημοφιλής στην Ευρώπη το 1844 μέσω της Ρόζας Μπότσαρη όπως μας λέει ο Γιάννης Καιροφύλλας στο βιβλίο του «Η Αθήνα στου Όθωνα τα χρόνια». Η εκπληκτική ομορφιά της κοπέλας που συνόδευσε τη βασίλισσα στην Βαυαρία, έκανε όλους τους πλανόδιους που πουλούσαν χαλκογραφίες στις όχθες του Ρήνου να πωλούν εικόνες με τη μορφή της, με αποτέλεσμα να συσχετιστεί η αυλική αυτή ενδυμασία με την Ελλάδα.
ΠΕΤΡΟΣ ΜΩΡΑΪΤΗΣ. Η ΑΣΠΑΣΙΑ ΚΑΡΠΟΥΝΗ, ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΝΕΟΤΕΡΕΣ ΚΥΡΙΕΣ ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ ΤΗΣ ΑΜΑΛΙΑΣ. ΠΡΩΙΜΗ CDV (CARTE DE VISIT) ΤΟΥ ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΥ, ΜΕ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΗ ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΣΤΟ ΠΑΣΠΑΡΤΟΥ, περ. 1860 κόρη του Ιωάννη Καρπούνη απο το Μεσολόγγι (ΣΥΛΛΟΓΗ ΑΛΚΗ ΞΑΝΘΑΚΗ). πηγη
Αργότερα, οι κυρίες φόρεσαν το κοντογούνι πάνω απο τα αστικά τους φορέματα και στο τέλος αφαίρεσαν και το φέσι με το παπάζι, συμπληρώνοντας τη φορεσιά με καπέλα με βέλο.
Philippos Margaritis, A Greek Lady, c. 1855, salt print, 20 x 16 cm. πηγη
Μωραΐτης, Πέτρος Πορτραίτο γυναίκας με αστική φορεσιά. Για την ακρίβεια απο το ενδυματολογικό σύνολο το μόνο που μας θυμίζει Αμαλία είναι το κοντογούνι. Τα υπόλοιπα ακολουθούν την ευρωπαϊκή μόδα, όπως το καπέλο χωρίς φούντα και η εξωτερική γούνα elia.org
Σε συνέχεια προηγούμενης ανάρτησης για τις ελληνικές -κυρίως γυναικείες – φορεσιές όπως αποδίδονται μέσα απο φωτογραφίες που λήφθηκαν στα στούντιο φωτογράφων του 19ου αιώνα σήμερα σας παρουσιάζω κάποια δείγματα για να καταλάβετε τι εννοώ. Μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους το 1833, και την ανάγκη προβολής και ανάδειξης της ελληνικής ταυτότητας, η παραδοσιακή φορεσιά των χωρικών της υπαίθρου πέρασε απο το χρηστικό στάδιο στο συμβολικό, μετατράπηκε σε ένα «σύμβολο ελληνικότητας».
Τότε, οι φωτογράφοι της εποχής, ανάμεσα στους οποίους ο Μωραϊτης, αλλά και άλλοι φωτογράφοι που είχαν έδρα σε αστικά κέντρα σε Ελλάδα και εξωτερικό, συγκέντρωσαν έναν αριθμό αυθεντικών τοπικών ενδυμασιών από διάφορα μέρη της υπαίθρου, ακόμα και από περιοχές που ήταν ακόμα τουρκοκρατούμενες και προέτρεπαν τους πελάτες τους να φωτογραφίζονται με αυτές. Μάλιστα, όταν η ροή των περιηγητών αυξήθηκε και η επιθυμία να έχουν κάτι ελληνικό μεγάλωσε, αρκετοί φωτογράφιζαν μοντέλα με τις φορεσιές και πουλούσαν τις φωτογραφίες ως καρτ βιζίτ, για να έχουν οι επισκέπτες μια ανάμνηση όταν γύριζαν στη χώρα τους. Έχοντας στα χέρια αυτές τις κάρτες, αρκετοί λιθογράφοι και εικονογράφοι των περιηγητικών εκδόσεων, αποτύπωσαν σε λιθογραφίες τα εικονιζόμενα πρόσωπα και κόσμησαν με εικόνες τα βιβλία των περιηγητών.
Κάποιες φορές η απεικόνιση της φορεσιάς στη φωτογραφία είναι επαρκής, αν ο φωτογράφος είχε στη διάθεσή του μια πλήρη φορεσιά και γνώριζε πώς να επιμεληθεί ενδυματολογικά σωστά το μοντέλο του. Αρκετές φορές όμως αυτό που βλέπουμε είναι ένα σύνολο αταίριαστων στοιχείων, που προσπαθούν να μιμηθούν μια παραδοσιακή ενδυμασία. Κι αυτό οφείλεται στο γεγονός πώς τα εικονιζόμενα πρόσωπα δεν έχουν το βίωμα της ενδυμασίας, είναι κατά κανόνα πρόσωπα της αστικής τάξης με διαφορετική κουλτούρα και απλώς ο στόχος είναι να δημιουργηθεί η αίσθηση της ελληνικότητας, παρά να αποτυπωθεί πιστά η φορεσιά. Πολλές φορές βλέπουμε φορεμένα τα ρούχα με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που συνηθιζόταν ή να υπάρχει κάποιο ανακάτεμα ρούχων απο διαφορετικές περιοχές ή συμπληρωματική προσθήκη κοσμημάτων ή ρούχων για τις ανάγκες της φωτογράφησης που τελικά μας οδηγεί σε εσφαλμένα συμπεράσματα σε σχέση με την ιστορία της φορεσιάς.
Δεν έχει λοιπόν σημασία μόνο το οτι μπροστά μας έχουμε μια παλιά φωτογραφία φερ’ ειπείν του Πέτρου Μωραϊτη, του οποίου το έργο μελετάμε σήμερα, αλλά ο ερευνητής θα πρέπει να λάβει υπόψη του και άλλα επιπλέον στοιχεία που σχετίζονται με την τοπική παράδοση και να κάνει συγκριτική ανάλυση με άλλες φωτογραφίες. Να θυμάστε πάντα οτι οι «χωριατοπούλες» ήταν συνήθως κυρίες της αστικής τάξης που πόζαραν στο φωτογραφικό φακό, και δεν είχαν – όπως και σήμερα – μεγάλη γνώση σχετικά με το πώς πραγματικά φοριούνταν τα ρούχα στις εκάστοτε τοπικές κοινωνίες. Σκεφτείτε οτι απο το 1860 και μετά η αστική τάξη φορούσε στη συντριπτική της πλειοψηφία τη μόδα της Ευρώπης, οπότε η ουσιαστική γνώση της φορεσιάς χάθηκε στα αστικά κέντρα και έμεινε μόνο η ανάμνηση…
Π. Μωραϊτης c.1880
Πάνω σε αυτό θα σας δώσω το παρακάτω παράδειγμα απο το έργο του Π. Μωραϊτη και το αρχειο του elia.org. Στην πρώτη φωτογραφία βλέπουμε τη Βασιλική Κ. Βούρου με κεφαλόδεσμο που παραπέμπει σε κερκυραϊκη ή ιταλική φορεσιά και συμπληρωματικές προσθήκες πάνω στα αστικά της ρούχα, όπως ένα είδος μπόλιας ή τσεβρέ που πέφτει εμπρός θυμίζοντας ποδιά. Για την ιστορία η Βασιλική Βούρου ανήκει στην οικογένεια Δεκόζη Βούρου απο τη Χίο, μια οικογένεια εμπόρων που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και ίδρυσε Τραπεζική Επιχείρηση. Το Αρχοντικό Δεκόζη Βούρου βρίσκεται εκεί που λειτουργεί σήμερα το «Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών» . Δίπλα βλέπουμε την ίδια γυναίκα με τα κανονικά ρούχα που φορούσαν οι κυρίες της τάξης της την ίδια περίοδο, περίπου στα 1865. Η ίδια γενική ιδέα υπάρχει και στην τρίτη φωτογραφία του Π. Μωραϊτη που προσπαθεί να αποπνεύσει έναν αέρα υπαίθρου. Ο διπλωμένος τσεβρές χρησιμεύει για ποδιά, ενώ τοποθετείται ένας κεφαλόδεσμος σαν κερκυραϊκός για να μιμηθεί το στυλ των χωρικών. Η τελευταία φωτογραφία είναι πιθανόν αποκριάτικη, αν δούμε και το ντέφι στα χέρια της κοπέλας.
Βασιλική Κ. Βούρου φωτογραφημένη απο τον Π. Μωραϊτη με τρόπο ωστε να δώσει την αίσθηση της υπαίθρου γύρω στα 1865Βασιλική Κωνσταντίνου Δεκόζη Βούρου όρθια δίπλα σε πολυθρόνα με τυπική φορεσιά της αστικής τάξης. περίπου 1865Π. Μωραϊτης , Το ίδιο concept σε μεταγενέστερη φωτογραφία c. 1880 με σεταρισμένα κομμάτια για δίνουν την εικόνα παραδοσιακής ενδυμασίας
Στο βιβλίο «ελληνικά διακοσμητικά θέματα» του ΕΟΜΜΕΧ τόμος Α, που εκδόθηκε σε CD ROM το 1999 μπορούμε να θαυμάσουμε μια πλειάδα εξαιρετικών σχεδίων που κοσμούν αγγεία και αντικείμενα καθημερινής και λατρευτικής χρήσης αλλά και νομίσματα από την αρχαιότητα, την Βυζαντινή περίοδο και την πρόσφατη σχετικά λαϊκή μας κληρονομιά. Ανάμεσα σε αυτά ξεχωρίζουν σχέδια από τις λαϊκές φορεσιές του Τρίκερι της Θεσσαλίας. Παρακάτω σας έχουμε κάποια τρικεριώτικα σχέδια για να εμπνευστείτε και να δημιουργήσετε.
Το Σάββατο 18 Μαϊου μπήκαμε πολύ πρωί στο αυτοκίνητο με το Θεοφάνη και αφού περάσαμε με το φεριμπότ στην απέναντι ακτή της Φθιώτιδας, οδηγήσαμε Βόρεια. Πήραμε την εθνική οδό για τη Μακεδονία με ανάμικτα συναισθήματα, αφού πριν απο λίγους μήνες, είχαμε ξανακάνει τον ίδιο δρόμο, με κατεύθυνση προς την Αλεξάνδρεια. Αυτή τη φορά ήταν προορισμός μας το Καλαμπακι Δράμας, μια χαριτωμένη κωμόπολη που οι κάτοικοί της επέμεναν να λένε «το χωριό μας», ένας τόπος με μεγάλη πολιτιστική δράση, καλεσμένοι του Μορφωτικού Πολιτιστικού Συλλόγου Καλαμπακίου Δράμας και του δραστήριου Διοικητικού του Συμβουλίου.
Με αφορμή την έκθεση ζωγραφικής του Συλλόγου με τίτλο «χρυσικοί και αϋφάντρες» και θέμα την απεικόνιση των παραδοσιακών φορεσιών της Ελλάδας, η ιδέα της έκθεσης των αντιγράφων παραδοσιακών κοσμημάτων του εργαστηρίου Χρυσος και Τέχνη ήταν πολύ ταιριαστή. Παράλληλα μας δόθηκε η ευκαιρία να μιλήσουμε για τους συμβολισμούς που κρύβουν τα παραδοσιακά κοσμήματα του ελληνικού χώρου και να αποκαλύψουμε τις μικρές λεπτομέρειες εκείνες που τα έκαναν κάτι περισσότερο απο απλά διακοσμητικά στοιχεία, αντικείμενα ψυχοπροσδιοριστικά και μαγικά, προορισμένα να φέρουν καλή τύχη, ευγονία, και υγεία στους φέροντες.
Το σλάιντ απαιτεί την χρήση JavaScript.
Ο Θεοφάνης βρήκε την ευκαιρία να ξεναγήσει τους παρευρισκόμενους στο εργαστήριο ενός χρυσοχόου και μέσα απο το βίντεο που παρουσίασε να τους δείξει με ποιό τρόπο κατασκευάζεται ένα συρματερό χειροποίητο κόσμημα σήμερα. Στο τέλος, στολίσαμε με κοσμήματα, παιδιά του συλλόγου που φορούσαν Μακεδονίτικες παραδοσιακές φορεσιές.
Όπως μέχρι τώρα μας έχει συμβεί πολλές φορές, το κοινό ενδιαφέρον μας έφερε σε επαφή με ανθρώπους, που μολονότι δεν είχαμε συναντηθεί ποτέ ξανά και είχαμε μόνο μιλήσει δύο τρεις φορές στο τηλέφωνο, ήταν σαν να ήμασταν φίλοι απο παλιά! Είναι εντυπωσιακό αυτό που γίνεται με τους ανθρώπους που έχουμε κοινό παρανομαστή την αγάπη για την ελληνική παράδοση, τον παραδοσιακό χορό και την διάσωση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Η χημεία υπάρχει προτού καν πατήσουμε το πόδι μας σε μια περιοχή! Είμαστε φίλοι, προτού καλά καλά συστηθούμε! Δεν υπάρχει ο πάγος της πρώτης επαφής, πάγος που να χρειάζεται να σπάσουμε για να επικοινωνήσουμε. Σύντροφοι απο πάντα, συμπλέουμε στην θάλασσα του ελληνικού πολιτισμού με ούριο άνεμο και τα πανιά μας ανοιχτά για νέους ορίζοντες, για νέες γνωριμίες, για νέες εκπλήξεις ανθρωπογεωγραφίας!
Το σλάιντ απαιτεί την χρήση JavaScript.
Η εκδήλωση στο Καλαμπάκι έγινε η αφορμή και πάλι για να γνωρίσουμε ενδιαφέροντες ανθρώπους. Δεν μπορώ να πω τίποτα άλλο παρά να ευχαριστήσω για την εκπληκτική φιλοξενία την Πρόεδρο του Συλλόγου κ. Αθανασία Θεοδωρίδου και το ΔΣ του Μορφωτικού Πολιτιστικού Συλλόγου Καλαμπακίου Δράμας για την βοήθειά τους, την άψογη διοργάνωση και την ευχάριστη παρέα τους! Ευχαριστώ θερμά όλα τα ΔΣ των συλλόγων και πολιτιστικών σωματείων της περιοχής τα οποία μας τίμησαν με την παρουσία τους, τους φίλους απο το Facebook που μας παρακολουθούν και άδραξαν την ευκαιρία να μας γνωρίσουν από κοντά, αλλά και όλους τους κατοίκους του Καλαμπακίου που γέμισαν την αίθουσα και παρακολουθούσαν με ζέση μέχρι το τέλος την εκδήλωση.
Τι άλλο να πω παρά οτι εύχομαι σύντομα να ξανανταμώσουμε με τους φίλους απο το Καλαμπάκι… Αν και ξέρω ήδη οτι, όσος καιρός και να περάσει, όταν θα ξαναβρεθούμε θα είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα!