Ο τσαρουχοποιός: Παραδοσιακά επαγγέλματα που χάθηκαν

Τσαρουχοποιός στη Λιβαδειά- shoemaker in Livadeia from SCHWEIGER LERCHENFELD, Amand, (Freiherr von). Griechenland in Wort und Bild, Eine Schilderung des hellenischen Konigreiches, Leipzig, Heinrich Schmidt & Carl Günther, 1887 / Kettwig, Phaidon, 1992.

Για να φτιαχτούν τα τσαρούχια, οι τσαρουχοποιοί έπαιρναν το αποτύπωμα του δεξιού ποδιού του πελάτη, βάζοντας ένα χαρτί στο πάτωμα και ακουμπούσαν το πόδι πάνω σε αυτό. Με το μολύβι έκαναν το περίγραμμα του πέλματος και στη συνέχεια με τη μεζούρα μετρούσαν το μήκος και το φάρδος του ποδιού στα δάχτυλα και στο κουντεπιέ. Στη συνέχεια ετοιμάζανε το καλοπόδι, όπου για τα τσαρούχια ήταν ειδικά, μπροστά στα δάχτυλα είχαν ένα μικρό βαθούλωμα και η μύτη ήταν γυριστή προς τα επάνω. Κόβανε πάνω στο καλοπόδι τον πάτο, όπου ήταν από χοντρό δέρμα. Μουσκεύανε τον πάτο μέσα σε ένα κουβά με νερό για δέκα λεπτά περίπου, το βγάζανε και το στραγγίζανε καλά. Στη συνέχεια το καρφώνανε κάτω από το πέλμα του καλοποδιού. Αν περίσσευε χρησιμοποιούσαν τη φαλτσέτα και το φέρνανε ίσα με το καλοπόδι. Μετά βγάζανε σε χαρτί το στάμπο, δηλαδή το πατρόν. Σύμφωνα με το στάμπο κόβανε στη συνέχεια σκληρή βακέτα και με τη μανταριστική τανάλια, τη μοντάρανε επάνω στο καλοπόδι, πιάνοντάς την από κάτω με καρφιά. Για να στερεωθεί καλά ο πάτος, κόβανε μια λεπτή λουρίδα από δέρμα δυο πόντους φάρδος και τη στερεώνανε γύρω γύρω από τον πάτο με ξυλόπροκες. Στη συνέχεια παίρνανε διάφορα κομμάτια από δέρμα και γέμιζαν τη γούβα που είχε δημιουργηθεί στον πάτο. Τα καρφώνανε και αυτά με ξυλόπροκα και τα φέρνανε σε μια ευθεία.

Μετά ακολουθούσε η κατασκευή της σόλας. Κόβανε πάλι με χαρτί ένα στάμπο σύμφωνα με το πέλμα του πελάτη και πάνω σε αυτό κόβανε τη σόλα από χοντρό δέρμα. Τη βάζανε για ένα τέταρτο στο νερό να μουσκέψει και αφού τη στραγγίζανε καλά, φτιάχνανε πρώτα με τον κατσαπρόκο (ένα κοντό σουβλί) τρύπες ολόγυρα στο πέλμα και ύστερα τη στερεώνανε στο πέλμα του καλοποδιού με ξυλόπροκες. Αφήνανε τα τσαρούχια κανά δυο ώρες να στεγνώσουν και ύστερα άρχιζε η κατασκευή των τακουνιών.

Έλληνας τσαρουχοποιός, Έργο του 1840, του Δανού ζωγράφου Martin Christian Wedseltoft Rørbye {1803 – 1848}, ο οποίος επισκέφτηκε την Ελλάδα μεταξύ 1835 & 1836 (Συλλογή Χαλκιάδη)

Τα τακούνια φτιάχνονται και αυτά με κομμάτια δέρμα που τα καρφώνανε πάλι με ξυλόπροκες. Από έξω βάζουνε ένα μονοκόμματο δέρμα που το καρφώνουνε με μεταλλικά μυτάκια πλατυκέφαλα. Στη συνέχεια φτιάχνανε το μπροστινό μέρος του τσαρουχιού όπου κόβανε ένα σκληρό δέρμα και αφού το βρέχανε πρώτα, το μοντάρανε στη μύτη δημιουργώντας μια κυκλική καμπύλη.Καθώς αφήνανε τα τσαρούχια να στεγνώσουν, ετοίμαζαν τη φούντα. Η φούντα ήταν από μάλλινα νήματα, τη ράβανε πάνω στο τσαρούχι με τσαρουχόραμμα (χοντρό σπάγκο) και με το ψαλίδι την ψαλίδιζαν για να της δώσουν ωραίο σχήμα. Τέλος καρφώνανε στο πέλμα τις πρόκες και στο τακούνι και στη μύτη βάζανε μεταλλικά πέταλα. Όταν στέγνωναν τα τσαρούχια, τα γυαλίζανε με βερνίκι και βάζανε καραμπογιά γύρω από τη σόλα. Ύστερα με τον ειδικό γάντζο τραβούσανε το καλοπόδι, λειαίνανε εσωτερικά με το εργαλείο τις ξυλόπροκες για να μην ενοχλούν τον πελάτη και περνούσανε εσωτερικά ένα λεπτό δέρμα.

Για πιο πρόχειρα είχαν τα ΓΟΥΡΝΟΤΣΑΡΟΥΧΑ που φτιάχνονταν ως εξής:

Όταν έσφαζαν τα γουρούνια, έκοβαν με πολύ προσοχή το δέρμα τους, το αλάτιζαν με χοντρό αλάτι και το αφήνανε περίπου 10 μέρες να αργάσει. Μετά οι τεχνίτες τελάρωναν το δέρμα με πηχάκια χιαστί και κάθετα και το αφήνανε στο τελάρο ένα μήνα για να στεγνώσει και να σκληρύνει.

Ύστερα το κόβανε σε λουρίδες πλάτους περίπου δεκαπέντε πόντων, διπλώνανε τις δύο μπροστινές άκρες, σηκώνοντας το δέρμα προς τα πάνω, έτσι ώστε να σχηματιστεί εσωτερικά μια φωλίτσα για να χωράνε τα δάχτυλα του ποδιού, και το πίσω μέρος το ανασηκώνανε λίγο και το στρογγυλεύανε για να πάρει το σχήμα της φτέρνας. Αυτό που προσπαθούσαν να κάνουν, ήταν να δώσουν το σχήμα του κάτω μέρους του ποδιού στο γουρνοτσάρουχο.

Στη συνέχεια με ένα σουβλί από κέρατο ζαρκαδιού, το τσαγκρισούλι, κάνανε γύρω από το γουρνοτσάρουχο ανά ένα πόντο τρύπες και περνούσαν μέσα από τις τρύπες κορδόνι φτιαγμένο από κατσικίσιο δέρμα. Για να στερεωθεί το γουρνοτσάρουχο στο πόδι, το δένανε στη γάμπα χιαστί με σχοινί που το φτιάχνανε πλεξούδα από χρωματιστό μαλλί.

 

πηγη1

πηγή2

Δείτε και άλλα παραδοσιακά επαγγέλματα όπως ο λούστραδόρος,  ο βοσκός  ,  ο χαμάλης  , ο χαλκουργός ή γανωματής , ο αγγειοπλάστης , αλλά και ένα ενδιαφέρον άρθρο για την παιδική εργασία και τις γυναίκες που δούλευαν στις αλυκές του Μεσολογγίου

Advertisement

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.