Μας αρέσει η ζωγραφική που εμπνέεται απο θέματα της ελληνικής υπαίθρου, το έχετε καταλάβει προφανώς, όπως επίσης και η ελληνική φορεσιά. Για τους φίλους που μοιράζονται την αγάπη μας εδώ έχουμε συγκεντρώσει 32 πίνακες με φιλελληνική θεματολογία απο Έλληνες ζωγράφους του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα.
Βέγιας Διονύσιος-Χορός στην ΚέρκυραΧατζημιχάλη Αγγελική-ΑυτοπροσωπογραφίαΠανώριος Κωνσταντίνος-Χωριατοπούλα με πανέρι, π. 1885-1890Γιαβόπουλος Όθων-A native beggar of Cyprus, 1931Δούκας Ιωάννης-Προσωπογραφία του Σταύρου Α. ΤουρνικιώτηΜαργαρίτης Φίλιππος-Ο καπετάν-Γκούρας, μετά το 1843Μαργαρίτης Φίλιππος-Ο οπλαρχηγός ΓκούραςΚαλλούδης Αλέξανδρος-Δημ. ΚαλλιφρονάςΜπισκίνης Δημήτριος-Γυναίκα με Ρόκα, 1919Δούκας Ιωάννης-Πορτραίτο του Θεοδωράκη ΓρίβαΒαρουχάς Αριστείδης-ΚερκυραίαΒαρουχάς Αριστείδης-Προσωπογραφία παρασημοφορημένου άνδρα, 1878-82Προσαλέντη Ελένη-Μαυρομιχάλης Κωνσταντίνος, 1899Προσαλέντη Ελένη-Προσωπογραφία του Κωνσταντίνου Μουρούζη, 1904Παπανικολάου Σπυρίδων-Σκηνή απο την Ελληνική επανάσταση, 1944Πιτζαμάνος Γεράσιμος (Αργοστόλι 1787 – Κέρκυρα 1825)-Προσωπογραφία κυρίας με ψάρι στη γυάλαΠροσαλέντης Σπυρίδων-Portrait of Kalidona TricoupisΠροσαλέντης Σπυρίδων-Portrait of Themistoclis TricoupisΠροσαλέντης Σπυρίδων-ΚαπετάνισσαΠροσαλέντης Σπυρίδων-Ιωάννης ΔιοβουνιώτηςΠροσαλέντης Σπυρίδων-Προσωπογραφία του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, 1886Προσαλέντης Σπυρίδων-Προσωπογραφία του Ηλία Μαυρομιχάλη, 1887Προσαλέντης Σπυρίδων-Προσωπογραφία του Νικολάου Στουρνάρη, 1884Φλωρά-Καραβία Θάλεια 01Παχής Χαράλαμπος-Κερκυραία κόρη, π. 1873-1878Χρηστοφής Αλέξανδρος-By the windowΧρηστοφής Αλέξανδρος-Το γνέσιμοΚριεζής Ανδρέας-Υδραία αρχόντισσα, 1847Κριεζής Ανδρέας-Ψαριανός καπετάνιος, π. 1850-1853Ρίζος Ιάκωβος-Οι μητέρες συμμαζεύουν τα παιδιά τους, πριν από το 1897Ρίζος Ιάκωβος-Οι χωρικοί ρωτούν για τον ασθενή, πριν από το 1897Ρίζος Ιάκωβος-Ο Χρήστος παλεύει με τη λύκαινα, πριν από το 1897
Δείτε και άλλους πίνακες με ελληνικές φορεσιές στα άρθρα μας
Για κάποιον που αγαπά τον λαϊκό πολιτισμό και τις παραδοσιακές φορεσιές και χορούς μια επίσκεψη στο Εθνολογικό Λαογραφικό Μουσείο Μακεδονίας Θράκης είναι επιβεβλημένη! Το Μουσείο ιδρύθηκε το 1970 και στεγάζεται στο διατηρητέο κτίριο του 20ού αιώνα, γνωστό ως «Villa Modiano», κατοικία του τραπεζίτη Yiako Modiano και της οικογενείας του. Η βίλα ήταν επίσης γνωστή ως κατοικία του «Παλιού Κυβερνήτη» επειδή φιλοξενούσε κάθε χρόνο τον διοικητή της Μακεδονίας και αργότερα τον Υπουργό της Βορείου Ελλάδος.
Φορεσια απο το Σουφλί Έβρου
Αν και η αυλή του είναι υπέροχη για να πιει κάποιος καφέ μια ηλιολουστη μέρα, ( 2500 τετραγωνικά μέτρα, σχεδόν το μισό της αρχικής περιουσίας του Μοντιάνο) εμείς θα σταθούμε στο εσωτερικό του Μουσείου που ήταν πολύ ενδιαφέρον και αξίζει τον κόπο να επισκεφτείτε ιδίως αν έχετε παιδιά, και θα θέλατε να τα ξεναγήσετε τον τρόπο ζωής των παλιότερων γενεών, καθως το Μουσειο περιλαμβάνει πολλές αλληλεπιδραστικές δράσεις
Φορεσια Πυλαια Θεσσαλονικης και πλάτη Δρυμός Θεσσαλονικης
Στο εσωτερικό του μουσείου φιλοξενούνται συλλογές σχετικές με τις ανθρώπινες δραστηριότητες (γεωργία, κτηνοτροφία κ.α.) και τεχνικές επεξεργασίας (υφανση, ράψιμο, κέντημα, ξυλογλυπτική, μεταλλοτεχνία, κεραμικά) για την κάλυψη των βασικών αναγκών της κοινότητας για τρόφιμα, στέγη, ένδυση καθώς και για την κοινωνική οργάνωση και την πνευματική ζωή των ανθρώπων που ζούσαν στο Βόρειο Ελλαδικό χώρο.
Οι συλλογές αποτελούνται από αντικείμενα που προέρχονται από την προ-βιομηχανική εποχή, κυρίως από τις περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης.
Φορεσια Πομάκας απο τη Σμίνθη Νομού Ξάνθης
Αντιπροσωπεύουν τον τρόπο ζωής των ανθρώπων μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα τόσο στην ύπαιθρο, όσο και στην πόλη. Όσον αφορά την ποσότητα και την ποικιλία τους, πρόκειται για μία από τις πλουσιότερες συλλογές του είδους σε όλη την Ελλάδα.
Σε αυτή την ανάρτηση θα δούμε κάποιες απο τις 55 φορεσιές της μόνιμης συλλογής του Μουσείου και θα επανέλθουμε σε άλλη ανάρτησή μας με κοσμήματα και κεφαλόδεσμους.
Μια έκθεση παραδοσιακών φορεσιών του Μουσείου Μπενάκη υπο την αιγίδα της Βασίλισσας Φρειδερίκης, αποτέλεσε την αφορμή για αυτό το βιβλίο που κυκλοφόρησε στα 1959-1960 και αναφέρεται γενικά στην ελληνική παραδοσιακή φορεσιά, την τέχνη των ραφτάδων, και σε αρκετές συναφείς παραδοσιακές τέχνες όπως η μεταλλουργία, η δημιουργία δαντέλας, το σκάλισμα σε ξύλο, η αγγειοπλαστική και το κέντημα.
Όπως σας έχω υποσχεθεί ξεκινάω σήμερα να σας περιγράφω κάποια απο τα πράγματα με τα οποία ήρθα σε επαφή στο ταξίδι μου στην περιοχή της Αλεξάνδρειας Ημαθίας.
Ανάμεσα στις εξέχουσες γνωριμίες ανθρωπογεωγραφίας που έκανα ήταν και η γνωριμία μου με το Γιώργο Μελίκη. Τον κ. Γιώργο τον γνωρίζετε ασφαλώς απο την εκπομπή «Κάθε τόπος και τραγούδι» μέσω της ΕΡΤ 3. Αυτό που εγώ δεν ήξερα όμως και με μεγάλη έκπληξη ανακάλυψα είναι οτι η μεγάλη αγάπη του για τον ελληνικό λαϊκό πολιτισμό τον έχει ωθήσει να μετατρέψει το γονικό του σπίτι στη Μελίκη Ημαθίας σε ένα ενδιαφέρον Εθνογραφικό Μουσείο με ιδιαίτερες μόνιμες συλλογές και δραστηριότητες για παιδιά και μεγάλους. (ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ 4, ΜΕΛΙΚΗ ΗΜΑΘΙΑΣ, Τ.Κ. 59031, ΤΗΛ. 2331081274 )
Σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να περιγράψω όλα αυτά που είδαμε στη συλλογή του κ. Μελίκη. Θα σταθώ όμως σε δύο τρία ενδιαφέροντα σημεία και απο εκεί και πέρα, θα σας ενθαρρύνω να το επισκεφτείτε για να δείτε και τα υπόλοιπα…
Όλοι έχετε δει την τοπική γυναικεία φορεσιά της Αλεξάνδρειας , του Γιδά δηλαδή. Λίγοι έχουν γνώση όμως για τα διάφορα είδη κεφαλοδεσιμάτων των γυναικείων φορεσιών που προσδιορίζουν την οικογενειακή και την οικονομική κατάσταση της γυναίκας που τους φορά. Στη συλλογή του Γιώργου Μελίκη όμως τα πράγματα γίνονται κατανοητά με μια ματιά, καθώς μπροστά μας συναντήσαμε όλα τα διαφορετικά κεφαλοδεσίματα και ξεναγηθήκαμε στην σημασία τους, όπως την μοιράστηκε μαζί μας η κ. Γιούλη Δήμου, γλωσσολόγος/χοροδιδάσκαλος και ξεναγός μας στο ισόγειο του εθνογραφικού Μουσείου.
Το κεφαλοδέσιμο στο Γιδά έχει απόλυτη σχέση με την ηλικία της γυναίκας που το φορά. Στο Μουσείο Μελίκη μαθαίνουμε οτι η παιδική σκουφίτσα που φορούν τα κοριτσάκια, αντικαθίσταται απο ένα απλό γκριζωπό μαντίλι με σκουρα σχέδια απο το οποίο προβάλλουν οι κοτσίδες του κοριτσιού όταν το κορίτσι περάσει τα 8 και το φορά έως 13 ετών. Η είσοδος στην εφηβεία σηματοδοτεί και την επόμενη αλλαγή.
Από τη στιγμή που μπαίνει στην εφηβεία μέχρι το γάμο της η κοπέλα αλλάζει κεφαλοδέσιμο. Φοράει το «τσεμπέρι» που εικονίζεται παρακάτω, στολισμένο με λουλούδια και κεντήματα.
Σε αυτόν τον κεφαλόδεσμο εμφανίζεται για πρώτη φορά το «μαγλικοτάρι» το πλούσιο αλυσιδωτό κόσμημα του κεφαλιού, που η ποσότητα των αλυσίδων του προσδιορίζει την οικονομική κατάσταση του πατέρα της κοπέλας.
Ο νυφικός κεφαλόδεσμος που ξεκινά να φοριέται την ημέρα του γάμου είναι το «κατσούλι με τις φούντες» και είναι ο πιο εντυπωσιακός και ο πιο γνωστός.
Στο «κατσούλι» που είναι εξαιρετικά πολύπλοκο στο δέσιμο, τα μαντίλια δένονται μαζί με τα μαλλιά της γυναίκας γύρω απο ένα κεντρικό μαξιλαράκι σε οβάλ σχήμα, που δίνει και το σχήμα του κεφαλόδεσμου. Το ενδιαφέρον είναι οτι μέσα σε αυτο οι γυναίκες έραβαν ως φυλαχτό κομμάτι απο πρόσφορο, για να προστατεύονται «απο το κακό».
Σαν παντρεμένη, απο την στιγμή που θα γεννήσει το πρώτο της παιδί, περίπου ένα χρόνο μετά το γάμο δηλαδή, όπως συμβαίνει σε όλη την Ελλάδα, η γυναίκα του Γιδά αρχίζει να αφαιρεί απο το κεφαλοδέσιμό της διακοσμητικά εξαρτήματα. Πρώτες φεύγουν οι φούντες και έτσι έχουμε αυτόν τον κεφαλόδεσμο το «κατσούλι με τα μαγλικοτάρια»
Το ενδιαφέρον σε αυτό τον κεφαλόδεσμο είναι οτι τα μαγλικοτάρια μας δίνουν μια σαφή εικόνα της οικονομικής κατάστασης της νέας της οικογένειας σε αντιδιαστολή με την πατρική της οικογένεια. Το εμπρός μαγλικοτάρι ανήκει στην οικογένεια του συζύγου. Το πίσω στην πατρική οικογένεια. Ανάλογα λοιπόν το μέγεθος και τις αλυσίδες μπορεί κανείς με μια ματιά να καταλάβει αν η κοπέλα είχε «κακοπέσει» στο γάμο της ή αν είχε την τύχη να μπεί σε πλούσιο σπίτι.
Όσο η γυναίκα μεγαλώνει τα κοσμήματα αφαιρούνται πλέον και αντικαθίστανται απο ένα μαντίλι που καλύπτει τα μάγουλα και το σαγόνι. Έτσι έχουμε το «κατσούλι» της μεσήλικης.
Αν δε ο θάνατος χτυπήσει την πόρτα της οικογένειας τότε όλο το κεφαλοδέσιμο είναι στα μαύρα, ένα χοντρό μαύρο μαντίλι που καλύπτει μάγουλα και λαιμό
Όλοι αυτοί οι κεφαλόδεσμοι παρουσιάζονται αναλυτικά σε ένα τμήμα του κάτω ορόφου της συλλογής και μας εισάγουν στον λαϊκό πολιτισμό του Γιδά… αλλά δεν έχουμε μόνο αυτά… η περιήγηση στο Μουσείο Μελίκη συνεχίζεται…
Το Παλαιοχώρι Χαλκιδικής είναι ένα χωριό της ΒΑ Χαλκιδικής. Βρίσκεται στην κύρια οροσειρά τους όρους Χολομώντα στη βορειοανατολική Χαλκιδική, σε υψόμετρο περίπου 550 μέτρων στο κέντρο του τριγώνου που σχηματίζουν τα χωριά Νεοχώρι ανατολικά σε απόσταση 3 χλμ, Αρναία δυτικά σε απόσταση 5 χλμ και Μεγάλη Παναγία νότια σε απόσταση 7 χλμ. Χωροταξικά είναι οικισμός 5ουεπιπέδου. Τοπογραφικά χαρακτηρίζεται από επίπεδο ανάγλυφο και την κοίτη του ποταμού Χαβρία. Η μορφή του ακολουθώντας το ίχνος του ποταμού είναι γραμμική. Στην περιοχή του γεωμετρικού κέντρου του οικισμού βρίσκεται η κεντρική πλατεία και ανατολικότερα η παλιά εκκλησία των Ταξιαρχών, κύριο σημείο αναφοράς του χωριού.
Εδώ παρουσιάζουμε σήμερα την τοπική ανδρική και γυναικεία παραδοσιακή φορεσιά του χωριού
Παραδοσιακή Φορεσιά ανδρική
Οι Παλαιοχωρινοί μέχρι το 1880 φορούσαν φουστανέλλες. Μετά ξεκινάει να φοριέται η παραδοσιακή φορεσιά του Παλιοχωρινού η οποία αποτελείται απο τα παρακάτω ενδύματα. Μπενεβρέκι ή σιαγιάνι είδος βράκας από ύφασμα μάλλινο (δίμυτο) σε χρώμα μαύρο, υφασμένο στον αργαλειό του σπιτιού. Φαρδύ με σέλα που κρέμονταν αρκετά στο πίσω μέρος. Δύο βαθιές τσέπες στα πλάγια, ίδιο μπρος πίσω με μάκρος ως τα παπούτσια. Δένονταν στη μέση με μια λουρίδα από ύφασμα, περασμένη εσωτερικά που με το σφίξιμο σχημάτιζε σούρα. Φανέλλα υφαντή η πλεχτή μάλλινη ή μαλλοβάμβακη ίδια χειμώνα καλοκαίρι. Πουκάμισο από ύφασμα του αργαλειού ή κάμποτ σε χρώμα γεράνιο (σκούρο μπλε) Βρακί άσπρο ίδιο σχέδιο με το μπενεβρέκι, μακρύ έδενε πάνω από τον αστράγαλο. Σκ΄φούνια (κάλτσες) μάλλινα πλεχτά, σε χρώμα μαύρο καφέ η σιάργκαβου (γκρι). Βέστα γιλέκο από ύφασμα χονδρό μάλλινο χωρίς μανίκια. Φοριόταν πάνω από το πουκάμισο, κούμπωνε στα πλάγια και είχε δυο μεγάλες τσέπες μπροστά. Ντουλαμάς φοριόταν πάνω από τη βέστα, ήταν από το ίδιο ύφασμα χωρίς γιακά και κουμπιά με μάκρος ως τη μέση. Ζουνάρι από ύφασμα μάλλινο λεπτό σε χρώμα βυσσινί, μακρύ 2,5 περίπου μέτρα και φάρδος 25-30 πόντους. Τραγιάσκα σε χρώμα μαύρο ή καφέ με κουμπί στην κορυφή και τρίγωνα κομμάτια, με στρογγυλή ραφή η με πιέτες στο πίσω μέρος οι γιορτινές. Τις φορούσαν χειμώνα-καλοκαίρι. Παπούτσια μαύρα φαρδιά χωρίς κορδόνια έμπαιναν και έβγαιναν ελεύθερα.
Παραδοσιακη Φορεσιά γυναικεία
Φουστάνι από ύφασμα του αργαλειού (μεταξωτό) ριγέ ή μονόχρωμο ή κλαδωτό αγοραστό. Το πάνω μέρος στενό εφαρμοστό λίγο πιο κοντό από τη μέση. Χωρίς γιακά κούμπωνε μπροστά ως τη μέση. Το κάτω μέρος μακρύ ως το χώμα με πιέτες που άρχιζαν από τη μέση άνοιγαν κάτω σ΄έναν φαρδύ ποδόγυρο. Η φούστα (το μπόι) μπροστά άφηνε ένα άνοιγμα που το σκέπαζε η ποδιά. Καβάδι φόρεμα καπιτονέ μονοκόμματο, το φορούσαν οι πιο ηλικιωμένες. Ποδιά μάλλινη υφαντή σε διάφορα χρώματα μονόχρωμη η κλαδωτή (καλλιγραφένια) μια πιθαμή κοντύτερη από το φουστάνι. Κοντογούνι ζακέτα από ύφασμα μονόχρωμο μάλλινο (ή λούτρο) με γιακά και μακρύ μανίκι, μεσάτο με ζώνη στο πίσω μέρος. Τα μανίκια σχημάτιζαν στους ώμους πιέτες και είχαν στην άκρη όπως και ο γιακάς βελούδο (κατηφέ). Κούμπωνε μπροστά με ένα κουμπί. Λιμπαντές γρίζινη κοντή ζακέτα
Γούνα το επίσημο χειμωνιάτικο ένδυμα. Εξωτερικά είχε μαύρο μάλλινο ύφασμα και εσωτερικά γούνα. Ανοιχτή μπροστά κατέληγε σ΄ένα γύρισμα σ΄όλο το μάκρος και φαινόταν η γούνα.Το μάκρος της πιο κοντό από το φουστάνι. Καβούκι είδος φεσιού. Με χρυσοκέντητο «τεπέ» πάνω και κλαδωτό μεταξωτό μαντήλι (σιρβέτα) δεμένο γύρω-γύρω, καρφίτσα στο πλάι και φούντα από συρμάτινη χρυσοκλωστή (κ΄σάφια). Εσώρουχα φανέλα πλεχτή του αργαλειού. Πουκαμίσα άσπρη μακριά. Από πάνω φούστα λεπτή με κόρφο χωρίς μανίκια. Μία δεύτερη φούστα χονδρή απ΄τη μέση και κάτω, φαρδιά όσο το φουστάνι. Βρακί με τέσσερις βρακοζώνες (κορδόνια) που δένονταν δύο μπροστά, δύο πίσω και άλλα κάτω από τα γόνατα. Ζώνη που κούμπωνε με διπλές μπρούτζινες τόκες μπροστά Σκ΄φούνια ίδια με τα ανδρικά λίγο μακρύτερα. Μποτίνια δετά ή με κούμπωμα και χαμηλό τακούνι. Χτένισμα χωρίστρα στη μέση, μία η δύο πλεξούδες που έπεφταν στην πλάτη ή τυλίγονταν κυκλικά στο κεφάλι. Κοσμήματα σειρές ντούμπλες ή φλουριά στο στήθος ανάλογα με την οικονομική τους κατάσταση, βραχιόλια και σκουλαρίκια χρυσά.
Η Ευθυμία Αγιτζίδου σε αυτή την εργασία η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ, 36|2007, 225-254 αναφέρεται στην παραδοσιακή γυναικεία φορεσιά του Σοχού Θεσσαλονίκης. Αξίζει τον κόπο όσοι ενδιαφέρονται για την ελληνική παραδοσιακη φορεσιά να διαβάσουν το άρθρο που μπορείτε να το βρείτε full text στον παρακάτω σύνδεσμο
The writer Efthimia Agitzidou in this work published in the journal of the Society for Macedonian Studies MAKEDONIKA, 36 | 2007, 225-254 describes the female greek traditional dress of Soxos in Thessaloniki .It’s worth for those interested in Greek traditional dress to read the article that you can find full text on the link below
Παπάζης Ευάγγ. με τη σύζυγό του Μαρία και την πρωτότοκη κόρη τους Δήμητρα (μετέπειτα Αδαμίδου)Φωτογραφία από το Ola Sohos στο facebook του Σάκη Βραζιλιάνου. Η δήμαρχος Μενέλαος Βασιλικός χορεύει με τις φουστανούσσες.
Bρήκαμε εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και αναδημοσιεύουμε σήμερα την πρωτότυπη έρευνα του Χρήστου Κ. Κόϊου σχετικά με την ιστορία του γνωστού τραγουδιού «Μπέλα Ολυμπία» που είναι και ιστορία της οικογένειάς του!
«Στη Γρίβα της Μακεδονίας, στους πρόποδες του Πάικου, γεννήθηκε το τραγούδι αυτό από την ιστορία της Ολυμπίας Κόϊου, κόρη του μεγαλοκτηνοτρόφου Χρήστου Kόϊου και της Πετρούλας γεννήθηκε το 1896 και ήταν η μεγαλύτερη κόρη της 6μελής οικογένειας και αδερφή των Διονύση (1900), Μαρίας (1903) και Κύρου (1910).
Η Ολυμπία ήταν μια πανέμορφη κάτασπρη κοπέλα, ψηλή και ξανθιά, εξ΄ ού και το μετέπειτα προσωνύμιο της «Μπέλα» που σημαίνει όμορφη και στα «Εντόπια».Τα πανέμορφα χαρακτηριστικά , η κορμοστασιά και η ομορφιά της γρήγορα την έκαναν ξακουστή στην γύρω περιοχή και έγιναν η αιτία, να δημιουργήσει μεγάλη φήμη
Όταν ήταν πλέον σε ηλικία γάμου, άρχισαν και τα προξενιά. Πλούσιοι γαμπροί συνέρρεαν στη Γρίβα, από παντού. Σε καθημερινή βάση στο πατρικό της σπίτι, πριν την πλατεία του χωριού, κατακλύζονταν από υποψήφιους γαμπρούς, μουσικά όργανα και καντάδες..
Η Ολυμπία όμως, παρά τα πάμπολλα ταξίματα και προικιά ήδη αγαπούσε τον Πούλκα Ιωάννη, μετέπειτα άντρα της, Γραμματέα και Πρόεδρο του χωριού, και απέκτησαν 4 παιδιά. Τον Θεόδωρο, την Αθηνά, την Φιλίτσα και τον Χρήστο.
Ολυμπία Κόιου (Μπέλα Λυμπίω) το 1913 με τον σύζυγο της Πούλκα Ιωάννη φορώντας την μοναδική παραδοσιακή ενδυμασία της Γρίβας «άλα Τούρκα» πηγη
Το τραγούδι εξιστορεί την προσπάθεια των επίδοξων γαμπρών, μαζί με τις προσφορές προικός και επίδειξη του πλούτου τους, να πείσουν την Ολυμπία και τους γονείς της, με τα ταξιματά τους, να τους επιλέξει.
Η μπέλα Ολυμπία απεβίωσε σε ηλικία 90 ετών (1986) και ενταφιάστηκε στο κοιμητήριο του Ι.Ν. Αγίου Αθανασίου Γρίβας.
Τα λόγια του τραγουδιού παρατίθενται αμέσως παρακάτω:
Τα όργανα βαρούνε μπέλλα Λυμπιώ
τα όργανα βαρούνε μπέλλα Λυμπιώ,
γλυκιά μου μάνα Γουμεντσιώτες πάνε
Γουμεντσιώτες πάνε απ΄ τ’ς γκρέντες να κοιτάνε.
Παν τα Παληκάρια μπέλλα Λυμπιώ
παν τα Παληκάρια μπέλλα Λυμπιω
Γλυκιά μου μάνα να πάρουν την Λυμπίω
να πάνε την Λυμπίω στην εκκλησιά
Έμπρος πάει η μπέλλα, μπέλλα Λυμπιώ
έμπρος πάει κι ο Ντίνος, ο Ντίνος ο ρουσσός
ωχ αμάν αμάν, ο Ντίνος ο ρουσσός
ωχ αμάν αμάν, του Ατζιμιτσιώφ.
Έμπρος πάει η μπέλλα, η μπέλλα Λυμπιώ
άπο πίσω πάει, Ντίνος Ατζιμιτζιώφ
τον ακολουθεί ο Θάνος ο Μπούλεβ
ο Θάνος ο Μπούλεβ την ακολουθεί
Πιό πίσω από τον Ντίνο, μπέλα Λυμπιώ
πιό πίσω κι απ΄ τον Θάνο, μπέλα Λυμπιώ
είναι και ο Γιάννης, ο Γραμματικός
ωχ αμάν αμάν ο Γιάννης ο Πούλκας
Ο Ντίνος έχεις σπίτι, σπίτι με αυλή,
ο Ντίνος έχεις σπίτι, σπίτι με αυλή,
εχεί μεγάλο σπίτι, τεράστιο κονάκι,
οικόπεδο μεγάλο κι άλλο θε να φτιάσει
Ο Γιάννης σπίτι δεν έχει, μπέλλα Λυμπιώ
ο Γιάννης σπίτι δεν έχει, που θα μείνετε
πως θα παντρευτείτε τι σπιτικό θα κάνετε
με άδειο τρουβά πως θα ζήσετε