Ο πίνακας «Ανάσταση» του Ουμβέρτου Αργυρού* το 1932, λάδι σε καμβά και βρίσκεται στην Εθνική Τράπεζα. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι, ότι αφορά μνήμες του τόπου μας, μιας και απεικονίζει ένα βράδυ Ανάστασης, αναμφίβολα σε κάποιο χωριό της Αττικής. Το μαρτυρά η χαρακτηριστική φορεσιά της Αττικής – πιθανόν μεσογείτικη – που φορούν οι γυναίκες! Αναγνωρίζουμε τα κοσμήματα στο μέτωπο («ξελίκι») και στο στήθος, το «τζάκο» τη «γρίζα», το γιορτινό μαντήλι («μπόλια»)…
Γεραλής Απόστολος-Τα αυγά της Λαμπρής, 1938Νικηφόρος Λύτρας: «Το Ωόν του Πάσχα»
Μια λεπτομερή ανάλυση του πίνακα «το Ωόν του Πάσχα» που περιλαμβάνει και την ιστορία του, μπορείτε να διαβάσετε εδώ
Η «Μεγάλη Παρασκευή» του Θεόδωρου Ράλλη αγοράστηκε στο Παρίσι το 1935 από τον παππού τού σημερινού ιδιοκτήτη και πέρασε, από χέρι σε χέρι, σε τρεις ολόκληρες γενιές. Ο τελευταίος του ιδιοκτήτης αποφάσισε να τον πουλήσει διά πλειοδοσίας με τιμή εκτίμησης 345.510 ως 575.827 ευρώ. Πρόκειται για ελαιογραφία σε καμβά που χρονολογείται από την εποχή που οι ικανότητες του Ράλλη ως ζωγράφου της καθημερινής ζωής βρίσκονταν στο απόγειό τους. Απεικονίζει μια εκκλησία κατά τη διάρκεια των προετοιμασιών για το Πάσχα με τέσσερα κορίτσια να δουλεύουν μαζί για να στολίσουν έναν Επιτάφιο με λουλούδια, ενώ δύο ιερείς συζητούν. Ο ίδιος ο καλλιτέχνης θεωρούσε το έργο τόσο σημαντικό ώστε να επιλέξει να το εκθέσει στο Σαλόνι του Παρισιού το 1893, τη χρονιά που το ολοκλήρωσε.
Θεόφιλος «Πάσχα Ελλήνων»Θεόφιλος «Πάσχα Ελλήνων»Ελληνικό Πάσχα, Ευγένιος ΣπαθάρηςΘεόφιλος,»Οι κουλούρες με τα κόκκινα αβγά, Οικογένεια του κυρίου Πάτρισον από το Σικάγο»Γαρουφαλλής Χρήστος, Πασχαλινά αυγά
Σε συνέχεια και άλλων αναρτήσεών μας με πίνακες φιλελληνικής θεματολογίας και απεικονίσεις παραδοσιακών φορεσιών, σήμερα σας δείχνουμε 25 ακόμη έργα Ελλήνων ζωγράφων που εμπνεύστηκαν απο τους ανθρώπους της ελληνικής υπαίθρου
Γρύσπος Νικήτας-Χωρική, 1914Γρύσπος Νικήτας-Πορτρέτο γέροντα με εθνική ενδυμασίαΓρύσπος Νικήτας-Ο ΠυρπολητήςΡωμανίδης Κωνσταντίνος-Ποτραίτο του Υδραίου πολιτικού Δημητρίου ΒούλγαρηΡωμανίδης Κωνσταντίνος-ΧωριατοπούλαΠαχής Χαράλαμπος-Νέα κοπέλα, Young girlΠαχής Χαράλαμπος-Πρωτομαγιά στην Κέρκυρα, π.1875-80Προσαλέντης ΠαύλοςΠροσαλέντης Παύλος-Προσωπογραφία Πιερράκου Μαυρομιχάλη, 1872Προσαλέντης Αιμίλιος, Κρητικός, 1898Μποκατσιάμπης Βικέντιος-Κοπέλα με γιορτινή φορεσιά της ΚέρκυραςΟικονόμου Ιωάννης-WOMAN ARRANGING FLOWERSΜποκατσιάμπης Βικέντιος-Αλέξιος Στριφτόμπολας (1834-1912), επιστολικό δελτάριο. Αρχές 20ου αι.Οικονόμου Ιωάννης-Προσωπογραφία του Θανάση Ραζηκότσικα, Γενικού Αρχηγού ΜεσολογγίουΛεμπέσης Πολυχρόνης-Προσωπογραφία του Χρήστου Καψάλη, 1881Λεμπέσης Πολυχρόνης-ΗπειρώτισσαΛεμπέσης Πολυχρόνης-Μικρή κουλουριώτισσα, 1892Λεμπέσης Πολυχρόνης-Ο γέρο ΣούρμποςΛεμπέσης Πολυχρόνης-Στη βρύσηΛεμπέσης Πολυχρόνης-Κοπέλα με ανέμη, Girl with Distaff and SpindleΛεμπέσης Πολυχρόνης-Νέα με τοπική φορεσιάΛεμπέσης Πολυχρόνης-Βοσκόπουλο παίζει φλογέραΛεμπέσης Πολυχρόνης-Στη σκάφη, 1886Λεμπέσης Πολυχρόνης-Ο βοσκός, 1888
Δείτε και άλλους πίνακες με ελληνικές φορεσιές στα αρθρα μας
Μας αρέσει η ζωγραφική που εμπνέεται απο θέματα της ελληνικής υπαίθρου, το έχετε καταλάβει προφανώς, όπως επίσης και η ελληνική φορεσιά. Για τους φίλους που μοιράζονται την αγάπη μας εδώ έχουμε συγκεντρώσει 32 πίνακες με φιλελληνική θεματολογία απο Έλληνες ζωγράφους του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα.
Βέγιας Διονύσιος-Χορός στην ΚέρκυραΧατζημιχάλη Αγγελική-ΑυτοπροσωπογραφίαΠανώριος Κωνσταντίνος-Χωριατοπούλα με πανέρι, π. 1885-1890Γιαβόπουλος Όθων-A native beggar of Cyprus, 1931Δούκας Ιωάννης-Προσωπογραφία του Σταύρου Α. ΤουρνικιώτηΜαργαρίτης Φίλιππος-Ο καπετάν-Γκούρας, μετά το 1843Μαργαρίτης Φίλιππος-Ο οπλαρχηγός ΓκούραςΚαλλούδης Αλέξανδρος-Δημ. ΚαλλιφρονάςΜπισκίνης Δημήτριος-Γυναίκα με Ρόκα, 1919Δούκας Ιωάννης-Πορτραίτο του Θεοδωράκη ΓρίβαΒαρουχάς Αριστείδης-ΚερκυραίαΒαρουχάς Αριστείδης-Προσωπογραφία παρασημοφορημένου άνδρα, 1878-82Προσαλέντη Ελένη-Μαυρομιχάλης Κωνσταντίνος, 1899Προσαλέντη Ελένη-Προσωπογραφία του Κωνσταντίνου Μουρούζη, 1904Παπανικολάου Σπυρίδων-Σκηνή απο την Ελληνική επανάσταση, 1944Πιτζαμάνος Γεράσιμος (Αργοστόλι 1787 – Κέρκυρα 1825)-Προσωπογραφία κυρίας με ψάρι στη γυάλαΠροσαλέντης Σπυρίδων-Portrait of Kalidona TricoupisΠροσαλέντης Σπυρίδων-Portrait of Themistoclis TricoupisΠροσαλέντης Σπυρίδων-ΚαπετάνισσαΠροσαλέντης Σπυρίδων-Ιωάννης ΔιοβουνιώτηςΠροσαλέντης Σπυρίδων-Προσωπογραφία του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, 1886Προσαλέντης Σπυρίδων-Προσωπογραφία του Ηλία Μαυρομιχάλη, 1887Προσαλέντης Σπυρίδων-Προσωπογραφία του Νικολάου Στουρνάρη, 1884Φλωρά-Καραβία Θάλεια 01Παχής Χαράλαμπος-Κερκυραία κόρη, π. 1873-1878Χρηστοφής Αλέξανδρος-By the windowΧρηστοφής Αλέξανδρος-Το γνέσιμοΚριεζής Ανδρέας-Υδραία αρχόντισσα, 1847Κριεζής Ανδρέας-Ψαριανός καπετάνιος, π. 1850-1853Ρίζος Ιάκωβος-Οι μητέρες συμμαζεύουν τα παιδιά τους, πριν από το 1897Ρίζος Ιάκωβος-Οι χωρικοί ρωτούν για τον ασθενή, πριν από το 1897Ρίζος Ιάκωβος-Ο Χρήστος παλεύει με τη λύκαινα, πριν από το 1897
Δείτε και άλλους πίνακες με ελληνικές φορεσιές στα άρθρα μας
Μια έκθεση παραδοσιακών φορεσιών του Μουσείου Μπενάκη υπο την αιγίδα της Βασίλισσας Φρειδερίκης, αποτέλεσε την αφορμή για αυτό το βιβλίο που κυκλοφόρησε στα 1959-1960 και αναφέρεται γενικά στην ελληνική παραδοσιακή φορεσιά, την τέχνη των ραφτάδων, και σε αρκετές συναφείς παραδοσιακές τέχνες όπως η μεταλλουργία, η δημιουργία δαντέλας, το σκάλισμα σε ξύλο, η αγγειοπλαστική και το κέντημα.
Ο Περικλής Χέλμης ήταν ζωγράφος που εργάστηκε στην Αθήνα του 19ου αιώνα. Παρακολούθησε μαθήματα στο Σχολείο των Τεχνών. Ασχολήθηκε με προσωπογραφίες και ιστορικά θέματα εμπνευσμένα από την Ελληνική Επανάσταση. Το 1862 του ανατέθηκε η δημιουργία μεγάλης ιστορικής σύνθεσης για τη Βιβλιοθήκη της Σέρβικης Βουλής. Μολονότι δεν είναι το όνομά του ιδιαίτερα γνωστό στους νεοέλληνες αξίζει να ρίξουμε μια ματιά στο έργο του, μιας και αποτύπωσε σε αυτό τις φορεσιές των σύγχρονών του ανθρώπων, κυρίως της αστικής τάξης αλλά και χωρικούς.
ΑθηναίαΣτολή ΑμαλίαςΗπειρώτισσα από την ΠάργαΠροσωπογραφία φουστανελά, 1848ΧιώτηςΚοπέλα με τοπική ενδυμασία (Μεγαρα)
Σε αυτό το μπλόγκ μας έχει ξανα-απασχολήσει η δουλειά του Kim de Molaener σε παλαιότερο άρθρο μας. Τώρα από το προσωπικό προφίλ του φωτογράφου στο instagram παρακολουθούμε την εξέλιξη αυτής της δουλειάς που ολοένα γίνεται και πιο ενδιαφέρουσα.
Να θυμίσουμε οτι οι φωτογραφίες του Βέλγου Kim de Molaener απεικονίζουν τα παραδοσιακά κοστούμια της συλλογής του χοροθεάτρου Δώρα Στράτου
Σας δείχνουμε λίγη ακόμη δουλειά του Kim ελπίζοντας να σας αρέσει, όπως άρεσε και σε μας. Για όσους έχουν προφίλ στο instagram μπορείτε να αναζητήσετε τον kimdemolaener και να τον ακολουθήσετε για να βλέπετε την συνέχεια της δουλειάς αυτής.
Σε συνέχεια προηγούμενης ανάρτησης για τις ελληνικές -κυρίως γυναικείες – φορεσιές όπως αποδίδονται μέσα απο φωτογραφίες που λήφθηκαν στα στούντιο φωτογράφων του 19ου αιώνα σήμερα σας παρουσιάζω κάποια δείγματα για να καταλάβετε τι εννοώ. Μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους το 1833, και την ανάγκη προβολής και ανάδειξης της ελληνικής ταυτότητας, η παραδοσιακή φορεσιά των χωρικών της υπαίθρου πέρασε απο το χρηστικό στάδιο στο συμβολικό, μετατράπηκε σε ένα «σύμβολο ελληνικότητας».
Τότε, οι φωτογράφοι της εποχής, ανάμεσα στους οποίους ο Μωραϊτης, αλλά και άλλοι φωτογράφοι που είχαν έδρα σε αστικά κέντρα σε Ελλάδα και εξωτερικό, συγκέντρωσαν έναν αριθμό αυθεντικών τοπικών ενδυμασιών από διάφορα μέρη της υπαίθρου, ακόμα και από περιοχές που ήταν ακόμα τουρκοκρατούμενες και προέτρεπαν τους πελάτες τους να φωτογραφίζονται με αυτές. Μάλιστα, όταν η ροή των περιηγητών αυξήθηκε και η επιθυμία να έχουν κάτι ελληνικό μεγάλωσε, αρκετοί φωτογράφιζαν μοντέλα με τις φορεσιές και πουλούσαν τις φωτογραφίες ως καρτ βιζίτ, για να έχουν οι επισκέπτες μια ανάμνηση όταν γύριζαν στη χώρα τους. Έχοντας στα χέρια αυτές τις κάρτες, αρκετοί λιθογράφοι και εικονογράφοι των περιηγητικών εκδόσεων, αποτύπωσαν σε λιθογραφίες τα εικονιζόμενα πρόσωπα και κόσμησαν με εικόνες τα βιβλία των περιηγητών.
Κάποιες φορές η απεικόνιση της φορεσιάς στη φωτογραφία είναι επαρκής, αν ο φωτογράφος είχε στη διάθεσή του μια πλήρη φορεσιά και γνώριζε πώς να επιμεληθεί ενδυματολογικά σωστά το μοντέλο του. Αρκετές φορές όμως αυτό που βλέπουμε είναι ένα σύνολο αταίριαστων στοιχείων, που προσπαθούν να μιμηθούν μια παραδοσιακή ενδυμασία. Κι αυτό οφείλεται στο γεγονός πώς τα εικονιζόμενα πρόσωπα δεν έχουν το βίωμα της ενδυμασίας, είναι κατά κανόνα πρόσωπα της αστικής τάξης με διαφορετική κουλτούρα και απλώς ο στόχος είναι να δημιουργηθεί η αίσθηση της ελληνικότητας, παρά να αποτυπωθεί πιστά η φορεσιά. Πολλές φορές βλέπουμε φορεμένα τα ρούχα με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που συνηθιζόταν ή να υπάρχει κάποιο ανακάτεμα ρούχων απο διαφορετικές περιοχές ή συμπληρωματική προσθήκη κοσμημάτων ή ρούχων για τις ανάγκες της φωτογράφησης που τελικά μας οδηγεί σε εσφαλμένα συμπεράσματα σε σχέση με την ιστορία της φορεσιάς.
Δεν έχει λοιπόν σημασία μόνο το οτι μπροστά μας έχουμε μια παλιά φωτογραφία φερ’ ειπείν του Πέτρου Μωραϊτη, του οποίου το έργο μελετάμε σήμερα, αλλά ο ερευνητής θα πρέπει να λάβει υπόψη του και άλλα επιπλέον στοιχεία που σχετίζονται με την τοπική παράδοση και να κάνει συγκριτική ανάλυση με άλλες φωτογραφίες. Να θυμάστε πάντα οτι οι «χωριατοπούλες» ήταν συνήθως κυρίες της αστικής τάξης που πόζαραν στο φωτογραφικό φακό, και δεν είχαν – όπως και σήμερα – μεγάλη γνώση σχετικά με το πώς πραγματικά φοριούνταν τα ρούχα στις εκάστοτε τοπικές κοινωνίες. Σκεφτείτε οτι απο το 1860 και μετά η αστική τάξη φορούσε στη συντριπτική της πλειοψηφία τη μόδα της Ευρώπης, οπότε η ουσιαστική γνώση της φορεσιάς χάθηκε στα αστικά κέντρα και έμεινε μόνο η ανάμνηση…
Π. Μωραϊτης c.1880
Πάνω σε αυτό θα σας δώσω το παρακάτω παράδειγμα απο το έργο του Π. Μωραϊτη και το αρχειο του elia.org. Στην πρώτη φωτογραφία βλέπουμε τη Βασιλική Κ. Βούρου με κεφαλόδεσμο που παραπέμπει σε κερκυραϊκη ή ιταλική φορεσιά και συμπληρωματικές προσθήκες πάνω στα αστικά της ρούχα, όπως ένα είδος μπόλιας ή τσεβρέ που πέφτει εμπρός θυμίζοντας ποδιά. Για την ιστορία η Βασιλική Βούρου ανήκει στην οικογένεια Δεκόζη Βούρου απο τη Χίο, μια οικογένεια εμπόρων που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και ίδρυσε Τραπεζική Επιχείρηση. Το Αρχοντικό Δεκόζη Βούρου βρίσκεται εκεί που λειτουργεί σήμερα το «Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών» . Δίπλα βλέπουμε την ίδια γυναίκα με τα κανονικά ρούχα που φορούσαν οι κυρίες της τάξης της την ίδια περίοδο, περίπου στα 1865. Η ίδια γενική ιδέα υπάρχει και στην τρίτη φωτογραφία του Π. Μωραϊτη που προσπαθεί να αποπνεύσει έναν αέρα υπαίθρου. Ο διπλωμένος τσεβρές χρησιμεύει για ποδιά, ενώ τοποθετείται ένας κεφαλόδεσμος σαν κερκυραϊκός για να μιμηθεί το στυλ των χωρικών. Η τελευταία φωτογραφία είναι πιθανόν αποκριάτικη, αν δούμε και το ντέφι στα χέρια της κοπέλας.
Βασιλική Κ. Βούρου φωτογραφημένη απο τον Π. Μωραϊτη με τρόπο ωστε να δώσει την αίσθηση της υπαίθρου γύρω στα 1865Βασιλική Κωνσταντίνου Δεκόζη Βούρου όρθια δίπλα σε πολυθρόνα με τυπική φορεσιά της αστικής τάξης. περίπου 1865Π. Μωραϊτης , Το ίδιο concept σε μεταγενέστερη φωτογραφία c. 1880 με σεταρισμένα κομμάτια για δίνουν την εικόνα παραδοσιακής ενδυμασίας
O Πέτρος Μωραϊτης είναι ένας απο τους σημαντικότερους Έλληνες φωτογράφους του 19ου αιώνα με ποσοτικά τεράστιο έργο, μιας και απο το φωτογραφείο του παρέλαυνε όλη η Αθηναϊκή κοινωνία του 19ου αιώνα για να φωτογραφηθεί. Στο blog anemourion διαβάζουμε: . «Στο τέλος του 1859 ήρθε στην Αθήνα από το Παρίσι ο Αθανάσιος Κάλφας και λίγο αργότερα πήρε συνεταίρο του τον Πέτρο Μωραΐτη. Το φωτογραφείο τους βρισκόταν στην παλιά οικία του Κορομηλά, στην οδό Ερμού 41, κοντά στο Δημαρχείο. Εκεί ήταν δυνατόν οικογένεια εκ τριών ή τεσσάρων προσώπων να φωτογραφηθή επί της αυτής εικόνος εις μετριωτάτην τιμήν». Το Μάρτιο του 1860 ο Μωραΐτης διέκοψε τη συνεργασία του με τον Κάλφα, διατήρησε μόνος του το φωτογραφείο και, έξι μήνες αργότερα, το μετέφερε στην οδό Αιόλου 904, απέναντι από την εκκλησία της Χρυσοσπηλιώτισας.»
Π. Μωραΐτης. Ο ληστής Κυριάκος υπήρξε ο φόβος των κατοίκων της Αττικής, γι’ αυτό και είχε επικηρυχθεί με μεγάλο ποσό. Κατά τα «Ιουνιακά» του 1863 ήρθε στην Αθήνα με τη συμμορία του για να ενισχύσει τους «Πεδινούς». Με την ευκαιρία λήστεψε όλους τους ξένους ταξιδιώτες που έμεναν στα ξενοδοχεία της πλατείας Κοτζιά. Τότε πρέπει να επισκέφθηκε το φωτογραφείο του Μωραΐτη για μια στημένη «ηρωική» πόζα. Ανάμεσα στα πόδια του διακρίνεται η βάση της μεταλλικής στήλης για το κράτημα του κεφαλιού, που έπρεπε να μείνει ακίνητο κατά τη διάρκεια της λήψης.Ιωαννης Θεοφιλόπουλος
«Οι φωτογραφίες πορτρέτων που τράβηξε στο στούντιο του αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του έργου του. Όπως και άλλοι φωτογράφοι, ξεκίνησε δημιουργώντας πορτρέτα υψηλής αισθητικής, για να οδηγηθεί μοιραία στην τυποποιημένη παραγωγή της καρτ-ντε-βιζίτ, υποκύπτοντας έτσι στις απαιτήσεις της μαζικής παραγωγής. Υπάρχουν βέβαια και ορισμένα πορτρέτα του τα οποία διαθέτουν ιδιαίτερη αισθητική. Πέρα από αυτό όμως, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η ιστορική σημασία των φωτογραφιών του. Καλύπτουν τη μέση και, κυρίως, την ανώτερη κοινωνική τάξη, τους πολιτικούς, τους καλλιτέχνες, τους στρατηγούς της Επανάστασης και γενικά όλους αυτούς που διαδραμάτισαν ενεργό ρόλο στην εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας τον 19ο αιώνα.»
«Όταν η εθνική φορεσιά ήταν ακόμα δείγμα ελληνικότητας, ο Μωραΐτης συγκέντρωσε πολύ μεγάλο αριθμό αυθεντικών τοπικών ενδυμασιών από διάφορα μέρη της Ελλάδας, ακόμα και από περιοχές που ήταν ακόμα τουρκοκρατούμενες. Συχνά τις φορούσαν οι πελάτες του ή μοντέλα. Είχε φτιάξει μάλιστα τέτοιες σειρές, σε μέγεθος cabinet, που τις πουλούσε στους ξένους περιηγητές.»
Σε αυτή την ανάρτηση παρουσιάζουμε ένα δείγμα αυτών των φωτογραφιών με εικονιζόμενα πρόσωπα άνδρες. Και πάνω σε αυτό θα ήθελα να αναφέρω και τον προβληματισμό μου σε σχέση με την έρευνα της ελληνικής φορεσιάς. Όπως γνωρίζετε πολλές φορές για να τεκμηριώσουμε ένα κόσμημα ή πώς φοριούνται τα ρούχα, χρησιμοποιούμε ως τεκμήριο τη φωτογραφική απεικόνιση. Για να θέσω λοιπόν έναν προβληματισμό… Κατά πόσο είναι πλήρως αξιόπιστη η φωτογραφική απεικόνιση όταν ο φωτογράφος έχει χρησιμοποιήσει μοντέλο που φορά ελληνικές φορεσιές, οι οποίες δεν ήταν τα δικά του ρούχα αλλά μια μεταμφίεση για να βγάλει φωτογραφία; Υπάρχει η πιθανότητα να είναι φορεμένα τα ρούχα με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που συνηθιζόταν ή να υπάρχει κάποιο ανακάτεμα των ρούχων ή συμπληρωματική προσθήκη για τις ανάγκες της φωτογράφησης που να μας οδηγεί σε εσφαλμένα συμπεράσματα σε σχέση με την ιστορία της φορεσιάς; Επειδή πολλές φορές αντιμετωπίζουμε αυτό το δίλημμα, καλό είναι να μην βλέπουμε άκριτα τις φωτογραφίες, ακόμη και της εποχής του Μωραϊτη και να λαμβάνουμε υπόψη τα εικονιζόμενα πρόσωπα και το ιστορικό πλαίσιο για να βγάλουμε τα όποια συμπεράσματα, ιδίως στις γυναικείες φορεσιές . Να θυμάστε οτι οι «χωριατοπούλες» του ήταν συνήθως κυρίες της αστικής τάξης που πόζαραν στο φωτογραφικό φακό, και δεν είχαν – όπως και σήμερα – μεγάλη γνώση σχετικά με το πώς πραγματικά φοριούνταν τα ρούχα στις εκάστοτε τοπικές κοινωνίες.
Επίσης να έχετε υπόψη οτι μεγάλο ποσοστό απο τις γκραβούρες με φορεσιές των περιηγητών είναι φτιαγμένες από αυτες τις καρτ βιζίτ του Μωραϊτη… Έτσι λοιπόν, ερευνητές της φορεσιάς και χορευτές… προσοχή, γιατί αυτό που φαίνεται… τελικά μπορεί και να μην είναι! Αλλά πάνω σε αυτό θα επανέλθω σε επόμενη ανάρτηση…
Πορτρέτο άνδρα με παραδοσιακή ενδυμασία Φθιώτιδας. Αθήνα, γύρω στα 1880 Πέτρος Μωραΐτης (ΦΑ_1_682) Μουσειο ΜπενακηΠέτρος Μωραΐτης. Η οικογένεια Νικόλαου Πιερράκου – Μαυρομιχάλη. Αθήνα, 1861-1862. (Φ.Α. GLA.009). Στην πίσω σειρά, όρθιες από αριστερά, οι θυγατέρες του Πιεράκου Σταυρούλα και Αικατερίνη (αργότερα σύζυγος Αριστείδη Γλαράκη). Μπροστά, η μικρή Ασπασία, η σύζυγος του Νικολάου με τον Περικλή σε βρεφική ηλικία και ο Νικόλαος με τον μικρό Αθανάσιο. Το πορτραίτο, που ανήκει στην πρώιμη περίοδο του Μωραΐτη, έχει διαστάσεις εικόνας 18 x15 εκ και χαρτονιού 21×18 εκ. Την εποχή εκείνη ο φωτογράφος χρησιμοποιεί αυτό το μέγεθος χαρτονιού το οποίο υπογράφει στο μπροστινό μέρος. Κάτω δεξιά διαβάζουμε την υπογραφή «Π. Μωραΐτης Εν Αθήναις». Το τύπωμα αλβουμίνης έχει, δυστυχώς, εκτεταμένες φθορές. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η φιγούρα του βρέφους είναι εξ ολοκλήρου τονισμένη με μολύβι: το λευκό πρόσωπο μέσα σε λευκά ρούχα θα προέκυψε στην εκτύπωση σαν αερικό μάλλον παρά σαν μωρό. πηγηΠορτραίτο άνδρα με φουστανέλλα.1865 c.ΧΩΡΙΚΟΙ ΑΤΤΙΚΗΣ, ΥΔΡΑΣ, ΔΕΛΦΩΝ, ΡΟΥΜΕΛΗΣ 1880 πηγη
«Είναι αλήθεια ότι πολλές φορές έβλεπα πράγματα που δεν έβλεπαν οι άλλοι και που ένιωθα πως θα χαθούν Έτσι γεννήθηκε μέσα μου η αγωνία της απαθανάτισης. Η συνεχόμενη φθορά που παρατηρούσα γύρω μου αποτέλεσε επίσης την αιτία για να φωτογραφίσω τα έργα των ανθρώπων.»
(πηγη) Ο Τάκης Τλούπας γεννήθηκε στη Λάρισα το 1920. Θεωρείται από τους σημαντικότερους Έλληνες φωτογράφους. Γιός επιπλοποιού, και αδελφός του σημαντικού γλύπτη Φιλόλαου Τλούπα, ακολουθεί τη δουλειά του πατέρα του έως το 1945 όταν άνοιξε φωτογραφείο στην πόλη του. Ο ίδιος αρχικά ασχολήθηκε με την ξυλογλυπτική, με το σκάλισμα των επίπλων, μέχρι να ανακαλύψει το περιοδικό Ο Θεατής που έδινε οδηγίες για τεχνικές λήψης μιας φωτογραφίας σε ερασιτέχνες φωτογράφους. Δεινός πεζοπόρος σε μια εκδρομή του ορειβατικού συλλόγου στον Παλαιό Παντελεήμονα, ο ερασιτέχνης φωτογράφος και πρόεδρος του Συλλόγου τού δείχνει τη φωτογραφική του μηχανή καθώς και το πώς λειτουργεί. Από αυτό το σημείο γίνεται εραστής της φωτογραφικής Τέχνης, ξεκινά διστακτικά, με ένα Μποξ Τένκορ, (ένα απλό τετράγωνο κουτί) που δεν είχε ταχύτητες και διαφράγματα και διέθετε δύο κλίμακες φωτογράφησης από 1 έως 3 μέτρα και από 3 μέτρα έως το άπειρο.
Αλώνισμα με αδοκάνα στα Μεστά της Χίου, φωτογράφος Δ. Τλούπας Πηγή:https://radioaetos.com
Φωτογράφισε την αγαπημένη του αδερφή Αυγή και συμβουλευμένος το περιοδικό Θεατής με τη βοήθεια του αδερφού του Φιλόλαου εμφανίζει το πρώτο του φιλμ με απογοητευτικά αποτελέσματα. Δεν παραιτείται, το αντίθετο πεισμώνει και συνεχίζει να προσπαθεί. Συμβουλεύεται επαγγελματίες φωτογράφους, μαθαίνει να χρησιμοποιεί το φως, να μετρά τους χρόνους εμφάνισης του φιλμ. Σταδιακά το πάθος του μετουσιώνεται σε βαθιά αγάπη. Το εργαστήριο ξυλογλυπτικής μετατρέπεται σε φωτογραφείο.
Για βιοποριστικούς λόγους φωτογραφίζει γάμους, βαφτίσεις, παρελάσεις ενώ στον ελεύθερο χρόνο οργώνει την ελληνική ύπαιθρο με συντροφιά τη φωτογραφική του μηχανή και ασπρόμαυρα φιλμ. Με τη βέσπα του και αργότερα με ένα ντεσεβό φωτογράφισε κάθε γωνιά και απόμακρο χωριό της Θεσσαλίας, από τη κοιλάδα των Τεμπών και τον Πηνειό μέχρι τη Λίμνη Κάρλα πριν και μετά την αποξήρανση της. Η ανάθεση φωτογραφήσεων από το δασαρχείο, τη Μηχανική καλλιέργεια και τον Ερυθρό σταυρό κάνουν τις περιπλανήσεις του ακόμη πιο δημιουργικές.
Σκόπελος το γνέσιμο του μαλλιού 1947
Τα Μετέωρα, η Σκόπελος, η Κρήτη, το ʼγιον Όρος, η Πίνδος περιλαμβάνονται στα αγαπημένα του φωτογραφικά μέρη, η Λάρισα όμως ήταν ο τόπος που γεννήθηκε και έζησε αποτελώντας έτσι το πιο φωτογραφημένο θέμα του. Αυτοδίδαχτος αλλά με πάθος και ταλέντο ο Τλούπας διάλεξε τη γλώσσα της φωτογραφίας για να εκφράσει τον πλούσιο εσωτερικό του κόσμο .
Καραγκούνα θερίζει στην Καρδίτσα 1954
Δεινός πεζοπόρος όργωσε τις όχθες του Πηνειού και το έδαφος της Θεσσαλίας, όπου μαζί με τη φωτογραφία ασχολήθηκε και με τη συλλογή λίθινων εργαλείων και ειδωλίων νεολιθικής εποχής.
Γράφει γι’ αυτόν ο φωτογράφος Κώστας Μπαλάφας: «Πληθωρικό και πολύμορφο είναι το έργο του και διαπνέεται από έναν άκρατο λυρισμό που υμνεί το θεσσαλικό τοπίο και τον κόσμο του», ο δε άλλος, μεγάλος φωτογράφος της εποχής του Σπύρος Μελετζής σημειώνει πως: «Το έργο του έχει τα γνωρίσματα της άνοιξης. O Τλούπας ακόμα κι όταν θέλει ή προσπαθεί να μας δώσει κάτι διαφορετικό σε έκφραση, (πόνο, σκληρή δουλειά ή ακόμη κι ένα δυστύχημα) κι αυτό θα μας το δώσει πάλι χαρούμενα και παιχνιδιάρικα. Δηλαδή, ακόμα και σε τραγικά θέματα υπάρχει στο έργο του διάχυτος ένας τόνος αισιοδοξίας».
Γυναίκα με ρεμόνι στην Καλαμωτή της Χίου, φωτογράφος Δ. Τλούπας Πηγή:https://radioaetos.com
Η κόρη του, Βάνια, θυμάται: Ολιγόλογος και αρκετά κλειστός χαρακτήρας, με μια πραγματική γενναιοδωρία, μας επιτρέπει μέσα από τις φωτογραφίες του να δούμε όλα αυτά που άγγιζαν την ψυχή του. Και το κάνει αυτό πάντα με μια θετική ματιά, ακόμη κι όταν το θέμα απέναντί του δεν είναι τόσο ευχάριστο. Κάτι ακόμη που θαυμάζω στις φωτογραφίες του είναι το κομμάτι της τεχνικής, αναφορικά με τη λήψη και την εκτύπωση.Η σχέση που είχε με το φως ήταν μοναδική.Σε εποχές που οι φωτογραφικές μηχανές ήταν δύσχρηστες, τα φωτογραφικά υλικά ακριβά και οι πληροφορίες σχετικά με την τεχνική της φωτογραφίας ανύπαρκτες, είχε την ικανότητα να παίζει δύσκολα παιχνίδια με το φως.
Έχει παρουσιάσει τη δουλειά του σε πάμπολλες εκθέσεις σε όλη την Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Σημαντικότερα βιβλία του είναι «Η Ελλάδα του Τάκη Τλούπα», «Από τη Γη των ανθρώπων» και «Φωτογραφικό οδοιπορικό στο Άγιο Όρος». Έχει βραβευθεί από το υπουργείο Πολιτισμού για την προσφορά του στην πολιτιστική ζωή της Ελλάδας.
Πέθανε στη Λάρισα, που έμεινε σε όλη του τη ζωή και τόσο αγαπούσε, το 2003.
Είμαι σίγουρη οτι έχετε δει κι εσείς πολλές φορές σε αρχεία, φωτογραφίες ανθρώπων της ελληνικής επικράτειας που ποζάρουν γύρω απο το φέρετρο ενός ανθρώπου. Δεν ξέρω εάν σας είχαν κεντρίσει την προσοχή οι φωτογραφίες αυτές αλλά σε εμένα κάνουν μεγάλη εντύπωση. Γιατί να θέλει κάποιος να φωτογραφίσει έναν άνθρωπο όταν έχει πλέον πεθάνει; Ακόμη και στη σύγχρονη εποχή συνηθίζεται όταν τα πρόσωπα είναι διάσημα ή πρόκειται για γεροντικές μορφές αλλά αν γυρίσουμε στο παρελθόν μπορούμε να δούμε φωτογραφίες γερόντων ή ακόμη και μικρών παιδιών που ποζάρουν στο φέρετρο σαν να κοιμούνται… Στο μπλόγκ «Ανεμούριο» και τα περιοδικά «ΦΩΤΟ» και OUGH βρήκαμε ενδιαφέροντα άρθρα πάνω στη μεταθανάτια φωτογραφία του 19ου αιώνα και αρχών του 20ου, που απο ο,τι μας αναφέρει ο συγγραφέας Άλκης Ξανθάκης στο βιβλίο «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ 1839-1970, 2008, εκδ. ΠΑΠΥΡΟΣ, Αθήνα» ήταν ένα συνηθισμένο φαινόμενο που εισήχθη στην ελληνική κοινωνία απο το εξωτερικό.
Φίλιππος Μαργαρίτης. Νεκρικό πορτρέτο στρατηγού της Επανάστασης, περ. 1855. (πηγη)
«Η νεκρική φωτογραφία ήταν για πολλούς το μοναδικό φωτογραφικό πορτρέτο που υπήρχε. Αποτελούσε, λοιπόν, την τελευταία ευκαιρία για την καταγραφή των χαρακτηριστικών κάποιου αγαπημένου, τον οποίο ο θάνατος απαίτησε τόσο ξαφνικά. (…) Τέτοιες φωτογραφίες θεωρούνταν γενικά «θεραπευτικές», ενώ παράλληλα επαλήθευαν το θάνατο κάποιου προσώπου στους συγγενείς που έμεναν μακριά. (…)» γράφει Α. Ξανθάκης
«Η απεικόνιση νεκρών ήταν από τη γέννηση της φωτογραφίας έως τα μέσα περίπου του 20ού αιώνα και θεμιτή και συνήθης», γράφει ο Κωστής Αντωνιάδης, με αφορμή το έργο του Καστοριανού φωτογράφου Λεωνίδα Παπάζογλου. «Ειδικότερα η επικήδεια φωτογραφία, συνδεδεμένη με την ανάγκη της μνήμης, αποτελούσε ένα είδος αποχαιρετισμού στο νεκρό παρόμοιας σημασίας με αυτήν που έχει σήμερα στην τελετή της κηδείας το άνοιγμα του φερέτρου πριν την ταφή.»
«Τα μεταθανάτια πορτρέτα της πρώιμης περιόδου (1850-1875)» , αναφέρει ο Α. Ξανθάκης, «διαθέτουν αρκετές ομοιότητες μεταξύ τους. Τα πιο πολλά είναι κοντινά πορτρέτα από τη μέση και πάνω, που δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στα χαρακτηριστικά του προσώπου.
Ξενοφών Βάθης. Η Ελένη Δημ. Βούλγαρη κόρη του Λάζαρου Κουντουριώτη, γ. 1875. Η λήψη είναι οριζόντια αλλά τοποθετήθηκε κάθετη, σε μία προσπάθεια να φανεί «ζωντανή». Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. (πηγη)
Αν τυχαίνει να φαίνεται και ο περιβάλλων χώρος, αυτός συνήθως είναι το εσωτερικό κάποιου σπιτιού. Βιβλία, λουλούδια ή θρησκευτικά αντικείμενα, όπως κεριά ή σταυρός, τοποθετούνται ενίοτε στα χέρια ή στο στήθος του νεκρού. Η πόζα ουσιαστικά εκφράζει τα συναισθήματα προς τον νεκρό. Προς τα τέλη του 19ου αιώνα επικρατούσε η αντίληψη ότι ο θάνατος δεν επήλθε πραγματικά. Οι άνθρωποι δεν πέθαιναν, αλλά απλά κοιμόντουσαν. Ουσιαστικά αναπαύονταν από τις εργασίες τους. Η ανάγκη να δημιουργήσουν τη φαντασίωση της ζωής ήταν τόσο έντονη, ώστε ο φωτογράφος συχνά τραβούσε τη φωτογραφία ενός ξαπλωμένου ατόμου και κατόπιν γύριζε την εικόνα κατά ενενήντα μοίρες, έτσι ώστε να φαίνεται ότι ήταν καθιστά.»
Ο ναυάρχος Κων/νος Κανάρης, 3/ 9/1877. Εθνικό και Ιστορικό Μουσείο.(πηγη)
«Η παλαιότερη γνωστή διαφήμιση φωτογράφου σχετική με τη φωτογράφιση νεκρών γίνεται στην Ελλάδα το Μάιο του 1851 από τον Γάλλο Alexandre Quinet (Αλεξάντρ Κινέ): «Εικόνες φωτογραφικαί, αναλλοίωται μετά ή άνευ χρωμάτων από δύο δίστηλα μέχρι των οκτώ υπό τον κ. Α. Κινέ παρισινού… Έτι δε κατασκευάζει και εικόνας τεθνεώντων […]». Ο Quinet έμεινε στην Ελλάδα ενάμιση περίπου μήνα. Στο διάστημα αυτό έφτιαχνε δαγγεροτυπίες, πιθανόν και νεκρικά πορτρέτα, που όμως κανένα δεν διασώθηκε. Το γεγονός ότι οι νεκροί… παρέμεναν τελείως ακίνητοι κατά τη διάρκεια της λήψης, ήταν κάτι ιδιαίτερα θετικό για τη λήψη δαγγεροτυπιών, που απαιτούσαν μεγάλους χρόνους έκθεσης. Ο Φίλιππος Μαργαρίτης είναι ο πρώτος Έλληνας ο οποίος μεταξύ των θεμάτων που φωτογράφισε ήταν και νεκρικά πορτρέτα μικρών παιδιών και επιφανών ανδρών της εποχής του. Πρόκειται φωτογραφίες αλμπουμίνας, τις οποίες τράβηξε την περίοδο 1855-1870. Οι λήψεις είναι συνήθως κοντινές και περιλαμβάνουν τον νεκρό, ολόκληρο ή σε μπούστο, στο κρεβάτι του.
Αναστάσιος Γαζιάδης. Νεκρική φωτογραφία του Οικουμενικού Πατριάρχη Διονυσίου Ε’, σε καθιστή στάση. 13/8/1891. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. (πηγη)
Το Μάιο του 1862 ο φωτογράφος της Σύρου Γεώργιος Δαμιανός φωτογράφισε νεκρό τον Αρχιεπίσκοπο του νησιού. Ο Αστήρ των Κυκλάδων γράφει σχετικά: «Πάντες οι Ερμουπολίται βεβαίως ευχαριστήθησαν και οι συγγενείς μάλιστα τού Μακαρίτου, διά την πατριωτικήν και ευγενήν πράξιν τού Κυρίου Γεωργίου Δαμιανού, φροντίσαντος να φωτογραφίση τον Μακαρίτην νεκρόν εν τη Αρχιερατική αυτού στολή, όπως δια τελευταίαν φοράν είδεν αυτόν το συνοδεύον το λείψανον αυτού, ποίμνιόν του [,..]». Νεκρικά πορτρέτα συναντώνται στο εξής και σε άλλες επαρχιακές πόλεις της Ελλάδας, όπως π.χ. το 1870 στη Χίο. Στις 23 Νοεμβρίου 1872 ο φωτογράφος της Πάτρας Σπυρίδων Καλυβωκάς προσκλήθηκε στο Αίγιο όπου τράβηξε μια νεκρική φωτογραφία του οπλαρχηγού της Επανάστασης Βασιλείου Πετμεζά (1785-1872). Άλλοι φωτογράφοι γνωστοί για τα νεκρικά πορτρέτα τους είναι ο Ξενοφών Βάθης, ο Πέτρος Μωραΐτης, ο Γεώργιος Κολόμβος κ.ά. Τα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα συνέχισαν να γίνονται νεκρικά πορτρέτα, χωρίς όμως να είναι δυνατό να εκτιμηθεί, από το υπάρχον υλικό, αν ο αριθμός τους αυξήθηκε ή μειώθηκε την περίοδο εκείνη. Ορισμένες τέτοιες φωτογραφίες πήραν ο Νικόλαος Μπίρκος, μετά την εγκατάστασή του στην Αθήνα, και ο φωτογράφος του Πειραιά Αναστάσιος Γαζιάδης.
Γεώργιος Μωραΐτης. Παιδί που στα χέρια του κρατάει επιστολή, γ.1870. Συλλογή Άλκη Ξανθάκη (πηγη)
Προς τα τέλη του 19ου αιώνα εμφανίστηκαν και φωτογραφίες που περιλάμβαναν και τους συγγενείς που βρίσκονταν πίσω ή γύρω από το νεκρό. Οι λήψεις αυτές χρειάζονταν αρκετή ώρα μέχρι να τοποθετηθούν όλοι στην κατάλληλη θέση, ανάλογα με το βαθμό συγγένειας που είχαν με τον νεκρό. Κατά τον 20ό αιώνα γίνονταν και λήψεις όπου όλοι οι κάτοικοι ενός χωριού στέκονταν γύρω από το ανοικτό φέρετρο, στο προαύλιο της εκκλησίας.»
«Αποχαιρετισμοί νεκρών με πλήθος κόσμου συγκεντρωμένο γύρω από ένα ανοιχτό φέρετρο απαθανατίζονταν αρκετά συχνά από τον Λεωνίδα Παπάζογλου και είναι από τα πιο ενδιαφέροντα ομαδικά πορτραίτα που περιέχονται στο αρχείο του. Η λεπτομέρεια με την οποία περιγράφονται τα πρόσωπα προσκαλεί το βλέμμα μας σε μια προσεκτική εξέταση εκφράσεων που εκδηλώνουν συναισθήματα και συχνά μαρτυρούν τη σχέση τους με τον νεκρό. Αυτό όμως που έχει ιδιαίτερη σημασία σ’ αυτές τις φωτογραφίες είναι ότι απεικονίζουν την έννοια της κοινότητας ως συνάθροιση ατόμων, διαφορετικών κάθε φορά, σε μια αποχαιρετιστήρια τελετή αναμνηστικής φωτογραφίας.» (πηγη)