Αρχείο κατηγορίας ΕΘΙΜΑ ΔΩΔΕΚΑΗΜΕΡΟΥ

Βασιλοπιτα: ένα έθιμο με μεγάλη ιστορία!

Η αλλαγή του χρόνου συνοδεύεται πάντα με την κοπή μιας πίτας – ενός γλυκίσματος όπως συνηθίζεται σήμερα – γνωστού σε όλους ως Βασιλοπιτα. Και αλήθεια είναι οτι η Βασιλοπιτα είναι ένα έθιμο που κρατιέται πατροπαράδοτα απο γενιά σε γενιά και δεν νοείται πρωτοχρονιά δίχως την παρουσία της.

Ωστόσο λίγοι γνωρίζουν οτι οι ρίζες του εθίμου αυτού μας οδηγούν στην μακρινή αρχαία Ελλάδα. Οι αρχαίοι πρόγονοί μας συνήθιζαν σε μεγάλες αγροτικές γιορτές να προσφέρουν άρτους στους Θεούς. Τέτοιες γιορτές ήταν τα Θαλύσια, γιορτή του θερισμού προς τιμήν της Θεάς Δήμητρας όπου προσέφεραν την απαρχή των δημητριακών και έφτιαχναν τον «Θαλύσιο άρτο» και τα Θαργήλια, γιορτή του Απόλλωνα, οπότε έψηναν τον «θάργηλο» ή την «ευετηρία».

Αλλά κατεξοχήν προσφορά άρτου γινόταν στα Κρόνια, γιορτή που τελούνταν την νύχτα της εαρινης ισημερίας (21 Ιουνίου – 12η μέρα του μήνα Εκατομβαιώνος  σύμφωνα με το αρχαίο ημερολόγιο). Η γιορτή αυτή περιλάμβανε ευχαριστήριες θυσίες για το τέλος της συγκομιδής, και κάθε νοικοκυριό θα έπρεπε να προσφέρει ως θυσία στον Κρόνο, άρτο και φρούτα. Για να μνημονευθεί, μάλιστα, η εποχή του χρυσού αιώνα της βασιλείας του Κρόνου (προτού τον εκθρονίσει ο γιος του Ζευς), κατά την οποία μεταξύ των ανθρώπων επικρατούσαν ευδαιμονία και ελευθερία, επέτρεπαν στους δούλους να συμπεριφέρονται ως ελεύθεροι. Την ημέρα αυτή επίσης οι δούλοι θα έπρεπε να κάθονται στο ίδιο τραπέζι με το αφεντικό ως αποζημίωση για τον τόσο κόπο που έκαναν στην συγκομιδή της σοδειάς.

Τα Κρόνια (που κατά παραφθορά μπορούν να γίνουν και Χ-ρόνια) κατά τη ρωμαϊκή εποχή συνδέθηκαν με τον θεό Saturnus, τον αντίστοιχο Θεό του ρωμαϊκού πανθέου και εορτάζονταν στις 17 Δεκεμβρίου με παρόμοιο τρόπο. Η γιορτή αυτή περιλάμβανε δημόσια αργία, καθώς και διάφορα έθιμα, όπως την ανταλλαγή μικρών δώρων ή υπαίθριες αγορές. Είναι ενδιαφέρον οτι την ημέρα της γιορτής και για τις επόμενες τρείς ημερες αναστέλλονταν η απαγόρευση στα τυχερά παιχνίδια, τα οποία επιτρέπονταν ακόμα και για τους δούλους.

Κατά την 21η και την 22α Δεκεμβρίου γινόταν αγορά, στην οποία πωλούσαν αγαλματίδια που ονομάζονταν σιγιλάρια (sigillaria). Σύμφωνα με το έθιμο, οι εορτάζοντες έπρεπε να αγοράζουν τέτοια αγαλματάκια και να τα προσφέρουν στους γνωστούς και φίλους τους, ευχόμενοι «Bona Saturnalia». Οι πλούσιοι μοίραζαν στους φτωχούς γενναία χρηματικά βοηθήματα. Μεταξύ των δώρων ήταν και λαμπάδες, επειδή, όπως πίστευαν, το φως τους ενίσχυε το φως τού ηλίου, το οποίο ελαττωνόταν την εποχή αυτή.

Τις περισσότερες πληροφορίες για τις τελετές των Σατουρναλίων μνημονεύει ο Λατίνος συγγραφέας του 5ου μΧ αιώνα Μακρόβιος στο έργο του «Saturnalia». Τα Σατουρνάλια διατηρήθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια των ρωμαϊκών αυτοκρατορικών χρόνων, μέχρι τον 5ο μ.Χ. αιώνα, οπότε καταργήθηκαν υπό την επίδραση του Χριστιανισμού. Ωστόσο, πολλά από τα έθιμά τους (ανταλλαγή δώρων, γλέντια, χαρτοπαιξία κ.ο.κ.) διατηρήθηκαν και μεταβιβάστηκαν στον εορτασμό της Πρωτοχρονιάς.

Για να πάμε τώρα στη Βασιλόπιτα. Η πίτα αυτή, που ανήκει στα αγροτικά ελληνικά έθιμα σχετίζεται με τον Μέγα Βασίλειο γι αυτό και φέρει το όνομά του. Η παράδοση λέει οτι στην πόλη Καισάρεια όπου ήταν επίσκοπος ο Μέγας Βασίλειος ένας σκληρός έπαρχος της Καισαρείας, επέβαλε βαρύτατους φόρους για να αγοραστούν πολεμικά εφόδια εκείνης της εποχής για την αυτοκρατορία ή για να εξαγοραστούν αιχμάλωτοι πολέμου.

Μη έχοντας οι κάτοικοι να πληρώσουν, κατέφυγαν στον επίσκοπό τους. Τότε ο Άγιος τους προέτρεψε να μαζέψουν όλα τα κοσμήματα των γυναικών τους και να τα βάλλουν σε ένα κιβώτιο.

Ύστερα από λίγες μέρες, ο Άγιος πήρε το κιβώτιο με τα κοσμήματα και πήγε στον έπαρχο για να τα παραδώσει. Ο έπαρχος όμως δεν τα πήρε, Η μία έκδοση λέει ότι ντράπηκε μπροστά στην αγιότητα και στην μεγάλη αυτή μορφή του Μεγάλου Βασιλείου, και η άλλη εκδοχή λέγει ότι δεν τα δέχτηκε επειδή εν τω μεταξύ είχαν απελευθερωθεί οι αιχμάλωτοι. Είτε το ένα ισχύει είτε το άλλο, πάντως τα κοσμήματα επεστράφησαν.

Σύμφωνα με άλλη εκδοχή του μύθου ένας αχόρταγος στρατηγός – τύραννος της περιοχής, ζήτησε κάποια μέρα να του δοθούν όλοι οι θησαυροί της πόλης αλλιώς θα την πολιορκούσε για να τη λεηλατήσει.

Ο Μέγας Βασίλειος ολόκληρη τη νύχτα προσευχόταν να σώσει ο Θεός την πόλη. Ξημέρωσε η νέα μέρα και ο στρατηγός αποφασισμένος με το στρατό του περικύκλωσε αμέσως την Καισαρεία. Τότε ο Άγιος παρακάλεσε τους χριστιανούς να φέρουν απο τα σπίτια τους ότι χρυσαφικά είχαν για να γλιτώσουν την πόλη τους και ο κόσμος τα έφερε και τα μάζεψε σε ένα σωρό. Κάλεσε λοιπον ο Μέγας Βασίλειος το στρατηγό και του τα πρόσφερε.

Αλλά όμως εκεί που πήγε να βάλει χέρι ο αχόρταγος δυνάστης πάνω στα κοσμήματα του κόσμου, φάνηκε μια  λάμψη και αμέσως μετά ένας λαμπρός καβαλάρης όρμησε με το στρατό του επάνω στον σκληρό στρατηγό και τους δικούς του. Σε ελάχιστο χρόνο ο κακός στρατηγός και οι δικοί του αφανίστηκαν. Ο λαμπρός καβαλάρης ήταν ο Άγιος Μερκούριος και στρατιώτες του οι άγγελοι.Έτσι σώθηκε η πόλη της Καισαρείας.

Όπως και να έχει το πράγμα ο Μέγας Βασίλειος τελικά βρέθηκε σε δύσκολη θέση! Θα έπρεπε να δώσει πίσω τα χρυσαφικά στους κατοίκους της Καισάρειας και να πάρει ο καθένας ό,τι ήταν δικό του. Αλλά πώς θα ήξερε σε ποιόν ανήκε τι; Προσευχήθηκε λοιπόν και μετά κάλεσε τις γυναίκες να ζυμώσουν όλες από ένα ψωμάκι. Μέσα στον καθένα άρτο έβαζε και ένα χρυσαφικό. Όταν αυτά ετοιμάστηκαν, τα μοίρασε τυχαία, σαν ευλογία στους κατοίκους της πόλης της Καισαρείας. Η παράδοση λέει οτι κατά θαυμαστό τρόπο καθένας πήρε ο,τι πραγματικά του ανήκε.

Εις ανάμνηση της ιστορίας αυτής και σήμερα στην Βασιλόπιτα κρύβουμε ένα νόμισμα που θεωρείται γούρι και τύχη για αυτόν που θα το κερδίσει. Η λέξη «γούρι» θεωρείται πως προέρχεται από το λατινικό augurium (του ρήματος auguro = αυξάνω), που σημαίνει οιωνός ή και από τη τουρκική λέξη uğur. Γενικά το νόμισμα θεωρείται αντιβασκάνιο φυλαχτό και ιδίως αν είναι κωνσταντινάτο.

Παλιότερα στη Βόρεια Εύβοια μέσα στην Βασιλόπιτα έκρυβαν τρια κλαδάκια. Ένα απο αμπέλι, ένα απο στάχυ και ένα απο πουρνάρι. Σε όποιον τύχαινε το κλαδάκι αμπελιού έλεγαν θα γινόταν καλός αμπελουργός, αυτός με το στάχυ, καλός γεωργός, και εκείνος που θα πετύχαινε το πουρνάρι, καλός τσοπάνος.

Οι λαογράφοι συνδέουν επίσης τη βασιλόπιτα με τα «μελίπηκτα» τις αρχαίες προσφορές τόσο προς τους θεούς όσο και προς τους νεκρούς ή τους κακούς δαίμονες για την εξασφάλιση της υγείας και της καλής τύχης. Σε αυτή  τους την άποψη συνεπικουρεί ο τρόπος κοψίματος της Βασιλόπιτας απο τον πατέρα- αρχηγό της οικογένειας αφού πρώτα τη σταυρώσει με το μαχαίρι και ευχηθεί καλή χρονιά. Τα πρώτα κομμάτια είναι του Χριστού, της Παναγίας, του Αγίου Βασίλη, του σπιτιού (το πνεύματα της οικίας), του φτωχού, (των μαγαζιών, των κτημάτων και των ζώων αν υπάρχουν) και μετά ακολουθούν τα μέλη της οικογένειας με τη σειρά και οι υπόλοιποι παρευρισκόμενοι.

Σας εύχομαι καλή χρονιά με υγεία , χαρά και κάθε καλό!

Πηγες

https://www.sansimera.gr/articles/1029

https://www.youweekly.gr/article/weird/163823-i-istoria-tou-polipothitou-flouriou-sti-vasilopita

http://www.gorgopotamosvillage.gr/laografia/protoxronia/basilopita.htm

https://www.ekklisiaonline.gr/nea/agios-vasilios-1-ianouariou-i-zoi-to-ergo-tou-ke-i-vasilopita-tin-protochronia/

https://www.achaianews.gr/news/61-%CE%BA%CE%BF%CE%B9%CE%BD%CF%89%CE%BD%CE%AF%CE%B1-2/32737-%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CF%80%CE%BF%CF%85-%CF%80%CF%81%CE%BF%CE%AD%CF%81%CF%87%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%B1%CE%B9-%CE%B7-%CE%B2%CE%B1%CF%83%CE%B9%CE%BB%CF%8C%CF%80%CE%B9%CF%84%CE%B1-%CF%84%CE%B1-%CE%B3%CE%BF%CF%8D%CF%81%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CF%80%CF%81%CF%89%CF%84%CE%BF%CF%87%CF%81%CE%BF%CE%BD%CE%B9%CE%AC%CF%82

Advertisement

Έθιμα του Δωδεκαήμερου στα χωριά του Νοτίου Πηλίου

«Τα Χριστούγεννα για τον κάτοικο του χωριού αρχίζουν πολλές μέρες
νωρίτερα. Αρχίζουν με τη νηστεία. Χωρίς αυτή θα έχαναν την αξία τους οι ψυχικές
εξαγνιστικές γιορτές. νηστεία προδιαθέτει τον αγρότη, του δημιουργεί την
ανυπομονησία εκείνη, που μεταβάλλεται σε χαρμόσυνο και πανηγυρικό γεγονός την
ημέρα της γιορτής.
Τα κάλαντα που αντηχούν αυτές τις άγιες μέρες είναι τα γνωστά «καλημέρα»,
οι έμμετρες, δηλαδή, ευχές που ψάλλουν στα σπίτια, κρατώντας το γνωστό καραβάνι.
Είναι έθιμο που έχει τις ρίζες του στις παλαιοχριστιανικές εποχές. Στα τελευταία
χρόνια επικράτησαν τα κάλαντα, τα λεγόμενα «συριανά» που τα διακρίνει
λογιωτατισμός με τις καθαρευουσιάνικες εκφράσεις.
«Καλήν ημέραν άρχοντες αν είναι ορισμός σας,
Χριστού τη θεία γέννηση να πω στ’ αρχοντικό σας,
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει. . . ».
Όμως σε πολλά μέρη της Μαγνησίας και κυρίως στα ορεινά του ΓΙηλίου και
του Λαύκου, τα κάλαντα παίρνουν μια ξεχωριστή εκφραστική δύναμη, γραμμένη στη
γλώσσα του τόπου και τους ιδιωματισμούς του.
«Κυρά Θεοτόκο εκοιλοπόνα και παρεκάλει
Επαρεκάλει τους άγιους όλους,
τους άγιους όλους τους αρχαγγέλους.
Τους αρχαγγέλους τους Αποστόλους.
-Βοηθήσετέ με τούτη την ώρα,
την βλογημένη και δοξασμένη.
-Ώστε να πάνε και γυρίσουν
μαμή να φέρουν
Χριστός γεννιέται!
Σαν ήλιος λάμπει σαν νιο φεγγάρι
σαν νιο φεγγάρι το παλληκάρι»

Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, εκτός από τα γνωστά λόγια κάλαντα
τραγουδούν και τα παρακάτω:
«Ετέλειωσε χρόνος ήρθε και η Πρωτοχρονιά
Βασιλείου του Μεγάλου ευχόμαστε χρόνια πολλά.
Δάφνες εις την κεφαλήν σας πάντοτε χλωρές
να ανθίσουν στιςχαρές σας και στις άλλες τις γιορτές»
Στη συνέχεια, οι πηλιορείτισσες νοικοκυρές ζυμώνουν και σήμερα και ψήνουν
την παραδοσιακή βασιλόπιτα όπου βάζουν τον καθιερωμένο «παρά» και ακόμα
μικρά «τσακνάκια» από ελιά, κλήμα, πουρνάρι και άχυρο, που θα πέσουν βέβαια στα
μέλη της οικογένειάς τους με το μοίρασμα της βασιλόπιτας και θα «δείξουν» το
ριζικό του καθενός στον καινούργιο χρόνο. Τη νύχτα της Πρωτοχρονιάς, τα κορίτσια
θα «φιλέψουν» τη βρύση της γειτονιάς τους με γλυκίσματα και σπόρους για να
«γλυκάνουν» το στοιχειό του νερού και τα χαράματα θα κουβαλήσουν απ’ την ίδια
πηγή το «ασύντ’χου νιρό» (το αμίξητο νερό) με το οποίο θα ραντίσουν το σπιτικό
τους λέγοντας την ευχή:

«Όπους τρεχ ’ το νιρό
να τρέχ ’ κι του βιο
στον σπιτ ’ κι στον χουριό»
Στην αλλαγή του χρόνου θα «βασιλέψουν» και τα όπλα, χαιρετίζοντας με
μπαταρίες την καινούργια χρονιά, ενώ ανήμερα της μεγάλης μέρας νοικοκύρης θα
σπάσει «για το καλό» στο κατώφλι του σπιτιού του το ρόδι και θα τρατάρει αυτόν
που έκανε ποδαρικό στο σπίτι με σταφίδες, στραγάλια και λουκουμάδες για να φέρει
γούρι όλο το χρόνο. Τέλος, μια παλιά συνήθεια της παραμονής, είναι να πλένουν οι
νοικοκυρές τα ρούχα – για να μην τα βρει άπλυτα καινούργιος χρόνος –
χρησιμοποιώντας μάλιστα, αντί άλλου απορρυπαντικού, τη φυλαγμένη απ’ την
παραμονή των Χριστουγέννων στάχτη του τζακιού, που είναι «αμαγάριστη» απ’ τα
καλικαντζάρια. ..
Τα Φώτα κλείνουν το τρίπτυχο των μεγάλων γιορτών του «Δωδεκαημέρου».
Τα παιδιά δεν συνήθιζαν να τραγουδούν τα Φώτα όπως τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά. Το πρωί της παραμονής των Φώτων, αναγγέλλουν τραγουδιστά το
χαρμόσυνο γεγονός της βάπτισης του Κυρίου με τα ακόλουθα κάλαντα:
«Σήμερα είναι των Φώτων
’ αγιάζουν οι παπάδες
και μεσ ’ στο. σπίτια μπαίνουνε
και λεν τον Ιορδάνη
βοήθεια να τον έχουμε
τον Άγιο Ιωάννη. . .».
Την παραμονή των Φώτων επίσης, παπάς του χωριού παίρνει «σβάρνα» όλα
τα σπίτια του χωριού και με την «αγιαστούρα» του διώχνει το βρωμερό λεφούσι των
καλικάντζαρων, που, ολάκερο το «Δωδεκαήμερο», ταλαιπωρούσε και μαγάριζε τους
πηλιορείτες και το βιο τους. Μαζί με τον αγιασμό των υδάτων, ίδιος αγιασμός
έμπαινε και μέσα στα σπίτια και αφού έπινε με τη σειρά όλη οικογένεια,
ραντίζονταν οι τέσσερις γωνιές του σπιτιού, καθώς και τα κτήματα, για να
προφυλάσσονται από τις αρρώστιες. Εξάλλου, με τον αγιασμό των νερών ξεκινούν
και οι ναυτικοί τα ταξίδια τους.»

Απόσπασμα απο την πτυχιακή εργασία της Βασιλικής Μάνη «Ιστορία των Νοοτροπιών
στα χωριά του Νοτίου Πηλίου»

Πώς βγήκαν οι λέξεις «κουραμπιές» και «μελομακάρονο»

Η φίλη μου Φρόσω μου έστειλε μια ανάρτηση χτες που μου άρεσε πολύ και πιστεύω οτι και εσείς θα τη βρείτε εξισου ενδιαφέρουσα. Αφορά την ονομασία των δύο πιο δημοφιλών γλυκών της εποχής των Χριστουγέννων, άρρηκτα συνδεδεμένων με την παράδοσή μας.

Σύμφωνα με το site constantinoupoli.com ο Δημήτρης Σταθακόπουλος, (δρ. κοινωνιολογίας της Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, μουσικολόγος και δικηγόρος) έψαξε και βρήκε οτι ο κουραμπιές, (Qurabiya στα Αζέρικα, Kurabiye στα Τούρκικα και φυσικά κουραμπιές στα ελληνικά), προέρχεται απο τις λέξεις Kuru = ξηρό, biye = μπισκότο.

Γράφει η ανάρτηση:

«Όμως, η ονομασία μπισκότο καθιερώθηκε τον Mεσαίωνα, ετυμολογικά προερχόμενη από το λατινογενές bis-cuit, που σημαίνει ψημένο δύο φορές (στα αρχαία ελληνικά λεγόταν δί-πυρον), ως τεχνική ψησίματος για να μην «χαλάει» εύκολα ο άρτος, κυρίως των στρατιωτών και των ναυτικών.

Στα σύγχρονα ιταλικά, η λέξη είναι biscotto (τo cookies έχει φλαμανδική / ολλανδική προέλευση που πέρασε στην αγγλική γλώσσα). Το λατινικό bis-cuit διαδόθηκε μέσω των Βενετών εμπόρων και στην Ασία, όπου καθιερώθηκε ως παραφθορά της λατινικής λέξης, σε biya/biye, οπότε συνδέθηκε με το δικό τους Qura /Kuru (ξηρό) και έδωσε τη νέα μικτή (λατινο-ανατολίτικη) λέξη Qurabiya / Kurabiye, η οποία με αντιδάνεια ξαναγύρισε στη δύση και ελληνοποιημένη πλέον έδωσε το «κουραμπιές» με την έννοια του ξηρού μπισκότου, που διανθίστηκε με αμύγδαλα, ζάχαρη άχνη κ.λπ.

Τα μελομακάρονα έχουν ετυμολογικά αρχαιοελληνική προέλευση όσο και αν το μυαλό πάει στο «ιταλικό» μακαρόνι. Στα λεξικά αναφέρεται ότι η λέξη «μακαρόνι» παράγεται από τη μεσαιωνική ελληνική λέξη «μακαρωνία» (επρόκειτο για νεκρώσιμο δείπνο με βάση τα ζυμαρικά, όπου μακάριζαν το νεκρό). Η μακαρωνία με τη σειρά της έρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη «μακαρία», που δεν ήταν άλλο από την ψυχόπιτα, δηλαδή, ένα κομμάτι άρτου, στο σχήμα του σύγχρονου μελομακάρονου, το οποίο το προσέφεραν μετά την κηδεία.

Αργότερα, όταν η μακαρία περιλούστηκε με σιρόπι μελιού ονομάστηκε: μέλι+μακαρία = μελομακάρονο και καθιερώθηκε ως γλύκισμα του 12ημέρου, κυρίως από τους Μικρασιάτες Έλληνες και με το όνομα «φοινίκια». Οι Λατίνοι και αργότερα οι Ιταλοί χρησιμοποιούσαν τη λέξη μακαρωνία ως maccarone που τελικά κατέληξε να σημαίνει το σπαγγέτι.»

Καλή όρεξη λοιπόν και Καλές γιορτές με υγεία και χαρά!